Πέμπτη 15 Ιουνίου 2017

Ο κουβάλος


Του Ευαγγέλου Στάθη φιλολόγου

Ο έρμος ο θέρος έχει τελειώσει. Τώρα τα δεμάτια μαζεύονται ένα ένα, για να αρχίσει «ο κουβάλος» στα αλώνια. Από ένα δεμάτι σε κάθε μασχάλη, μπορεί και από δυο, και από ένα σε κάθε χέρι, ίσως και από δύο πάλι, ανάλογα με την αντοχή και τη δύναμη του καθενός, πάντως 6-8 δεμάτια ο καθένας τα κουβαλούσε σε κάθε δρομολόι του.
Τα δεμάτια στοιβάζονται σε σταφνιές, σε δύο σταφνιές, η μια απέναντι από την άλλη και στη μέση να περνάει το κάρο. Σταφνιά λέγεται το στοίβαγμα των δεματιών το ένα πάνω στο άλλο με σειρά και τάξη, ένα είδος πρόχειρης θημωνιάς. Άλλος τρόπος στοιβάγματος είναι η «κουλούρα». Το λέει και η λέξη: φτιάχνεις με τα δεμάτια έναν κύκλο, μια κουλούρα, με τα στάχυα προς τα μέσα και συνεχίζεις ανεβαίνοντας προς τα πάνω. Φτιάχνεις τόσες σταφνιές και τόσες κουλούρες όσο υπολογίζεις πως θα φορτωθούν σε κάθε κάρο ή σε δυο κάρα.


Τα δεμάτια φορτώνονται στο κάρο με πολλή προσοχή μην είναι ξερά και τριφτούν. Να στοιχιστούν με απόλυτη τάξη στο κάρο, να προσεχτεί πως θα καρφωθούν τα δεμάτια στα χάλπια, πως θα ξεκινήσει το φόρτωμα έξω από τις παραπέτες, πως θα μπουν στη μέση τα δεμάτια, πως θα προχωράει προς τα πάνω το φόρτωμα. Όλα με προσοχή, με φροντίδα και με λεπτομέρεια. Ύστερα το δέσιμο με την «αμαξοτριχιά» κι αυτό θέλει τέχνη. Αν δεν προσέξεις όλα αυτά, σίγουρα το κάρο θα «βαΐσει». Και βάιζαν πολλά κάρα και «γκερανούσαν» στις «ζντραγκάνες» και άντε να φορτωθούν τα δεμάτια πάλι απ’ την αρχή. Αυτό συνέβαινε όταν αυτός που τα φόρτωνε δεν ήξερε τον τρόπο ή ήταν τσαπατσούλης ή ήταν άπραγος. Ο άλλος ο νοικοκυρεμένος γεωργός, ο προσεχτικός και ταχτικός, το φόρτωνε σωστά το κάρο και άκουγες τους άλλους να λεν: «μπράβο φόρτωμα! Τσικρίκι τό ’κανε!».


Το κάρο φορτώθηκε και είναι έτοιμο να ξεκινήσει. Σπρώχνουμε λίγο τις ρόδες, κρατώντας τις από τα «παρμάκια» να ξεκολλήσει απ’ τις αυλακιές, και φωνάζουνε τα ζώα δυνατά: Όου! Όου! Και το κάρο ξεκινάει για τον τόπο του αλωνίσματος και αρχίζει ο κουβάλος. Τα κάρα με τα άλογα προχωράν γρήγορα, ενώ με τις αγελάδες και τα βόδια παν αργά. Ο οδηγός κάθεται στον αρμό του κάρου κι ο άλλος, που θα δώσει τα δεμάτια κάθεται πάνω κει, στην κορυφή του φορτωμένου κάρου. Είναι τόσο ψηλά, που σκύβει το κεφάλι του, όταν το κάρο περνάει κάτω από δέντρα, να μην τον πάρουν τα κλωνάρια. Φοράει καπέλο ή μαντήλι μην τον κάψει ο ήλιος. Και οι δύο παίρνουν και κάνα τραγουδάκι στα σιγανά ή ψιλοσφυρίζουν έτσι, για να ξεχάσουν την κούραση και το λιοπύρι.

επικοινωνιστε μαζι μας