Κυριακή 17 Δεκεμβρίου 2023

ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ – ΒΙΩΜΑΤΑ – ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ 4ον Ο,ΤΙ ΘΥΜΑΜΑΙ … Ο στρατός και ο διορισμός. Του Ευαγγέλου Σ. Στάθη

 

Το χωριό μου, το Βαλτινό, είναι κοντά στον Πηνειό ποταμό. Δεν λέω, δεν είναι κανένα μεγάλο και τρανό χωριό. Αυτό όμως δεν με πειράζει, ίσα - ίσα που το αγαπώ κιόλας πιο πολύ. Είμαστε στα ριζά του Κόζιακα, ενός βουνού της οροσειράς της Πίνδου. Μοναδικό γειτονικό βουνό, γιατί τα άλλα, τα βουνά των Αγράφων, είναι αρκετά μακριά.

 Ξέφυγα πολύ από τον σκοπό μου, αλλά το μυαλό μου φταίει που τρέχει αλλού. Αλλά τι να το κάνεις το μυαλό; μπορείς να του βάλεις φρένο; Πάλι λοιπόν στην ιστορία μου.

Όταν υπηρετούσα τη θητεία μου στο στρατό, πέρασα καλά. Δεν έγινα αξιωματικός, αλλά υπηρέτησα ως απλός στρατιώτης. Δεν έγινα λόγω «κοινωνικών  φρονημάτων». Ακούς εκεί, κοινωνικών φρονημάτων;!!

Αλήθεια, πώς μετριόνταν τα φρονήματα αυτά; Ποιος ήξερε να τα αξιολογήσει αυτά; Γιατί κάπου μαγειρεύονταν αυτά. Υπήρχαν τρώϊρα κουκόνια και ζλάπια που έκαναν τέτοιες δουλειές. Αυτοί κατόπιν τα «τροφοδότησαν»  στο Πανεπιστήμιο κι από κει στο στρατό.

Μού κάνανε καλό όμως, άθελά τους, γιατί απολύθηκα γρηγορότερα και διορίστηκα γρηγορότερα.

Καλά, ας τα αφήσουμε αυτά, ασ’ τς κι αυτούς, τους «καλοθελητές», εκεί που βρίσκονται.

Πέρασα λοιπόν καλά και στο στρατό, γιατί ήμουν στρατιώτης πειθαρχημένος και υπάκουος. Εκεί αξιολογήθηκαν και εκτιμήθηκαν τα φρονήματά μου και εκεί αποχαρακτηρίστηκα. Ακούς εκεί τι έκαναν τότε !!!!. Άλλος χαρακτήριζε, άλλος αποχαρακτήριζε! Αποχαρακτηρισμός!!.Τι ήταν κι’ αυτό πάλι!

 Ύστερα ο διορισμός μου στην Εκπαίδευση. Πάλι απ’ την αρχή οι δυσκολίες.


Η μάνα μου, η καημένη, πάλι έτρεξε και δανείστηκε λίγα χρήματα, για να ξεκινήσω, γιατί διορίστηκα εκτός νομού. Δυσκολίες λοιπόν οικονομικές  πάλι, ώσπου να πάρω τον πρώτο μου μισθό.

Είχα όμως πολλή όρεξη για διάβασμα και πολύ μεράκι για διδασκαλία και έτσι πορεύτηκα καλά. Κουράστηκα, βέβαια, πολύ, αλλά με άρεζαν πολύ όλα αυτά, η διδασκαλία, το διάβασμα, τα παιδιά, το λειτούργημα γενικά του δασκάλου. Τα παιδιά τα αγαπούσα και με αγαπούσαν, αλλά ήμουν και πολύ αυστηρός όταν ήθελα να τα συμβουλεύσω. Γιατί «όν θεός φιλεί, παιδεύει». Αγάπησα το αντικείμενο της δουλειάς μου πολύ. Αγάπησα  πολύ τη Φιλολογία. Αν ζούσα ξανά μια ζωή και ξανασπούδαζα, πάλι Φιλολογία θα σπούδαζα. Δόξα τω Θεώ λοιπόν, ευδοκίμησα στην υπηρεσία μου ως καθηγητή και ως παιδαγωγού γενικώς.

Δοξάζω λοιπόν τον Θεό που δώρισε στον άνθρωπο τα γράμματα, για να γράφει στο χαρτί τις αναμνήσεις και τους στεναγμούς του.

Θα μου πείτε γιατί τα γράφω όλα αυτά. Τα γράφω για να θυμούνται και τα δικά τους οι παλιότεροι και να βλέπουν οι νεώτεροι τις συνθήκες ζωής και αγώνων ημών των μεγαλυτέρων. Ο ηλικιωμένος, ο γέρος, ο παππούς, θέλοντας και μη τα θυμάται αυτά, γιατί θέλει να τα διηγείται και στα εγγονάκια του.

Τα θέλουν, τα ζητούν τέτοια τα εγγονάκια. Γιατί και ’γω ευτύχησα να δημιουργήσω καλή οικογένεια, παιδιά, νύφες κι αγγόνια, όλα καλά κι ευτυχισμένα, και βλέπω ότι θέλουν να τα ακούν αυτά.

Καλά, άστα αυτά τώρα, τι τα θες, τι τα ζητάς. Όχι, δεν τα ζητώ εγώ, το μυαλό μου τα κάνει. Βάζεις φρένο στο μυαλό καλοπίχειρα; Δε βάζεις. Άστο να πετάει πέρα δώθε. Να πετάει στα καλά και στα κακά. Έτσι πετάει στα περασμένα το μυαλό του γέρου. Πετάει απ’ το ένα στο άλλο, απ’ το τώρα στο τότε.  

Καλά  κάνει και πετάει. Έτσι ζούμε, έτσι θυμούμαστε τα περασμένα, έτσι διδασκόμαστε από αυτά.

Όλα αυτά λοιπόν μού ήρθαν στο μυαλό μου να τα  θυμηθώ και να τα γράψω. Άλλη φορά περισσότερα…


επικοινωνιστε μαζι μας