Σάββατο 18 Οκτωβρίου 2025

Η Λευτεριά στα Τρίκαλα – Ο Οκτώβρης του ’44

 

Ήταν οι τελευταίες μέρες του Σεπτέμβρη 1944, κι ένας βαρύς ίσκιος είχε απλωθεί πάνω από τα Τρίκαλα. Οι Γερμανοί και οι ντόπιοι συνεργάτες τους έσφιγγαν ολοένα τον ζυγό: απαγόρευαν κάθε συγκέντρωση, άφηναν τον κόσμο να κυκλοφορεί μόνο λίγες ώρες την ημέρα και τον κρατούσαν κλεισμένο στα σπίτια με την απειλή της εκτέλεσης. Η αγορά ψυχορραγούσε· τα τρόφιμα σπάνιζαν, το χρήμα δεν άξιζε πια τίποτα και ο φόβος είχε φωλιάσει παντού. Κι όμως, πίσω από τις κλειστές πόρτες κάτι σιγόκαιγε. Οι φήμες για τις νίκες του Κόκκινου Στρατού και την απόβαση στη Νορμανδία είχαν φτάσει ως εδώ. «Λευτεριά έρχεται», ψιθύριζαν οι άνθρωποι μεταξύ τους.

Την 17η Οκτώβρη έσκασε η είδηση: οι Γερμανοί ανακοινώνουν γενική απαγόρευση κυκλοφορίας για την επομένη. Κανείς δεν ήξερε ακριβώς τι έρχεται, μα όλοι ένιωθαν πως το καθεστώς της σκλαβιάς έφτανε στο τέλος του. Μόνο που, αυτή τη φορά, το αντιστασιακό κίνημα δεν θα τους άφηνε να φύγουν έτσι απλά. Η Περιφερειακή Επιτροπή του ΚΚΕ είχε ετοιμάσει τα πάντα: ποιος θα κυνηγήσει τους Γερμανούς στην υποχώρηση, ποιος θα αποτρέψει τις καταστροφές, πώς θα μπει ο ΕΛΑΣ στην πόλη, ποιος θα γίνει δήμαρχος. Το όνομα του Νίκου Κλιάφα, δικηγόρου και ατρόμητου αγωνιστή, ξεχώρισε για την ηγεσία του νέου Δήμου.

Ήδη από τις αρχές του μήνα, οι αντάρτες είχαν πιάσει θέσεις γύρω από την πόλη: στο Κάστρο, στο Κουτσόχερο, στο Ζάρκο. Στις 6 Οκτώβρη, μια γερμανική φάλαγγα με εξήντα αυτοκίνητα ξεκίνησε από τα Τρίκαλα, αλλά δεν πήγε μακριά. Έπεσε πρώτα σε ενέδρα στο Κριτσίνι, ύστερα στο Ζάρκο, και διαλύθηκε κυριολεκτικά. Όσοι γλίτωσαν έτρεχαν τρομοκρατημένοι προς τη Λάρισα.

Λίγες μέρες πριν από την αποχώρηση, οι Γερμανοί ετοιμάζονταν να ανατινάξουν την κεντρική σιδερένια γέφυρα του Ληθαίου. Στα ξημερώματα της 18ης Οκτώβρη, αφού πέρασαν τα οχήματά τους, την είχαν ήδη ναρκοθετήσει. Ένας μόνο στρατιώτης έμεινε για να πυροδοτήσει. Αλλά εκείνη την ώρα ξεπρόβαλαν από τις σκιές εφεδροελασίτες που είχαν μείνει κρυμμένοι όλη τη νύχτα. Τον εξουδετέρωσαν και αποσύνδεσαν τις βόμβες. Έτσι, σώθηκε το πιο πολύτιμο πέρασμα της πόλης.

Κι έφτασε η μέρα. Στις 18 Οκτώβρη οι Γερμανοί έφυγαν οριστικά. Ο τελευταίος μοτοσικλετιστής, απομακρυνόμενος, έριξε τρεις τουφεκιές στον αέρα — ένας ήχος που έμοιαζε περισσότερο με αποχαιρετισμό παρά με απειλή. Τότε η πολιτοφυλακή πήρε θέση. Σφράγισε αποθήκες για να μην υπάρξουν λεηλασίες, κατέλαβε τη Διοίκηση Χωροφυλακής και μάζεψε όσους χωροφύλακες επιχείρησαν να ξεγλιστρήσουν.

Το πρωί, ο ΕΛΑΣ μπήκε στην πόλη. Δεν υπήρχε άνθρωπος που να έμεινε στο σπίτι. Γυναίκες έραιναν τους αντάρτες με λουλούδια, παιδιά έτρεχαν πλάι στα λάβαρα, άντρες τους αγκάλιαζαν κλαίγοντας. Οι δρόμοι είχαν στολιστεί με αψίδες και πανιά που έγραφαν «Καλώς τους!» Στην πλατεία Ρήγα Φεραίου μαζεύτηκαν χιλιάδες – είπαν πως ήταν τριάντα χιλιάδες ψυχές μαζί. Από τον εξώστη του «Πανελληνίου» μίλησαν οι εκπρόσωποι του ΕΑΜ και του ΚΚΕ, και το πλήθος ξέσπασε σε ζητωκραυγές.

Εκείνη τη μέρα, στα Τρίκαλα δεν γιορταζόταν μόνο μια στρατιωτική νίκη. Γιορταζόταν η δικαίωση ενός λαού που άντεξε πείνα, φωτιά και αίμα, μα δεν λύγισε. Κι υποσχέθηκε πως, όποτε χρειαστεί, θα σταθεί ξανά όρθιος.

επικοινωνιστε μαζι μας