Τετάρτη 12 Νοεμβρίου 2025

Υπαρξιακές αναζητήσεις – Του Δημήτρη Τσιγάρα

 Διάλογος μεταξύ Ανθρώπου και Θεού

Κάπου ανάμεσα στη σιωπή και στο άπειρο, ένας άνθρωπος υψώνει τη φωνή του προς τον ουρανό, όχι για να αμφισβητήσει, αλλά για να καταλάβει.
Και τότε… η σιωπή απαντά.

Άνθρωπος: Δεν θυμάμαι να υπέγραψα πουθενά το συμβόλαιο της ύπαρξης. Δεν με ρώτησε κανείς αν αποδέχομαι τους όρους. Κι όμως… ξύπνησα μέσα στο θαύμα και στην πληγή. «Θεέ μου, εγώ δεν σου ζήτησα ποτέ να γεννηθώ. Γιατί με καταδικάζεις να πεθάνω»;

Θεός: Κι αν δεν ήταν συμβόλαιο, αλλά πρόσκληση που έφτασε χωρίς ταχυδρόμο; Ανάθεση κι όχι συμφωνία. Εμπιστοσύνη κι όχι επιλογή.

Άνθρωπος: Ανάθεση; Εμπιστοσύνη; Χωρίς εγχειρίδιο, χωρίς οδηγίες, μόνο με τον πόνο για πυξίδα;

Θεός: Ο πόνος δεν δόθηκε για να σε οδηγεί, αλλά για να σε αφυπνίζει. Δεν σου δόθηκε για να τον υπηρετείς, αλλά για να μάθεις ότι δεν είσαι φτιαγμένος από αδιαφορία. Και η απώλεια… δεν υπάρχει για να σε αδειάζει, αλλά για να σε διδάσκει να αγαπάς χωρίς να κατέχεις.

Άνθρωπος: Κι ο θάνατος; Αν δεν είναι τιμωρία, τότε τι είναι;

Θεός: Η τελευταία σελίδα ενός βιβλίου που δεν έγραψες εσύ μα καλείσαι να το νοηματοδοτήσεις. Δεν είναι τέλος, αλλά υπογραφή. Δεν είναι ακύρωση, αλλά σφράγισμα.

Άνθρωπος: Άρα η ζωή είναι ένα «γιατί» που μου δόθηκε άλυτο;

Θεός: Κι εσύ καλείσαι να το μετατρέψεις σε «πώς». Όχι πώς να ξεφύγεις απ’ το αναπόφευκτο, αλλά πώς να το κατοικήσεις χωρίς να μικρύνει η ψυχή σου.

Άνθρωπος: Τότε γιατί με πληγώνει τόσο η σκέψη του τέλους;

Θεός: Δεν σε πληγώνει ο θάνατος. Σε πληγώνει ο φόβος ότι μπορεί να έζησες χωρίς να γεννηθείς πραγματικά. Ότι πέρασες από τον κόσμο σαν φιλοξενούμενος, όχι σαν δημιουργός θαύματος.

Άνθρωπος: Κι όταν σωπαίνεις; Όταν δεν απαντάς στις κραυγές μου;

Θεός: Δεν σωπαίνω επειδή δεν ακούω. Σωπαίνω επειδή η απάντηση δεν είναι φράση. Είναι διαδρομή. Δεν διδάσκεται, διανύεται.

Άνθρωπος: Άρα… δεν μου ζητήθηκε να γεννηθώ, αλλά αφού βρέθηκα εδώ, μου δωρίστηκε η ευθύνη να υπάρξω;

Θεός: Σου παραδόθηκε μια ιερή ελευθερία: να δώσεις δικό σου λόγο στην ύπαρξη. Να δικαιώσεις το απροειδοποίητο γεγονός της ζωής σου. Κανείς δεν σου ζήτησε άδεια για το πρώτο σου βήμα. Μα όλα τα υπόλοιπα… είναι δικά σου.

Άνθρωπος: Κι ο θάνατος; Θα είναι πάντα ο τοίχος στο τέρμα του δρόμου;

Θεός: Όχι. Θα είναι η πόρτα από όπου εξέρχεται μόνο ό,τι έχει ολοκληρωθεί. Όχι ό,τι έπαψε, αλλά ό,τι άνθισε ως εκεί που άντεχε η ανθρώπινη φύση του.

Άνθρωπος: Επομένως, δεν με καταδίκασες να πεθάνω…

Θεός: Σε εμπιστεύτηκα να ζήσεις. Γιατί μόνο ό,τι είναι θνητό γίνεται ακριβό. Μόνο ό,τι τελειώνει μπορεί να δοξαστεί. Και μόνο μια ζωή με τέλος μπορεί να σταθεί απέναντί Μου χωρίς παράπονο, μα με πληρότητα.

Άνθρωπος (χαμηλώνοντας τη φωνή, σαν προσευχή που επιτέλους συμφιλιώθηκε με τον άνεμο): Δεν σου ζήτησα να γεννηθώ… μα σε ευχαριστώ που μου έμαθες πώς να υπάρχω.

Θεός: Και αυτό είναι το μόνο συμβόλαιο που έχει ανάγκη η αιωνιότητα.

 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

επικοινωνιστε μαζι μας