Ο
μπαρμπα-Γιάννης ο κανατάς υπήρξε ένας περιβόητος και ιδιόρρυθμος τύπος, που
έζησε στην Αθήνα την εικοσαετία 1860 - 1880.
Ήταν
πλανόδιος πωλητής κανατιών και κατοικούσε στην Πλάκα (συνοικία Σκαγιάννη), επί
της οδού Υπερείδου, σε ένα δωματιάκι. Στην αυλή του σπιτιού υπήρχε στάβλος,
όπου άφηνε τον ξανθοκόκκινο γάιδαρό του. Εκεί στην αυλή τοποθετούσε επίσης, το
ένα δίπλα στο άλλο, τα αιγινίτικα κανάτια όπως και άλλα προϊόντα
αγγειοπλαστικής.
Από το πρωί ο μπαρμπα-Γιάννης γύριζε στους αθηναϊκούς δρόμους και διαλαλούσε την πραμάτεια του. Εκείνο όμως που τον έκανε διάσημο ήταν το γεγονός ότι, ενώ όλες τις μέρες της εβδομάδας τριγυρνούσε στην πόλη φορώντας βρόμικα ρούχα και έχοντας στο κεφάλι του χειμώνα καλοκαίρι ένα αχυρένιο σιφνέικο καπέλο, τις Κυριακές και τις γιορτινές μέρες έκανε την εμφάνιση του ντυμένος στην τελευταία λέξη της μόδας...
Ο μπαρμπα-Γιάννης ήταν ψηλός, ευλύγιστος, ξανθός, με παχύ μουστάκι, γαλανά μάτια και μεγαλόπρεπη εμφάνιση. Φορούσε ρεντιγκότα, ριγωτό παντελόνι, γυαλισμένα παπούτσια, γιλέκο γαρνιρισμένο με λουλούδια, χρυσή αλυσίδα ρολογιού και ψηλό καπέλο, ενώ στους ώμους έριχνε ένα σάλι κατά τρόπο ισπανικό…
Τις Κυριακές μετά τη λειτουργία έβγαινε από την εκκλησία σαν Άγγλος αριστοκράτης. Κατόπιν πήγαινε στο καφενείο «η ωραία Ελλάς» ή στο «Σολώνειον» -και τα δύο ήταν κέντρα των ανώτερων τάξεων των Αθηνών. Το απόγευμα παρακολουθούσε τη μουσική της φρουράς που παιάνιζε στην πλατεία Συντάγματος και, πριν δύσει ο ήλιος, έκανε τον περίπατο του στην οδό Πατησίων, στην οποία μπορούσε να συναντήσει κανείς ολόκληρη την πόλη.
Από το πρωί ο μπαρμπα-Γιάννης γύριζε στους αθηναϊκούς δρόμους και διαλαλούσε την πραμάτεια του. Εκείνο όμως που τον έκανε διάσημο ήταν το γεγονός ότι, ενώ όλες τις μέρες της εβδομάδας τριγυρνούσε στην πόλη φορώντας βρόμικα ρούχα και έχοντας στο κεφάλι του χειμώνα καλοκαίρι ένα αχυρένιο σιφνέικο καπέλο, τις Κυριακές και τις γιορτινές μέρες έκανε την εμφάνιση του ντυμένος στην τελευταία λέξη της μόδας...
Ο μπαρμπα-Γιάννης ήταν ψηλός, ευλύγιστος, ξανθός, με παχύ μουστάκι, γαλανά μάτια και μεγαλόπρεπη εμφάνιση. Φορούσε ρεντιγκότα, ριγωτό παντελόνι, γυαλισμένα παπούτσια, γιλέκο γαρνιρισμένο με λουλούδια, χρυσή αλυσίδα ρολογιού και ψηλό καπέλο, ενώ στους ώμους έριχνε ένα σάλι κατά τρόπο ισπανικό…
Τις Κυριακές μετά τη λειτουργία έβγαινε από την εκκλησία σαν Άγγλος αριστοκράτης. Κατόπιν πήγαινε στο καφενείο «η ωραία Ελλάς» ή στο «Σολώνειον» -και τα δύο ήταν κέντρα των ανώτερων τάξεων των Αθηνών. Το απόγευμα παρακολουθούσε τη μουσική της φρουράς που παιάνιζε στην πλατεία Συντάγματος και, πριν δύσει ο ήλιος, έκανε τον περίπατο του στην οδό Πατησίων, στην οποία μπορούσε να συναντήσει κανείς ολόκληρη την πόλη.
