Σε
αυτή τη φωτογραφία τέσσερις μορφές στέκονται ενωμένες, σαν μια οικογενειακή
σφραγίδα απέναντι στον ορίζοντα.
Ο
πατέρας, ο Γιώργος, κρατάει σφιχτά στην αγκαλιά του τα τρία του παιδιά – Τον
Λάμπρο, τον Κώστα και την Μαρία – τρίδυμα, πια στην τρίτη δεκαετία της ζωής τους,
κι όμως ακόμη παιδιά για εκείνον.
Η
κόρη ξεχωρίζει στο προσκήνιο με το κόκκινο πανωφόρι της – ένα έντονο, ζεστό χρώμα
που φέρνει μια αίσθηση ζωής και εσωτερικής φλόγας μέσα στο γαλάζιο και το γκρι
του ουρανού και της θάλασσας. Στέκει κοντά στον πατέρα της, με ένα χαμόγελο μισό,
σχεδόν συγκρατημένο, σαν να παλεύει ανάμεσα στη συγκίνηση και τη δύναμη που
απαιτεί η στιγμή.
Ο
πατέρας, δίπλα της με το ίδιο σπασμένο χαμόγελο, είναι η στήλη που τους ενώνει.
Στο βλέμμα του καθρεφτίζεται η υπερηφάνεια, η κόπωση της διαδρομής, μα και μια
βαθιά γαλήνη. Τα χέρια του απλώνονται σαν προστατευτικός θόλος γύρω από τα
παιδιά του, κι ας είναι πια ενήλικοι – θα είναι πάντα το κέντρο τους.
Τα
δυο αγόρια, ντυμένα σπορ πιο λιτά, στέκουν αμφότερα με σοβαρότητα. Ίσως είναι μια
έκφραση σεβασμού προς τον πατέρα, ή ένα αίσθημα συλλογισμού, σαν να σκέφτονται
κάτι που δεν ειπώθηκε, μα είναι παρόν. Η στάση τους σταθερή, χωρίς επιτήδευση,
σαν να δείχνει ότι ο δεσμός αυτός είναι αυτονόητος, βαθύς, χωρίς λόγια.
Πίσω
τους ο ορίζοντας απλώνεται πάνω από τη θάλασσα του Λαυρίου – απέραντος,
ανοιχτός, όπως κι ο χρόνος που έρχεται.
Η
φύση δεν κραυγάζει εδώ, μα συνοδεύει διακριτικά
την ανθρώπινη ιστορία. Ίσως είναι αναμνηστική φωτογραφία. Ίσως μια αυθόρμητη
στιγμή, αλλά στον φακό παγιδεύτηκε κάτι πιο βαθύ: η διαχρονική δύναμη της
οικογένειας, η παρουσία του πατέρα ως ρίζα (ργιώτης) και των παιδιών ως κλώνων που άνθισαν,
ο καθένας διαφορετικά, μα από τον ίδιο κορμό.
Η
φωτογραφία αν και στατική, αφήνει μια αίσθηση κίνησης: της ζωής που προχώρησε,
των ρόλων που άλλαξαν, αλλά και της αγάπης που επιμένει, αθόρυβα και δυνατά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου