Τρίτη 14 Ιανουαρίου 2025

«Η βατσίνα» Διήγημα του Δημήτρη Τσιγάρα

 

Ήταν μια μουντή, χειμωνιάτικη μέρα της δεκαετίας του ΄60, στην αίθουσα του δημοτικού σχολείου Βαλτινού, που περιμένανε όλοι οι μαθητές, με αγωνία και ανησυχία, τους υγειονομικούς από την Νομαρχία Τρικάλων, να έρθουν για τον εμβολιασμό κατά της ευλογιάς. 

Είχε ξεκινήσει πριν από μερικά χρόνια μια παγκόσμια εκστρατεία εμβολιασμού κατά της ευλογιάς, σ’ όλο τον πληθυσμό. Η ευλογιά ήταν μια μολυσματική, θανατηφόρα ασθένεια, που προσέβαλλε αποκλειστικά τους ανθρώπους και εντοπιζόταν κυρίως στα μικρά αιμοφόρα αγγεία του δέρματος, καθώς και του στόματος και του λαιμού. Στο δέρμα προκαλούσε χαρακτηριστικά εξανθήματα και φουσκάλες γεμάτες υγρό.

Κάθε τόσο τα παιδιά κοίταζαν απ’ τα παράθυρα, έξω στη δημοσιά, προς τον δρόμο που θα ερχότανε το νοσοκομειακό όχημα, ενώ κάποια άλλα κάθονταν με αναμονή, μουδιασμένα, και φοβισμένα γύρω από την αναμμένη ξυλόσομπα.

Οι μεγαλύτεροι μαθητές, που είχαν κάνει τα προηγούμενα χρονιά το εμβόλιο, είχαν φοβίσει τους μικρότερους, λέγοντάς τους ότι η βατσίνα πονάει πολύ και ότι θα υποφέρουν και θα αρρωστήσουν, ή θα έχουν πυρετό, θα βγάλουν κέρατα, θα κουτσαθούν και άλλα τέτοια φοβερά και τρομερά.

Η ώρα περνούσε, ο καιρός αγρίευε, ο Κόζιακας χάθηκε στο μούχρωμα της μέρας και σε λίγο φάνηκαν οι πρώτες νιφάδες χιονιού.

Κάποια στιγμή, ένας μαθητής φώναξε στον δάσκαλο, τον Μπούγα.

-Κύριε, κύριε, έξω αρχίζει και ρίχνει χιονόνερο! φαίνεται δεν θα ’ρθουν σήμερα οι γιατροί!
-Θα ’ρθουν, θα ’ρθουν, είπε ο δάσκαλος, προς απογοήτευση των μαθητών, σβήνοντας τους κρυφούς πόθους και την ελπίδα τους, για την ακύρωση του εμβολιασμού, καθησυχάζοντας ταυτόχρονα και λέγοντάς τους, να μην ανησυχούν και να μην φοβούνται, γιατί ένα απλό τσιμπιματάκι θα είναι, που θα τους θωρακίσει από την απειλή της ασθένειας.

Και πράγματι σε λίγο, κατέφθασε ένα μικρό άσπρο αυτοκίνητο, που έμοιαζε με κλειστό τζιπ και που εξωτερικά είχε δυο μεγάλους κόκκινους σταυρούς. Βγήκαν δύο λευκοντυμένοι άνδρες, ο γιατρός κι ο νοσοκόμος, κρατώντας κάτι μεγάλα κουτιά κι ακολουθούσε ο οδηγός, ο οποίος φορούσε ένα στρατιωτικό τζάκετ και κρατούσε μια μεταλλική βαλίτσα. Μπήκαν στην αίθουσα και σε μια άκρη ο γιατρός κι ο νοσοκόμος τοποθέτησαν πάνω σε ένα τραπέζι τα μπουκαλάκια με τα εμβόλια, και ετοίμασαν το καυτό νερό για την απολύμανση και αποστείρωση των συριγγών και των βελόνων.  

