Του Χρήστου Χωμενίδη

Το χειρότερο θα είναι οι νοεροί τους υπολογισμοί πόσα
ξοδέψανε σε ιδιαίτερα τα τρία τελευταία χρόνια και πόσα έχουν να πληρώνουν
ακόμα. Και η πίκα τους με τον φιλόλογο που τους είχε διαβεβαιώσει πως θα
πετύχαινες, ο κόσμος να χαλάσει. Νιώθουν -κι ας μην το ομολογούν ούτε στους
εαυτούς τους- σαν να ποντάρανε σε λάθος άλογο. Τα ρίχνουν στον προπονητή, τα
ρίχνουνε στο στάβλο -δηλαδή στο σχολείο- τα ρίχνουν στην ατμόσφαιρα που
επικρατούσε μες στο σπίτι αφότου η μαμά έπιασε τον μπαμπά σχεδόν στα πράσα με
εκείνη τη συνάδελφό του, στους συνεχείς καβγάδες τους οι οποίοι σε αποσπούσαν
απ’ το διάβασμα. Τα ρίχνουνε σε εκείνους κι εν τέλει σε εσένα…
Πώς να τους εξηγήσεις ότι και καθαρόαιμο του ιπποδρόμου να
ήσουν, οι Πανελλαδικές δεν μοιάζουν με κανονική κούρσα; Έχουν τόσο παράλογους
κανόνες, ώστε το μόνο που μετράει ουσιαστικά είναι να φοράς χοντρές παρωπίδες,
να βάζεις το κεφάλι κάτω και να τρέχεις δίχως να σκέφτεσαι τίποτα απολύτως. Στο
μάθημα της Ιστορίας, φερ’ ειπείν, οφείλεις να αποστηθίσεις καμιά τριακοσαριά
σελίδες, με τα «και» και με τα κόμματα τους, ώστε το γραπτό που θα παραδώσεις
να μοιάζει με φωτοτυπία του διδακτικού βιβλίου. Στην Έκθεση, πρέπει να μάθεις
να υποστηρίζεις τις πιο ανόητες απόψεις, ότι το διαδίκτυο απομονώνει δήθεν τους
ανθρώπους, πως τα παιδιά νιώθουν βαριά στους ώμους τους την ευθύνη για τη
σωτηρία του περιβάλλοντος… Πού τους κατέβηκαν όλα ετούτα του Υπουργείου
Παιδείας και των καθηγητών; Τα έχουν δει ποτέ τα παιδιά; Ή καθρεφτίζουν απλώς
στα μάτια των μαθητών τη δική τους αλαζονεία; Τα είχες πει μια μέρα έξαλλη στον
πατέρα σου. «Έτσι λειτουργεί το σύστημα», σου είχε απαντήσει εκείνος, με ένα
ηττημένο μάλλον ύφος. «Μακάρι όταν εσύ μεγαλώσεις να καταφέρεις να τους
αλλάξεις. Για αυτό, για να έχεις δύναμη κι επιρροή, πρέπει να μπεις στο
Πανεπιστήμιο…».