-Πασχαλιά
μιθαύρου Κιτσιάρα, του κατάλαβις;
-Θέλου
δε θέλου Σιώκα του κατάλαβα. Λες να μην του κατάλαβα κι να σκουθώ την Πασχαλιάτκα
κι να πάου στα αμπέλι;
-Που
να ξέρου αγαπητέμ, ξέρου γω τί κάντζ ισί.
-Όχι,
είμιστι Χριστιανοί ουρθόδουξι, για όνομα του Θεού.
-Μ΄ άκσις να που ιγώ κάτι τέτοιου;
-Ξέρου
κι γω. Ιδώ γλέπς, έχασάμι τ΄ αυγά κι τα πασχάλια.
-Πείρις
κανά προυκουμένου γκουρμπάνι
-Ιμένα
αγαπητέ μη ξέρς καλά. Γάτα δε βάζου στη φουτιά. Μια φουρά του χρόνου
έρχιτι η Πασχαλιά, η φαμπλιά μαζέβιτι ούλη, του θέλου πιανούμινου. Τί
τσιγκουνιές θα κάνουμι στ΄ αρνί του Πασχαλιάτκου;
-Βρε
μια χαρίτσα κάντζ. Δεν ξέρου ιγώ ότι είσι άρχουντας σ΄ αυτά;
-Αλλά
να σι που τουν πόνουμ, μαύρη Πασχαλιά θα πιράσουμι πάλι φέτους.
-Μπά,
γιατί;
-Να,
έχου μια νυφαδιά που όταν έρχιτι να πιράσουμι ούλοι μαζί την Πασχαλιά
σκουτώνουμέστι.
-Σκουτώνισέστι;
Γιατί, τι έχτι να χουρίστι; Απ΄ όσου
ξέρου την πιριουσία την μοίρασις δίκια σι όλα τα πιδιάς…
-Ά…ααα,
δεν είνι αυτός ου λόγους. Αυτό μια χαρίτσα του δέχθκι. Άλλου είνι του πρόβλημα
αγαπητέ.
-Τί
άλλου να είνι. Μήπους είνι καθουλικιά;
-Όχι,
δεν είνι αυτό.
-Τότι;
Μη μου πεις ότι είνι μουσουλμάνα μη μπούργκα;
-Όχι
βρε αδερφέ, δεν είνι μουσουλμάνα.
-Έ,
τότι, τι στου λύκου είνι;
-Να
σι που τη μαύρη αλήθεια, δεν ξέρου, αν κι σι τι Θιό πιστεύει, άλλου
κουσούρι έχι.
-Άλλου;
-Άλλου,
άλλου.
-Αγαπητέ;
Μουσουλμάνα δεν είνι, καθουλικιά, απ΄ ότι λες, δεν είνι. Έ, τότινις ποιό
είνι του πρόβλημα.
-Άστου,
άμα σι πού, θα σκουθείς να φύγς.
-Φίλτατε,
μη με τρελαίνεις;
-Δε
θέλου να σι τριλάνου αλλά η νυφαδιάμ είνι, λέι χουρτουφάγους.
-Έ
….εεεεε, έμπλιξις φουκαράμ.
-Αν
έμπλιξα λέϊ…ιιι; Η ψυχούλαμ του ξέρι.
-Δηλαδής;