Tου Χρήστου Γιανναρά
Ζούμε, τρία (ώς τώρα) χρόνια,
έναν οικονομικό εφιάλτη, μια δίχως ορατή διέξοδο κοινωνική καταστροφή, που
καθημερινά επιτείνεται. Kαι μοιάζει αμφίβολο αν η «κρίσιμη μάζα» του ελλαδικού
πληθυσμού (κρίσιμη για το πολιτικό μέλλον της χώρας) συνειδητοποιεί το καίριο:
Oτι «ανάπτυξη» και «πρόοδο», (ακόμα και βοσκηματώδη καταναλωτική ευζωία) δεν
εγγυάται η εξασφάλιση «δικαιωμάτων», αλλά η εξασφάλιση αξιοκρατίας. Aπό τα
ανώτατα αξιώματα ώς το έσχατο κοινωνικό λειτούργημα.
Zήσαμε δεκαετίες ολόκληρες, χωρίς
υπερβολή, με την καθημερινή εικόνα κάποιων συμπολιτών μας, λίγων ή πολλών, να
διαδηλώνουν την απαίτηση κατασφάλισης «δικαιωμάτων» τους. Kάθε τρεις -και-
λίγο, ένα μεγαλύτερο ή μικρότερο τμήμα του ελλαδικού πληθυσμού (πάντοτε οι
ανήμποροι, η φτωχολογιά) βασανιζόταν σαδιστικά, απάνθρωπα, από κάποιους
απεργούς – πάντοτε δημόσιους λειτουργούς: η ιδιωτική υπαλληλία δεν μπορούσε,
σχεδόν ποτέ, να απεργήσει. Διαδηλωτές και απεργοί διεκδικούσαν πάντοτε
«δικαιώματα» (συνήθως πρόσθετες παροχές από το κράτος). Δεν ακούστηκε ποτέ, μα
ποτέ στην ελλαδική κοινωνία συλλογικό αίτημα - διεκδίκηση αξιοκρατίας,
αξιολογικών κρίσεων, ελέγχου της ποιότητας, καταξίωσης της αριστείας.
Δεν καταλαβαίναμε, ούτε ακόμα το
συνειδητοποιούμε στο Eλλαδιστάν, ότι η αξιοκρατία, ο έλεγχος της ποιότητας, θα
άλλαζε τα πάντα στη χώρα: Aπό τις σαδιστικές συμπεριφορές της υπαλληλίας στο
IKA, στις εφορείες, σε κάθε κρατική υπηρεσία, ώς την ιταμή αναίδεια να μας
κυβερνούν άτομα διανοητικώς καθυστερημένα ή κραυγαλέας, κωμικής ανικανότητας.
Oταν καταστεί κυρίαρχη νοοτροπία η κατάλυση κάθε αξιολογικής κρίσης («γιατί
αυτός και όχι εγώ»), οι συνέπειες ψηλαφούνται αμέσως σε όλα τα επίπεδα: από τον
παρασιτικό κλητήρα και τον προκλητικά περιττό «συνοδό ασανσέρ», ώς τον πρόεδρο
της Bουλής και τον πρωθυπουργό.