Πέμπτη 4 Οκτωβρίου 2018

Οδοιπορικό στη «Παλαιοκαρυά»



Είπα, φθινοπωριάτικα, να ξορκίσω τη μοναξιά μου και τράβηξα για τα ορεινά χωριά. Στο δρόμο μου συνάντησα θεόρατα βουνά, βαθιές ρεματιές, πέτρινα γεφύρια και τρεχούμενα νερά, που σχημάτιζαν μικρούς καταρράκτες. Είδα, το σκηνικό να μεταμορφώνεται διαρκώς και τοπία απείρου κάλλους να παίζουν με τα σχήματα και τα χρώματα. Μα, όσο προχωρούσα, άλλο τόσο αυτή η ομορφιά με τραβούσε σαν μαγνήτης. Ώσπου, ο φιδωτός δρόμος μ’ έφερε στην Άνω Παλαιοκαρυά. Τόπος απόκοσμος και λησμονημένος, που σαγηνεύει ψυχές. Γιατί, ό,τι υπάρχει εδώ είναι αυθεντικό και φτιαγμένο από σπάνιο κράμα. Έκανα μια στάση στην άκρη του ανηφορικού δρόμου και δέχθηκα τα καλωσορίσματα του φρέσκου αέρα από την Γκρόπα και τον Καραβασαρά.
Στην είσοδο του μοναδικού καφενείου, συνάντησα τον 95χρονο καφεπαντοπώλη, Στέφανο Γώγο. Μια ανοιχτή και φιλόξενη καρδιά, που όλη η ζωή του κύλισε στη ζεστή φωλιά τού μαγαζιού του. Τα πόδια του σέρνονται από το φορτίο των χρόνων. Αλλά, στο ράφι του μυαλού του υπάρχει ένα ογκώδες βιβλίο, που ξεφυλλίζει από αναμνήσεις. Μιλούσε αδιάκοπα για τη ζωή του, για τα γεγονότα που σημάδεψαν το χωριό, για το μαγαζί και τους θαμώνες και για το παλιό χάνι του πατέρα του, που λειτούργησε από το 1908. Ήταν αυτή η κουβέντα μας, ένα ταξίδι στη θύμηση κι ένα μάθημα ιστορίας. Μπροστά από αυτό το χάνι περνούσε ο παλιός δρόμος που ανηφόριζε την κακοτράχαλη Γκρόπα. Ένας δρόμος που έσφυζε από ζωή κι από περιπέτειες. Και το χάνι του Γώγου, ήταν για τους ταξιδιώτες των ορεινών χωριών ένα θαυμάσιο καταφύγιο ανάπαυλας. 



Ωστόσο, κάθε περιήγηση κρύβει συνήθως και ενδιαφέροντα ιστορικά στοιχεία. Όσο αφορά το χάνι του Γώγου, η λειτουργία του μαρτυρείται και πριν από το 1908 (ίσως, τότε χτίστηκε το υπάρχον οίκημα). 

Την πληροφορία αυτή αντλούμε από τον Χρήστο Χρηστοβασίλη που επιτελούσε χρέη διοικητικού αντιπροσώπου. Ο Χριστοβασίλης, τον Γενάρη του 1891 πέρασε από την Παλαιοκαρυά, με σκοπό να μεταβεί στη Βιτσίστα (Μεσοχώρα). Γράφει στις οδοιπορικές του σημειώσεις: «Εἰς τό ἄκρον τῆς Ἄνω Παληοκαρυᾶς ὑπάρχει ξενών συγκείμενος ἐξ ἑνός ἰσογείου δωματίου, τοῦ ὁποίου ἡ μία πλευρά εἶναι πεφραγμένη διά σανίδων, χρησιμεύουσα ὡς παντοπωλεῖον τοῦ χωρίου. Τον ξενῶνα τοῦτον διεθύνει ἓνας λαμπρός ἄνθρωπος, κάτοικος τῆς Ἄνω Παληοκαρυᾶς, Βασίλειος Γῶγος καλούμενος, ὁ ὁποίος μόλις μᾶς εἶδε ἤναψε φοβεράν πυράν, ἤτις καί μόνη μᾶς εἶναι ἀναγκαία ἐκείνην τήν στιγμήν. Ὁ Βασίλειος Γῶγος εἶναι περιποιητικώτατος ἄνθρωπος καί ἡ ὓπαρξις τοῦ ξενῶνος του εἶναι φιλάνθρωπον ἐνδιαίτημα ἐν καιρῷ χειμῶνος, ἔνθα πάς τις δύναται νά εὔρη τροφήν, στέγην καί φοβεράν μάλιστα στέγην, καί φωτίαν, ἄνευ τῶν ὁποίων πολλοί ἤθελον εὓρει τόν θάνατον ἐντός τῶν χιόνων».
Αφού, ξόρκισα τη μοναξιά μου με την πιο ζεστή συντροφιά, πήρα τον δρόμο της επιστροφής. Αποχαιρέτησα ανθρώπους και βουνά. Έφυγα με τις ωραιότερες εντυπώσεις και γεμάτος από μοναδικές εμπειρίες.


(Βασίλης Πανάγος, οδοιπορικά 2018)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

επικοινωνιστε μαζι μας