Κυριακή 23 Σεπτεμβρίου 2018

Σαββατόβραδο



Έπρεπε να φύγουμε, μικρές πρωινές ώρες κάποιου παλιού Σαββατόβραδου. Η ορχήστρα της ταβέρνας έπαιζε το " Σ' αγαπώ γιατί είσαι ωραία". Λίγο ακόμα ρε παιδιά, πάνω στην καλύτερη ώρα θα φύγουμε; Έτσι γινόταν πάντα εκείνη τη χρονιά, όλη η παρέα είχε μικρά παιδιά. Κλέβαμε ώρες!
Όταν φορούσαν τα παλτά τους τον είχε παρασύρει το ρέμα του Τσιτσάνη. Ακολούθησε την παρέα με κόκκινο κρασί στο αίμα και στην καρδιά. Με άλλη ήταν και άλλη είχε στο μυαλό του. Τι κατάρα κι αυτή.
Όταν βγήκαν απ' την ταβέρνα ακουγόταν ακόμα οι λυγμοί του " Αλλοίμονο σ' αυτούς που δεν αγάπησαν, ζωή την ομορφιά σου δεν γνωρίσανε" μες το πυκνό χιόνι που έπεφτε. Μ' ένα σάλτο ανέβηκε πάνω στην καρότσα ενός αγροτικού και έριξε την πρώτη στροφή στο απάτητο χιόνι. Η παρέα από κάτω σιγοντάριζε τη σκηνή με παλαμάκια και τραγούδι. Στη δεύτερη πετούσε στα ουράνια. Στην τρίτη έγινε το κακό, τσακίστηκε η σπονδυλική του στήλη. Από τότε ζούσε χαμογελαστός πάνω στο αναπηρικό καροτσάκι. Καμία χειρουργική επέμβαση δεν τον έκανε να περπατήσει ξανά.
Μείναμε φίλοι, η παρέα κατά καιρούς χανόταν, αλλά πάντα βρισκόταν. Μεσολάβησαν πολλά. Ο Στέφανος ζούσε μέσα απ' τα βιβλία, αλλά και την αγάπη όλων μας.
Είχαμε πάνω από μήνα να βρεθούμε.
Τον συνάντησα χθες το βράδυ, να περπατάει αγκαλιά με την Όλγα, δίπλα στο ποτάμι.
Δεν πίστευα τη σκηνή που έβλεπα. Ο Στέφανος περπατούσε ξανά, η Όλγα έλαμπε. Είχα κάτι χρόνια να τη δω, από τότε που έφυγε στον Καναδά.
Γύρισε πίσω. Όταν συνάντησε τον Στέφανο, αυτός σηκώθηκε, την αγκάλιασε, ένα φιλί στο στόμα που κράτησε έναν αιώνα, μια εξομολόγηση κι ένα θαύμα. Ή μάλλον δυο θαύματα!

Του Κωστή ταξιδεύων

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

επικοινωνιστε μαζι μας