Δευτέρα 19 Ιουλίου 2010

Βαλτσινιώτικο παραμύθι

Ήταν μια φορά κι έναν καιρό,
παλιά, πολύ παλιά, στο Βαλτινό...




Κάποτε, στην πλατεία της εκκλησίας Αγίου Αθανασίου Βαλτινού υπήρχαν διάφορα μεγάλα δένδρα. Μεταξύ αυτών υπήρχε και ένας πλάτανος, ένα τεράστιο πλατάνι που βρισκόταν ακριβώς στη μέση της πλατείας. Και ακριβώς στο κέντρο της καθημερινής ζωής του χωριού. Για πολλά χρόνια οι κάτοικοι του χωριού συναντιόνταν εκεί καθημερινά κάτω από το πλατάνι. Εκεί έκλειναν τις δουλειές τους, εκεί γίνονταν οι γάμοι, εκεί γίνονταν τα διάφορα γλέντια τους, εκεί θυμούνταν τους νεκρούς τους, και εκεί έπαιρναν τις καθοριστικές αποφάσεις για το χωριό.

Μια μέρα κάτι διαφορετικό και παράξενο συνέβη.
Από μια ρίζα του πλατάνου ξεπετάχτηκε, άξαφνα, ένα πράσινο κλαδάκι με δυο φύλλα που σημάδευαν τον ήλιο. Ήταν ένα βλαστάρι. Το πρώτο βλαστάρι που έβγαζαν οι ρίζες του πλατάνου από τότε που το θυμούνταν.

Το γεγονός αντιμετωπίστηκε με ενθουσιασμό και με χαρά μόνο από τους μισούς κατοίκους. Οι άλλοι μισοί κάτοικοι ήταν επιφυλακτικοί και έλεγαν ότι το βλαστάρι θα δημιουργούσε επιπλοκές.

Λίγες μέρες μετά άρχισε να σκάζει και δεύτερο βλαστάρι. Και μέσα σε ένα μήνα, πάνω από είκοσι πράσινα κλαδάκια φύτρωσαν πάνω στις γκρίζες ρίζες του πλατάνου.

Κάτι συνέβαινε στο γέρικο πλατάνι. Τα φύλλα του ήταν πολύ κίτρινα, αδύναμα και έπεφταν εύκολα. Ο φλοιός του κορμού του, που άλλοτε ήταν τρυφερός και σαρκώδης, τώρα ήταν ξερός και έσπαγε. Έτσι κάποιοι θεώρησαν πως «το πλατάνι είναι άρρωστο». Και ίσως να πέθαινε.



Εκείνο το απόγευμα άνοιξε μεγάλη συζήτηση ανάμεσα στους Βαλτσινιώτες. Ορισμένοι έλεγαν πως έφταιγαν τα βλαστάρια. Τα επιχειρήματά τους ήταν σαφή. Όλα πήγαιναν καλά προτού εμφανιστούν τα βλαστάρια.

Οι υπερασπιστές των νέων βλαστών έλεγαν ότι το ένα δεν έχει σχέση με το άλλο, και τα βλαστάρια ήταν μια εξασφάλιση για το μέλλον, αν κάτι πάθαινε το πλατάνι.

Με τη συζήτηση, δημιουργήθηκαν δύο ομάδες σαφώς αντίθετες. Η μία έδινε προτεραιότητα στο γέρικο πλατάνι και η άλλη στα νέα βλαστάρια.
Δίχως να το καταλαβαίνουν, η λογομαχία φούντωσε και οι δύο ομάδες απομακρύνθηκαν περισσότερο.

Έτσι αποφάσισαν να συζητήσουν το θέμα σε μια γενική συνέλευση των κατοίκων για να καλμάρουν τα πνεύματα.

Δεν καλμάρισαν όμως, και οι υπερασπιστές του πλατάνου είπαν ότι η λύση του προβλήματος ήταν η επιστροφή στην πρότερη κατάσταση. Τα βλαστάρια αφαιρούσαν δυνάμεις από το γέρικο πλατάνι ενεργώντας σαν παράσιτα του δέντρου. Συνεπώς έπρεπε να κόψουν τα βλαστάρια για να σώσουν το πλατάνι.

Οι υπερασπιστές των βλαστών πρότειναν για λύση την κοπή του γέρικου πλατάνου, που είχε πια ολοκληρώσει τον κύκλο του και το μόνο που έκανε ήταν να κόβει φως και νερό από τα νεογέννητα.

Η διαμάχη κατέληξε σε λογομαχία, η λογομαχία σε καβγά, ο καβγάς σε μίσος και οργή, και έτσι δεν άκουγες τίποτα άλλο στο χωριό από βρισιές, απειλές και παντού κυριαρχούσε μια διάθεση για καταστροφή.