Ο δάσκαλος ο Μπούγας κι η δασκάλα Αλίκη Γιωργολιού, έβαλαν όλους τους μαθητές στη σειρά, αγόρια και κορίτσια και ξεκίνησε ο εμβολιασμός. Πρώτος για να κάνει την βατσίνα επιλέχτηκε ο Βασίλης, καθώς φαινότανε ο πιο ψύχραιμος, αλλά γιατί είχε και λίγο κρέας επάνω του, ώστε να ’βρει εύκολα ψαχνό η διχαλωτή σύριγγα και να αφήσει πάνω του το φάρμακο.
Οι περισσότεροι μαθητές ήταν αδύνατοι, είχαν ισχνά χεράκια, σαν ξερόκλαδα αμυγδαλιάς, λόγω υποσιτισμού. Πού να’ βρει ψαχνό ο γιατρός; Γι'αυτό σε κάποιους την βατσίνα την έκαναν στο πόδι. 

Βόγκηξε ο Κώστας και δάκρυσε απ’ τον πόνο… και συγχρόνως ακούστηκε κι ένα ωχ απ’ όλα τα παιδιά της ουράς. Η Στεφανία έτρεμε από τον φόβο της κι ακουγόταν ο ήχος των δοντιών της. Η Κασσιανή σιγόκλαιγε κατατρομαγμένη και κάποιοι άλλοι ζήταγαν άδεια να πάνε προς νερό τους. Ο Θανάσης φώναξε έντρομος τον δάσκαλο:

-Δεν είμαι καλά κύριε, θα λιποθυμήσω… κι εκείνος τον έβγαλε έξω να πάρει καθαρό αέρα, προσπαθώντας να τον συνεφέρει και να τον αναθαρρήσει.  

Μόλις βγήκε έξω ο δάσκαλος, ένας άλλος μαθητής, ο Σωτήρης, που ήταν κοντά στην πόρτα, βρήκε την ευκαιρία και σαν σίφουνας έτρεξε να φύγει για να γλυτώσει.
-Πιάστε τον Σωτήρη, φεύγει! φώναξε η δασκάλα.

Δυο τρεις μεγαλύτεροι μαθητές έτρεξαν ξοπίσω του απ’ την διπλανή αίθουσα, και στη γωνιά του κοινοτικού γραφείου τον πρόλαβαν, τον έπιασαν και τον έφεραν σηκωτό πάλι πίσω στον γιατρό. Χρειάστηκαν ο νοσοκόμος και οι δυο δάσκαλοι να κρατήσουν τον φουκαρά τον Σωτήρη, πού έκλαιγε, ούρλιαζε και αντιδρούσε μέχρι να του κάνουν τη βατσίνα.
Κάποια στιγμή μετά από εξαντλητικό φόβο, δισταγμούς, κλάματα κι’ αναφιλητά, τέλειωσε ο εμβολιασμός και κάθε μαθητής με γυμνό το μπράτσο, μες στο χιονόνερο έφευγε για το σπίτι του, πηγαίνοντας στη μάνα του να διηγηθεί την περιπέτεια της βατσίνας και να αναζητήσει την ασφάλεια της αγκαλιάς και τη φροντίδα της…
Την επόμενη εβδομάδα, όπως αναμενόταν, προκειμένου να χτιστεί η ανοσία, ορισμένοι μαθητές είχανε κάποιες παρενέργειες. Κάποιοι ένοιωθαν ζαλάδες και κάποιοι αρρώστησαν με πυρετό, καθώς η πυορροούσα πληγή ήθελε το χρόνο της να κλείσει.

Πέρασαν οι μέρες, πέρασαν κι οι παρενέργειες, κι η ζωή ξαναβρήκε τον ρυθμό της. Η ευλογιά δεν ξαναφάνηκε. 

Έμεινε όμως στο αριστερό μπράτσο και στο πόδι του κάθε μαθητή, το κυκλικό σημάδι της βατσίνας, σαν σφραγίδα και σαν παράσημο νίκης, σε έναν αγώνα της ανθρωπότητας, καθώς ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας διεξήγαγε αυτή τη παγκόσμια εκστρατεία εμβολιασμού, από το 1958 έως το 1977, όπου και απαλείφθηκε τελείως η ασθένεια της ευλογιάς, καθιστώντας την ως την μοναδική ανθρώπινη ασθένεια που εξαλείφθηκε με εμβόλιο.


επικοινωνιστε μαζι μας