Παρασκευή 6 Ιουνίου 2025

Ξηροί καρποί με μεράκι από το Βαλτινό Τρικάλων

 

Στην καρδιά της Θεσσαλίας, στο Βαλτινό Τρικάλων, γεννήθηκε μια οικοτεχνία με αγάπη για τη γη και τους θησαυρούς της. Η επιχείρηση «Καρποί της Γης», με ιδιοκτήτες τον Μάκη και την Βάσω Βότσιου, δραστηριοποιείται με συνέπεια και μεράκι στην παραγωγή και εμπορία ποιοτικών ξηρών καρπών, προσφέροντας προϊόντα που συνδυάζουν την παράδοση με τη γεύση και τη διατροφική αξία.

Καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου βρίσκονται στις λαϊκές αγορές της Θεσσαλίας, ενώ τους καλοκαιρινούς μήνες θα τους συναντήσετε στους Νέους Πόρους, με ένα χαμόγελο και ένα καλάθι γεμάτο αγνά προϊόντα!

Η γκάμα τους περιλαμβάνει: Φυστίκι αράπικο, Φυστικοβούτυρο, Φουντούκι, Φουντουκοβούτυρο, Αμύγδαλο, Αμυγδαλοβούτυρο, Καρύδι, Αλεύρι καλαμποκιού, Πασατέμπο, Ηλίανθος, Ποπ κορν.

Όλα τα προϊόντα προέρχονται από επιλεγμένες ποικιλίες, επεξεργάζονται με φροντίδα και προσφέρονται φρέσκα, θρεπτικά και γευστικά. Ο βασικός στόχος είναι να φέρνουν στο τραπέζι των πελατών, τους αυθεντικούς καρπούς της ελληνικής γης, όπως ακριβώς τους προσφέρει η φύση.

Ανακαλύψτε τη γεύση, τη φρεσκάδα και την ποιότητα των «Καρπών της Γης» – γιατί η φύση ξέρει, κι εκείνοι την ακούνε.




Οι γιατροί δε ξέρν’ καντίπουτα! (Με τη γλώσσα του τόπου μας)

 

Αγαπημένο αντρόγυνο ήτανε ο Βασίλης με τη γυναίκα του! Παιδιά δεν είχαν, κι όλη τους την αγάπη τη δίνανε ο ένας στον άλλον.
Ο Βασίλης πήγαινε στο καφενείο και καθόταν ως αργά με την παρέα του εκεί. Η γυναίκα του τον καρτερούσε κάθε βράδυ με αγωνία και λαχτάρα, για να αγκαλιαστούνε ύστερα στο κρεβάτι όλη τη νύχτα!

Ένα βράδυ όμως, ο Βασίλης γύρισε νωρίτερα στο σπίτι! Η γυναίκα του παραξενεύτηκε, ανησύχησε κιόλας, και τον ρώτησε:

— Τι έπαθες, ρε Βασίλη, κι ήρθες τόσο γλήγορα; Γιατί δε μιλάς; Έχεις τίποτα πονίδια; Σαν να βήχεις λίγο μού φαίνεται!

— Να, ρε γυναίκα! Πήγα στον γιατρό, γιατί μ’ έπιασε πόνος στον λαιμό κι έβηχα πολύ τώρα το δειλινό, κι μ’ είπε να κόψω τα τσιγάρα! Να τα πετάξω πέρα, μ’ είπε, για να σταματήσω να βήχω!

— Εμ, καλά σ’ είπε, ρε Βασίλη! Να το κόψεις το ρημάδι, δουλειά είναι αυτή; Όλη την ώρα πάφα-πούφα, τι να σου κάνει κι ο λαιμός; Κάτι ξέρουν κι οι γιατροί!

Τα ’κοψε τα τσιγάρα ο Βασίλης, και σταμάτησε να βήχει! Στεναχωριόταν όμως που δεν μπορούσε να τραβήξει τσιγάρο, και το γύρισε στο πιοτό! Δεν πέρασε πολύς καιρός, κι ένα βράδυ γύρισε πάλι νωρίς στο σπίτι, διπλωμένος και στεναχωρημένος! Παραξενεύτηκε και ανησύχησε πάλι η γυναίκα του, και τον ρωτάει:

— Τι έπαθες πάλι, ρε Βασίλη, κι είσαι διπλωμένος; Έχεις πάλι πονίδια; Μήπως σ’ έπιασε σφάχτης; Πες μου, γιατί δε μου λες;

— Να, ρε γυναίκα, με πόνισε λίγο το στομάχι, πήγα στον γιατρό κι μ’ είπε να κόψω το πιοτό!

— Μμμ! Καλά σ’ είπε, ρε Βασίλη! Κάθε βράδυ στα μαγαζιά μέχρι αργά, πίνεις πολύ! Στομάχι είναι κι αυτό, πόσο να αντέξει; Να το κόψεις για να γιάνεις! Κάτι ξέρουν παραπάνω οι γιατροί!

Τι να κάνει κι ο Βασίλης, το ’κοψε και το πιοτό. Πέρασε πάλι λίγος καιρός, κι ένα βράδυ γύρισε νωρίς ο Βασίλης στο σπίτι. Αυτή τη φορά είχε το κεφάλι κατεβασμένο κι ήταν μουτρωμένος, δε μιλούσε καθόλου!

— Τι βάσανο έχεις πάλι, ρε Βασίλη; Γιατί δε μιλάς; Γιατί δε μου λες, ρε; Θα με σκάσεις!

Με τα πολλά λέει ο Βασίλης:

— Να, ρε γυναίκα, είχα κάτι αντράλες προχτές, κι πήγα στον γιατρό! Μ’ εξέτασε κι μ’ είπε να κόψω και τ’ άλλο!

— Ποιο άλλο πάλι, ρε Βασίλη;

— Να μωρέ… αυτή τη δουλειά που κάνουμε τα μεσημέρια και τα βράδια στο κρεβάτι, ξέρεις εσύ!

— Α ρε τώρααα!!! Κοίτα τη δουλειά σ’ εσύ! Εσύ νομίζεις πως τα ξέρουν όλα οι γιατροί! Τη στραβομάρα τους την κακιά ξέρουν κι αυτοί!

 


επικοινωνιστε μαζι μας