Οι υπερασπιστές του πλατάνου συγκεντρώθηκαν μια νύχτα και αποφάσισαν να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους. Οπλίστηκαν με κλαδευτήρια τσεκούρια και κασμάδες και πήγαν στην πλατεία να καταστρέψουν τα βλαστάρια. Εκεί όμως βρήκαν τους υπερασπιστές των βλαστών να στοιβάζουν διάφορα ξύλα γύρω από το πλατάνι με σκοπό να το βάλουν φωτιά και να το κάψουν.




Οι δυο ομάδες ήρθαν στα χέρια (που τώρα ήταν και οπλισμένα) και έτσι πολλά βλαστάρια ποδοπατήθηκαν και πληγώθηκαν με τον καβγά. Αλλά και το γέρικο πλατάνι έπαθε κάμποσες ζημιές στον κορμό και στα κλαδιά του.

Το επόμενο πρωί η πλατεία είχε διαφορετική όψη. Αλλά και σε ολόκληρο το Βαλτινό η κατάσταση είχε γίνει ανυπόφορη. Οι δυο ομάδες προσπαθώντας να κερδίσουν υποστήριξη, δημιούργησαν πόλωση και ανάγκασαν τους πάντες να πάρουν θέση. Όποιος υπερασπιζόταν το πλατάνι ήταν εξ ορισμού εχθρός των υπερασπιστών των βλαστών και οι υπερασπιστές του πλατάνου μισούσαν θανάσιμα όποιον υπερασπιζόταν τα βλαστάρια.

Τελικά αποφάσισαν να πάνε το θέμα στον Ειρηνοδίκη, που ήταν ο εφημέριος της εκκλησίας. Θα έβγαζε την απόφαση την επόμενη Κυριακή.

Το ακροατήριο ήταν χωρισμένο στα δύο και αλληλοβρίζονταν, φώναζαν και κανένας δεν ακούγονταν.
Άξαφνα άνοιξε η πόρτα και στο διάδρομο, ακολουθούμενος από τα βλέμματα όλων, βάδισε ο Γέρος με το μπαστούνι του.

Ο Γέρος που ήταν πάνω από εκατό ετών, είχε ιδρύσει το χωριό, είχε σχεδιάσει τους δρόμους, είχε μοιράσει τη γη και, φυσικά είχε φυτέψει τον πλάτανο.


Ο Γέρος, που ήταν σαβαστός από όλους, και τα λόγια του διατηρούσαν την ίδια διαύγεια όπως σε όλη του τη ζωή ανέβηκε στο βήμα και μίλησε.

­-Ηλίθιοι! Είπε. Φερόσαστε ως υπερασπιστές του πλατάνου και ως υπερασπιστές των βλαστών… Εσείς είστε ανίκανοι να υπερασπίσετε οτιδήποτε, γιατί ο μόνος σας στόχος είναι να βλάψετε όποιον σκέφτεται διαφορετικά.
Δεν αντιλαμβάνεστε το λάθος σας και, τόσο οι μεν όσο και οι δε, σφάλλετε.

Το πλατάνι δεν είναι από πέτρα. Είναι ζωντανός οργανισμός και σαν τέτοιος κάνει τον κύκλο του. Ο κύκλος της ζωής του περιλαμβάνει και το να δώσει ζωή σ΄ όσους θα συνεχίζουν. Δηλαδή να προετοιμάσει τα βλαστάρια που θα γίνουν μετά καινούργια πλατάνια.

Όμως τα βλαστάρια, ανόητοι, δεν είναι μόνο βλαστάρια. Δεν μπορούν να ζήσουν αν το πλατάνι πεθάνει, και η ζωή του πλατάνου δεν έχει νόημα αν δεν μπορεί να μετατραπεί σε νέα ζωή.

Ετοιμαστείτε «Υπερασπιστές των βλαστών» και οπλιστείτε. Σύντομα θα έρθει και η ώρα να βάλετε φωτιά στα σπίτια των γονιών σας και να κάψετε και εκείνους μαζί. Σύντομα θα γεράσουν και θα εμποδίζουν το δρόμο σας.

Ετοιμαστείτε «Υπερασπιστές του πλατάνου». Αρχίστε με τα βλαστάρια. Πρέπει να μπορέσετε να ποδοπατήσετε και να σκοτώσετε τα παιδιά σας όταν εκείνα θα θελήσουν να σας αντικαταστήσουν ή σας ξεπεράσουν.
Και θέλετε να λέγεστε «Υπερασπιστές»!
Εσείς το μόνο που θέλετε είναι να καταστρέψετε…
Και δεν αντιλαμβάνεστε ότι καταστρέφοντας και καταστρέφοντας θα καταστρέψετε τα αναπόφευκτα όλα όσα θέλετε να υπερασπίσετε. Σκεφτείτε! Δεν σας μένει πολύς χρόνος…

"Την τύχη του κάθε λαός
την κάνει μοναχός του
κι όσα του κάνει η τρέλα του
δεν του τα κάνει ο εχθρός του…"

Και με τα λόγια αυτά, κατέβηκε αργά από το βήμα και βάδισε προς την πόρτα μέσα στην απόλυτη σιωπή.
…Και έφυγε.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

επικοινωνιστε μαζι μας