Ο
Δημήτρης ήταν ένα ήσυχο παιδί, με μάτια γεμάτα περιέργεια και μία καρδιά που
πάντα χτυπούσε δυνατά όταν ερχόταν η ώρα να πάει στο σχολείο. Κάθε πρωί, με την
τσάντα του γεμάτη βιβλία και όνειρα για την καινούργια μέρα, διάβαινε την αυλή
του σχολείου με ένα ελαφρύ βήμα. Αλλά υπήρχε κάτι που πάντα τον έκανε να νιώθει
άβολα: το μάθημα των μαθηματικών.
Η
δασκάλα, η κυρία Αλίκη, ήταν αυστηρή και απαιτητική. Δεν είχε καμιά ανοχή για
λάθη και συχνά μιλούσε με αυστηρό τόνο όταν κάποιος δεν καταλάβαινε κάτι
αμέσως. Ο Δημήτρης, παρόλο που προσπαθούσε, δεν μπορούσε να καταφέρει με την
ίδια ευκολία τις μαθηματικές πράξεις όπως οι άλλοι μαθητές. Τα νούμερα και οι πράξεις
του φαινόταν να χορεύουν μπροστά του, σαν να μην είχαν καμιά λογική σειρά.
Ένα
πρωί κατά τη διάρκεια ενός τεστ, ο Δημήτρης βίωσε την πιο οδυνηρή εμπειρία του
στο σχολείο. Η κυρία Αλίκη γύρισε την κόλλα του τεστ και του έδειξε το ρολόι
της. «Έκανες τόσα λάθη, Δημήτρη. Είσαι σίγουρος ότι προσπάθησες;» του είπε με
σφιγμένα χείλη. Η φωνή της ήταν ήρεμη, αλλά η απογοήτευση που ένιωσε ήταν
έντονη. Ο Δημήτρης κοίταξε την κόλλα του, γεμάτη λάθη, και ένιωσε το βάρος της
αποτυχίας να τον καταπλακώνει.
Καθώς
το μάθημα προχωρούσε, ένιωθε τα βλέμματα των συμμαθητών του να τον
παρακολουθούν. Κάποιοι γελούσαν σιγανά, άλλοι τον κοίταζαν με λύπηση. Όλα αυτά
τον έκαναν να αισθάνεται μικρός και αδύναμος. Είχε προσπαθήσει, αλλά το
αποτέλεσμα δεν ήταν αρκετό. Η καρδιά του χτυπούσε πιο δυνατά καθώς τα δάκρυα
συγκρατούνταν στα μάτια του.
Η
ώρα του διαλείμματος ήρθε και όλοι τρέξανε στην αυλή, αλλά ο Δημήτρης έμεινε
πίσω. Καθόταν μόνος του σε μια γωνιά της τάξης, προσπαθώντας να καταλάβει γιατί
όλα ήταν τόσο δύσκολα για αυτόν. Η δασκάλα μπήκε στην αίθουσα και βλέποντάς τον
μόνο του, πλησίασε αργά.
«Δημήτρη,
γιατί δεν βγήκες με τα άλλα παιδιά;» τον ρώτησε ήρεμα, χωρίς καμιά απολύτως
απογοήτευση στη φωνή της.
«Δεν
τα κατάφερα, κυρία Αλίκη,» ψιθύρισε, «και αυτό με πονάει.»
Η
κυρία Αλίκη κάθισε δίπλα του και για πρώτη φορά του μίλησε με μια ζεστασιά που
δεν είχε ξαναδεί. «Ξέρεις, Δημήτρη το λάθος δεν είναι το τέλος. Είναι η αρχή
για κάτι καλύτερο. Όλοι κάνουν λάθη και αυτό είναι φυσικό. Δεν θα σταματήσουμε
να προσπαθούμε, ακόμα κι αν δεν καταφέρουμε κάτι με την πρώτη.»
Ο
Δημήτρης την κοίταξε με μάτια γεμάτα αμφιβολία, αλλά κάτι στη φωνή της του
έδωσε ελπίδα. «Αλήθεια;» ρώτησε με μικρή δόση αμφιβολίας.
«Αλήθεια,»
απάντησε η κυρία Αλίκη με ένα ζεστό χαμόγελο. «Κι αν χρειαστεί να προσπαθήσουμε
ξανά και ξανά, τότε ας το κάνουμε. Δεν πειράζει αν είναι δύσκολο. Η πρόοδος
έρχεται με τον χρόνο και τη συνέχεια.»
Αυτή
η απλή κουβέντα, εκείνη τη στιγμή, έκανε τον Δημήτρη να νιώσει ότι δεν ήταν
μόνος στον αγώνα του. Δεν ήταν η αποτυχία του που τον καθόριζε, αλλά η
αποφασιστικότητα του να μην τα παρατήσει. Από εκείνη τη μέρα, τα μαθηματικά έγιναν
λιγότερο τρομακτικά. Έμαθε να βλέπει τα λάθη ως ευκαιρίες και όχι ως αποτυχίες.
Και κάθε φορά που έκανε ένα λάθος θυμόταν τα λόγια της κυρίας Αλίκης: «Το λάθος
είναι μόνο η αρχή».
Δ.Τ.