Τρίτη 13 Φεβρουαρίου 2024

Το «φάντασμα» του Μπούτα

 

Του Παύλου Ριζαργιώτη


Ωπα! Τι έγινε ρε παιδιά;  Πως στράβωσε έτσι το πράγμα; Ήρθαν τα πάνω, κάτω.   Εκεί που η κυβέρνηση της ΝΔ ήταν «στο γάιδαρο καβάλα» και δε λογάριαζε τίποτα και κανένα, τη βλέπουμε «με την ουρά στα σκέλια».

Εκεί που «όλα πήγαιναν ρολόι και τα πάντα ήταν υπό έλεγχο», γέμισαν οι δρόμοι με τρακτέρ αγριεμένων αγροτών και το φάντασμα του Μπούτα πλανιέται πάνω από την Ελλάδα.

Εκεί όλοι περίμεναν ότι το πέρασμα της χαρτοφυλακίου της παιδείας από τα χέρια μιας «θεούσας» στα χέρια ενός «ιντερνιταρά» θα εξασφάλιζε τα «λάικ» του συνόλου των μαθητών, των φοιτητών και των εκπαιδευτικών, βλέπουμε να ξεσηκώνονται οι πάντες και να διαδηλώνουν σε σχολεία, σχολές και δρόμους.

 Εκεί που οι εργαζόμενοι στα εργοστάσια και στις άλλες επιχειρήσεις δεν τολμούσαν να κουνήσουν ούτε το δαχτυλάκι τους από το φόβο του αφεντικού, βλέπουμε να οργανώνεται πανελλαδική, πανεργατική απεργία, με κίνδυνο να σβήσει το χαμόγελο της επιτυχίας από τα χείλη της νεαρής υπουργού εργασίας.

Εκεί που ο Μητσοτάκης, ως άλλος Λουδοβίκος, δήλωνε με στόμφο και καμάρι στη βουλή ότι «δεν υπάρχει αντιπολίτευση και μάλλον θα χρειαστεί η ΝΔ να αναλάβει κι αυτό το ρόλο», βλέπουμε το λαό της Ελλάδας να αντιπολιτεύεται την κυβέρνηση, αφήνοντας με ανοιχτό το στόμα τον Πρετεντέρη και με γουρλωμένα μάτια τον Παυλόπουλο και τον Οικονόμου.

***

Όλα πήγαιναν καλά για τον Μητσοτάκη. Όταν παρέλαβε από τον Τσίπρα  όλοι οι οιωνοί ήταν ευνοϊκοί έως άριστοι.

Πριν παραδώσει η κυβέρνηση της πρώτης φοράς «αριστερά» είχε φροντίσει, παίρνοντας τη σκυτάλη από τις προηγούμενες μνημονιακές κυβερνήσεις, να ολοκληρώσει επιτυχώς όλες τις «βρώμικες και βαριές δουλειές»: Να περικόψει ό,τι υπόλοιπο είχε απομείνει στους μισθούς και στις συντάξεις. Να αυξήσει τους φόρους στο λαό. Να πλήξει τα εργασιακά δικαιώματα. Να υποβαθμίσει τη δημόσια παιδεία και υγεία. Να μετατρέψει όλη τη χώρα σε μια στρατιωτική βάση των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ και της ΕΕ.

Φεύγοντας, άφησε στα κρατικά ταμεία κι ένα «γερό κομπόδεμα» ύψους 37 δισ. ευρώ που είχε μαζέψει στύβοντας το λαό, με το οποίο ο Μητσοτάκης και η κυβέρνησή του θα μπορούσαν να ταΐζουν καλά τους διάφορους «επενδυτές», ντόπιους και ξένους.

Με το που ανέλαβε ο Μητσοτάκης ξεκίνησε να παίρνει όλα τα μέτρα που χρειαζόταν ώστε να προχωρήσει ακόμα παραπέρα αυτή την πολιτική χωρίς ενοχλήσεις, αντιδράσεις και μπερδέματα. Και σε πολύ μεγάλο βαθμό – αν όχι απόλυτα – το πέτυχε.  Το ένα μετά το άλλο έρχονταν τα αντιλαϊκά μέτρα της κυβέρνησης της ΝΔ, αλλά η εντύπωση που περνούσε στην «κοινή γνώμη» ήταν ότι  αυτά  κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση και έχουν τη λαϊκή αποδοχή και στήριξη.