Η
κυριακάτικη μεταμόρφωσή του τράβηξε την προσοχή των Αθηναίων, με αποτέλεσμα ο
μπαρμπα-Γιάννης, να γίνει κοινό θέαμα. Οι εφημερίδες της εποχής, κυρίως οι
σατιρικές, γέμιζαν πολλές στήλες σημειώνοντας κάθε του κίνηση και κάνοντας τον
γνωστό σε ολόκληρη την Ελλάδα.
Αθηναϊκό τραγούδι (πάνω σε παλιά ιταλική μελωδία αγνώστου)
Α' εκτέλεση: Ελβίρα ντε Ιντάλγκο - Γιάννης Αγγελόπουλος, 1933
φωτογραφία: Το εξώφυλλο της παρτιτούρας που κυκλοφόρησε το 1934 σε ερμηνεία Πέτρου Επιτροπάκη (εκδόσεις Γαϊτάνος).
Α' εκτέλεση: Ελβίρα ντε Ιντάλγκο - Γιάννης Αγγελόπουλος, 1933
φωτογραφία: Το εξώφυλλο της παρτιτούρας που κυκλοφόρησε το 1934 σε ερμηνεία Πέτρου Επιτροπάκη (εκδόσεις Γαϊτάνος).
Μπαρμπα-Γιάννη με τις στάμνες
και
με τα σταμνάκια σου
να
χαρείς τα μάτια σου.
Σαν φορείς ψηλό καπέλο
και
παπούτσια λάστιχα
μπαρμπα-Γιάννη
κανατά.
Πρόσεξε
μη σε γελάσει
καμία
έμορφη κυρά
μπαρμπα-Γιάννη
κανατά.
Και
σου φάει το γαϊδούρι
και
σ' αφήσει την ουρά
μπαρμπα-Γιάννη
κανατά.
Μπαρμπα-Γιάννη
σε λατρεύω
θα
σε αγαπώ πιστά
μπαρμπα-Γιάννη
κανατά.
Η τελική μορφή του τραγουδιού, όπως διαδόθηκε και έφτασε στις μέρες μας,
οφείλεται στον τενόρο της λυρικής Πέτρο Επιτροπάκη, ο οποίος το κυκλοφόρησε σε
δίσκο το 1934 με τεράστια επιτυχία. Ως προς τους στίχους, όμως, σύμφωνα με
νεότερα στοιχεία το τραγούδι «ο μπαρμπα-Γιάννης, ο κανάτας», καθώς και άλλα
δίστιχα και τετράστιχα, ήταν δικής του εμπνεύσεως, και τα τραγουδούσε ο ίδιος
στους δρόμους που περιφερόταν, πουλώντας με τον γάιδαρο του κανάτια. Ο ίδιος,
δε, δημοσίευσε σε εφημερίδα του 1873 δεκαπέντε τετράστιχα με γενικό τίτλο «Το
ιπποτικόν τραγούδι όπερ είπον εις την Σύρον». Ανάμεσα στους δημοσιευμένους
εκείνους στίχους είναι και αυτοί που γνωρίζουμε στις μέρες μας.
Μετά τη λήξη του Ρωσοτουρκικού πολέμου, το 1878, και την απελευθέρωση της Βουλγαρίας, ο μπαρμπα-Γιάννης εξαφανίστηκε.
Ύστερα από λίγο καιρό διαδόθηκαν
διάφορες φήμες σχετικά με αυτόν. Είπαν ότι πήγε στη Βουλγαρία, απ' όπου
καταγόταν, και ότι στην Αθήνα παρέμενε με ψευδώνυμο προκειμένου να αποφύγει την
καταδίωξη των Τούρκων (άλλες πληροφορίες θέλουν τον μπαρμπα-Γιάννη να κατάγεται
από την Κύθνο). Το σίγουρο είναι ότι ο μπαρμπα-Γιάννης χάθηκε από την αθηναϊκή
ζωή στα 1878 και για καιρό η απουσία του ήταν αισθητή.
Από το βιβλίο του Ηρακλή Ευστρατιάδη "μία Ιστορία...ένα Τραγούδι...", εκδόσεις Μιχάλης Τουμπής ΑΕ, Αθήνα 2007 φωτογραφίες: σκίτσα της εποχής
Από το βιβλίο του Ηρακλή Ευστρατιάδη "μία Ιστορία...ένα Τραγούδι...", εκδόσεις Μιχάλης Τουμπής ΑΕ, Αθήνα 2007 φωτογραφίες: σκίτσα της εποχής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου