Κάποτε, στους τοίχους των σχολικών αιθουσών, ανάμεσα
σε πορτρέτα ηρώων και γεωγραφικούς χάρτες της Ελλάδας, υπήρχε κι εκείνος ο
πολύχρωμος, μαγικός κύκλος του χρόνου. Ο χάρτης των εποχών, που μιλούσε στα
παιδιά χωρίς λόγια. Ένα ημερολόγιο ζωής, ζωγραφισμένο με απλότητα, όπου οι
μήνες είχαν πρόσωπο και κάθε εποχή το δικό της φως.
Στον παλιό αυτό χάρτη, ο χρόνος δεν ήταν αφηρημένη
έννοια, ήταν ζωντανός. Είχε χέρια, κρατούσε ένα ρολόι και γύρω του
στροβιλίζονταν τα δώδεκα «παιδιά» του –οι μήνες– καθένας με τις δουλειές, τις
χαρές και τις γιορτές του. Ήταν μια μικρή εγκυκλοπαίδεια της ζωής του τόπου: ο
Δεκέμβρης με τα Χριστούγεννα και τα τζάκια, ο Μάρτης με τους χαρταετούς και την
Ανάσταση, ο Αύγουστος με τα στάχυα και τη θάλασσα, ο Σεπτέμβρης με τα σχολικά
τετράδια και τα τρυγημένα αμπέλια.
Μέσα από τις εικόνες του, τα παιδιά μάθαιναν τους
μήνες και τις γιορτές, καθώς και τον ρυθμό της φύσης και του ανθρώπου. Έβλεπαν
πώς ο χειμώνας έδενε το χωράφι, πώς η άνοιξη ξυπνούσε τη γη, πώς το καλοκαίρι
πρόσφερε καρπούς, και πώς το φθινόπωρο μάζευε τους κόπους όλων. Ήταν ένα μάθημα
οικολογίας πριν ακόμη ειπωθεί η λέξη, μια γνώση εμπειρική, κυκλική, ανθρώπινη.
Τώρα, ο χάρτης αυτός ζει μόνο στις μνήμες, σε πατάρια
σχολείων, σε φωτογραφίες ξεθωριασμένες, ή στα βλέμματα όσων θυμούνται. Μα
όποιος τον αντικρίσει, νιώθει να ξυπνά μέσα του η παιδική βεβαιότητα πως ο
κόσμος είχε κάποτε ρυθμό και νόημα.
Ήταν ο καιρός που οι εποχές είχαν πρόσωπο, που ο
χρόνος είχε καρδιά, και που το σχολείο μας μάθαινε όχι μόνο γράμματα, μα πώς να
ζούμε μέσα στον κύκλο της ζωής.


