Παρασκευή 6 Ιουνίου 2025

Οι γιατροί δε ξέρν’ καντίπουτα! (Με τη γλώσσα του τόπου μας)

 

Αγαπημένο αντρόγυνο ήτανε ο Βασίλης με τη γυναίκα του! Παιδιά δεν είχαν, κι όλη τους την αγάπη τη δίνανε ο ένας στον άλλον.
Ο Βασίλης πήγαινε στο καφενείο και καθόταν ως αργά με την παρέα του εκεί. Η γυναίκα του τον καρτερούσε κάθε βράδυ με αγωνία και λαχτάρα, για να αγκαλιαστούνε ύστερα στο κρεβάτι όλη τη νύχτα!

Ένα βράδυ όμως, ο Βασίλης γύρισε νωρίτερα στο σπίτι! Η γυναίκα του παραξενεύτηκε, ανησύχησε κιόλας, και τον ρώτησε:

— Τι έπαθες, ρε Βασίλη, κι ήρθες τόσο γλήγορα; Γιατί δε μιλάς; Έχεις τίποτα πονίδια; Σαν να βήχεις λίγο μού φαίνεται!

— Να, ρε γυναίκα! Πήγα στον γιατρό, γιατί μ’ έπιασε πόνος στον λαιμό κι έβηχα πολύ τώρα το δειλινό, κι μ’ είπε να κόψω τα τσιγάρα! Να τα πετάξω πέρα, μ’ είπε, για να σταματήσω να βήχω!

— Εμ, καλά σ’ είπε, ρε Βασίλη! Να το κόψεις το ρημάδι, δουλειά είναι αυτή; Όλη την ώρα πάφα-πούφα, τι να σου κάνει κι ο λαιμός; Κάτι ξέρουν κι οι γιατροί!

Τα ’κοψε τα τσιγάρα ο Βασίλης, και σταμάτησε να βήχει! Στεναχωριόταν όμως που δεν μπορούσε να τραβήξει τσιγάρο, και το γύρισε στο πιοτό! Δεν πέρασε πολύς καιρός, κι ένα βράδυ γύρισε πάλι νωρίς στο σπίτι, διπλωμένος και στεναχωρημένος! Παραξενεύτηκε και ανησύχησε πάλι η γυναίκα του, και τον ρωτάει:

— Τι έπαθες πάλι, ρε Βασίλη, κι είσαι διπλωμένος; Έχεις πάλι πονίδια; Μήπως σ’ έπιασε σφάχτης; Πες μου, γιατί δε μου λες;

— Να, ρε γυναίκα, με πόνισε λίγο το στομάχι, πήγα στον γιατρό κι μ’ είπε να κόψω το πιοτό!

— Μμμ! Καλά σ’ είπε, ρε Βασίλη! Κάθε βράδυ στα μαγαζιά μέχρι αργά, πίνεις πολύ! Στομάχι είναι κι αυτό, πόσο να αντέξει; Να το κόψεις για να γιάνεις! Κάτι ξέρουν παραπάνω οι γιατροί!

Τι να κάνει κι ο Βασίλης, το ’κοψε και το πιοτό. Πέρασε πάλι λίγος καιρός, κι ένα βράδυ γύρισε νωρίς ο Βασίλης στο σπίτι. Αυτή τη φορά είχε το κεφάλι κατεβασμένο κι ήταν μουτρωμένος, δε μιλούσε καθόλου!

— Τι βάσανο έχεις πάλι, ρε Βασίλη; Γιατί δε μιλάς; Γιατί δε μου λες, ρε; Θα με σκάσεις!

Με τα πολλά λέει ο Βασίλης:

— Να, ρε γυναίκα, είχα κάτι αντράλες προχτές, κι πήγα στον γιατρό! Μ’ εξέτασε κι μ’ είπε να κόψω και τ’ άλλο!

— Ποιο άλλο πάλι, ρε Βασίλη;

— Να μωρέ… αυτή τη δουλειά που κάνουμε τα μεσημέρια και τα βράδια στο κρεβάτι, ξέρεις εσύ!

— Α ρε τώρααα!!! Κοίτα τη δουλειά σ’ εσύ! Εσύ νομίζεις πως τα ξέρουν όλα οι γιατροί! Τη στραβομάρα τους την κακιά ξέρουν κι αυτοί!

 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

επικοινωνιστε μαζι μας