Παρασκευή 14 Σεπτεμβρίου 2018

Χαλβάς Φαρσάλων




Κάθε Σεπτέμβρη ακούω τα μαχαίρια να χτυπάν τα ταψιά του χαλβά μες τη νύχτα. Φτάνουν ως τη βεράντα μου, μαζί με τον γύρο του θανάτου. "Ξεκινάει στα Τρίκαλα Λιάκομ το παζάρι, πάμε να πουλήσουμε κανα δυό σκουτιά". Τώρα βέβαια αγοράζουν "τρεις κυλότες πέντε ευρώ" Όλα άλλαξαν, άλλαξε και το παζάρι. Έχω χρόνια να πάω, αλλά από εκεί πήρα στα δέκα επτά, τους Άθλιους του Βίκτωρος Ουγκό. Δυό τεράστιοι δερματόδετοι τόμοι. Τότε είχα δυνατά χέρια, τώρα μόνο σε αναλόγιο θα τους διάβαζα. Παραδίπλα κάποιος είχε μια άδεια χαρτόκουτα και φώναζε: "ότι πάρεις μια δραχμή". Συνωστισμός. Τότε το παζάρι ήταν το γεγονός της χρονιάς. Η μάνα μου αγόραζε τραπεζομάντηλα. Ο πατέρας μου κατσαβίδια. Φαντάζομαι πως και τώρα θα έχει κατσαβίδια και τραπεζομάντηλα. Τότε είχε και κομπινεζόν, τώρα αποκλείεται. Τσίκνα, πολύ τσίκνα από σουβλάκια και λουκάνικα. Ευτυχώς που υπάρχει το παζάρι, τέτοια λουκάνικα δεν έχει αλλού. Φέτος ίσως πάω, θέλω να ανέβω στα συγκρουόμενα, διαισθάνομαι μία τάση σύγκρουσης.
Την Πέμπτη αρχίζει το παζάρι, αλλά ο χαλβάς ψήνεται από τώρα. Υπάρχει μια χαλβαδοποιία κοντά στο σπίτι και η μυρωδιά του φτάνει ως εδώ. Κάθε μέρα, όλο το χρόνο. Αυτή τη μυρωδιά ήθελα να περιγράψω απόψε, κι αν έγραφα έκθεση στο σχολείο θα ήμουν εκτός θέματος. Βέβαια πάντα ήμουν και είμαι εκτός θέματος, κάτι σαν παραγγελιά μου φαίνονταν η έκθεση. Πάλι εκτός είμαι. Το θέμα μου είναι η μυρωδιά του χαλβά την ώρα που ψήνεται. Πως να την περιγράψεις όμως; Καμία οσμή δεν περιγράφεται, μόνο βιώνεται. Αν δεν ζήσεις, όση θεωρία και να γεμίσεις τον κουμπαρά σου, εικασία θα μείνει.
Απόψε δεν μπορώ να γράψω με κάποια συνοχή της σκέψης. Φταίει αυτή η μυρωδιά του χαλβά που επικάλυψε ότι πήγα να συρράψω. Ίσως και τα αεροπλάνα που αναβοσβήνουν στην ουράνια διαδρομή τους. Κι εγώ ακίνητος, αιχμάλωτος του χαλβά Φαρσάλων.

Κωστής Ταξιδεύων

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

επικοινωνιστε μαζι μας