Φρόντιζαν γι’ αυτό τα συστημικά ΜΜΕ που είχαν ταϊστεί επαρκώς και καταλλήλως για να κρύβουν την αλήθεια και να διαστρέφουν την πραγματικότητα, ενώ τα απανωτά γκάλοπ δημιουργούσαν, σιγά αλλά σταθερά, τη βεβαιότητα ότι άλλη λύση πλην αυτής του Μητσοτάκη δεν υπάρχει. Από την άλλη, η συστημική αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ, του ΠΑΣΟΚ, της Ελληνικής Λύσης, του Μέρα 25 ήταν από απούσα μέχρι συναινούσα και πάντως ουδέν έπραττε ενάντια στην κυβερνητική πολιτική.  Κι έμεινε μόνο το ΚΚΕ να πολεμάει αυτή την πολιτική στη βουλή και τους δρόμους, χωρίς όμως αυτό ν’ ακούγεται πουθενά. Ταυτόχρονα και προκειμένου να μην υπάρξουν «ξαφνικά και απρόοπτα» που θα μπορούσαν να υπονομεύσουν την «διαμορφωμένη κατάσταση», είχαν ενεργοποιηθεί η ΚΥΠ και διάφορα συστήματα παρακολούθησης, όπως το πρέντατορ κ.α., που παρακολουθούσαν τους πάντες και έδιναν συνεχή αναφορά.

Έτσι η κυβέρνηση της ΝΔ κατάφερε, όχι μόνο να ψηφίσει και να υλοποιήσει ένα πολύ μεγάλο αριθμό  αντιλαϊκών νόμων, αλλά και να περάσει «αβρόχοις ποσί» μεγάλες καταστροφές που, εξαιτίας της δικής της πολιτικής, βρήκαν τη χώρα κατά τη διάρκεια της πρώτης κυβερνητικής τετραετίας, όπως οι χιλιάδες νεκροί από την πανδημία, οι πνιγμοί μεταναστών και προσφύγων στο Αιγαίο και στη Μεσόγειο, οι τεράστιες ζημιές στα δάση από τις πυρκαγιές κ.α.

Έτσι κατάφερε να πάρει και τις εκλογές εξασφαλίζοντας μια δεύτερη συνεχή κυβερνητική θητεία και μάλιστα με μεγαλύτερα εκλογικά ποσοστά από πριν. Τώρα πια ο Μητσοτάκης «πετούσε στα σύννεφα». Στη βουλή η κατάσταση που είχε διαμορφωθεί ήταν ακόμα καλύτερη γι’ αυτόν, καθώς ο ΣΥΡΙΖΑ εξακολουθούσε μεν να είναι αξιωματική αντιπολίτευση, αλλά με συντετριμμένα τα εκλογικά ποσοστά του και υπό την απειλή της διάλυσης, το ΠΑΣΟΚ παραμένει σε χαμηλό και, εν πολλοίς, ακίνδυνο εκλογικό επίπεδο και τα ακροδεξιά κομματίδια που έχουν εμφανιστεί στο κοινοβούλιο τελούν υπό την επίβλεψη και τον έλεγχο των ακροδεξιών του κόμματός  του, όπως ο Βορίδης, ο Γεωργιάδης, ο Πλεύρης.

***

Και ξάφνου, η κυβέρνηση βρίσκεται απέναντι σε μαζικές και δυναμικές λαϊκές αντιδράσεις. Απέναντι σε μια αντιπολίτευση μεγάλη και πραγματική. Τώρα δεν έχει να κάνει ούτε με τον Κασσελάκη που αμερικανικά «περί άλλα τυρβάζει», ούτε με τον  Ανδρουλάκη που ευρωπαϊκά «αλλού αρμενίζει». Έχει να κάνει με το γίγαντα λαό που ξεσηκώνεται ενάντια στην αντιλαϊκή πολιτική της.

Αυτή η λαϊκή αντιπολίτευση δεν είναι  κεραυνός εν αιθρία. Όταν ο Γενικός Γραμματέας του ΚΚΕ Δ. Κουτσούμπας, μιλώντας πριν καιρό στη βουλή, την προανήγγειλε, ο Μητσοτάκης «ζούσε στον οίστρο του ασυναγώνιστου» και δεν άκουγε τίποτα. Τώρα που η βουή των τρακτέρ και τα συνθήματα των φοιτητών ακούγονται απ’ άκρη σ’ άκρη της χώρας θα κατάλαβε πως κανείς δεν μπορεί να υποτιμά και να μην υπολογίζει τη δύναμη του λαού…


επικοινωνιστε μαζι μας