Ήταν
6 Αυγούστου του 1943, μια ήρεμη καλοκαιρινή ημέρα στο Βαλτινό, την ημέρα της
Μεταμόρφωσης του Σωτήρος, όταν ο Δημήτρης αποφάσισε να πάει να μαζέψει τα
δίχτυα από τον Ανάποδο, το ποτάμι που διέρχεται έξω από το χωριό.
Η ζέστη είχε
τυλίξει τον κάμπο, και το νερό του Παλιοπόταμου έτρεχε ήρεμα, κυλώντας πάνω σε
βότσαλα, μικρές πέτρες, άμμο και ραγάζια, δημιουργώντας μία απαλή μελωδία που ανακάτευε
τη σιωπή του πρωινού.
Ο
Δημήτρης, ένας σαραντάχρονος βιοπαλαιστής, ήταν παντρεμένος με την Χαρίκλεια
και είχε πέντε παιδιά. Ήταν γεμάτος ζωή και όνειρα, και συνήθιζε να πηγαίνει
στο ποτάμι για ψάρεμα. Άλλες φορές πήγαινε στο ποτάμι, μόνο και μόνο, για να
αναζητήσει στιγμές ηρεμίας και να βυθιστεί στις σκέψεις του.
Εκείνη
την ημέρα όμως, κάτι ήταν διαφορετικό. Το ποτάμι του φαινόταν πιο επικίνδυνο
από ποτέ. Η βροχή που είχε πέσει πριν από λίγες ημέρες είχε κάνει τα νερά να
φουσκώσουν και να τρέχουν με μεγαλύτερη ταχύτητα από ό,τι συνήθως.
Η
περιέργεια τον είχε παρασύρει. «Ας δοκιμάσω να βγάλω τα δίχτυα», σκέφτηκε «δεν
είναι και τόσο δύσκολο». Χωρίς να το σκεφθεί πολύ, έβγαλε τα παπούτσια του και
μπήκε στο νερό. Η αίσθηση του δροσερού ποταμιού στα πόδια του ήταν
αναζωογονητική και με κάθε βήμα προχωρούσε όλο και πιο μέσα παρασυρμένος από τη
ροή του.
Ενώ
η κίνηση του νερού γινόταν πιο δυναμική και τα κύματα πιο έντονα, ο Δημήτρης,
αν και ένιωθε ότι είχε περάσει το όριο της ασφάλειας, συνέχισε να προχωρά. Η
καρδιά του χτυπούσε πιο γρήγορα, όχι από φόβο αλλά από την αίσθηση της δύναμης
του ποταμού, που τον καλούσε να τον ακολουθήσει. Τα πόδια του, όμως, άρχισαν να
μπλέκονται σε κάποιες ρίζες του ποταμού και το νερό τον τραβούσε όλο και πιο
βαθιά.
Προσπάθησε να κολυμπήσει αλλά μάταια. Το νερό είχε ήδη κυριεύσει το σώμα του, και η
δύναμη της ροής τον έσπρωχνε με μανία προς τον βυθό. Ο Δημήτρης με όλα τα
αποθέματα της δύναμης του, πάλεψε για λίγο, αλλά σύντομα το σώμα του παραδόθηκε
στην αμείλικτη δύναμη του ποταμού. Το θρόισμα του νερού ήταν το μόνο που
ακούγονταν. Στο τέλος, η επιφανειακή μάχη είχε τελειώσει.
Ο
Δημήτρης, αν και ήταν η ημέρα του Σωτήρος, δεν κατάφερε να σωθεί. Χάθηκε, και
το ποτάμι συνέχισε την πορεία του αδιάφορο, όπως πάντα. Ο κόσμος γύρω του
παρέμεινε αμετάβλητος ενώ η ζωή στο χωριό δεν σταμάτησε όπως δεν σταματά ποτέ
και το ποτάμι.
Κι
έτσι ο Δημήτρης έγινε μέρος του ποταμού, καθώς το σημείο εκείνο ονομάστηκε «κλούρι του Καλύβα» ως μια αθόρυβη αναφορά σε μια ζωή που
έσβησε πριν την ώρα της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου