Τα
Τρίκαλα είναι μια πόλη με πλούσιο ιστορικό παρελθόν, του οποίου τα υπολείμματα συνυπάρχουν
με το «σύγχρονο» στην καρδιά της πόλης. Πρόκειται για μια από τις παλαιότερες πόλεις
της Ελλάδας που το όνομα της χάνεται στα μυθολογικά χρόνια.
Αρχικά
έφερε την ονομασία Τρίκκη ή Τρίκκη ή Τρίκα. Από το 1393 τα Τρίκαλα όπως και όλη
η Θεσσαλία βρέθηκαν υπό τουρκική κυριαρχία, η πόλη των Τρίκαλων έγινε έδρα του
βιλαετιού Τριχάλα και των μεγάλων απάχηδων της περιοχής. Κατά την περίοδο της
τουρκικής κατοχής τα Τρίκαλα μαζί με την Λάρισα, αποτελούσαν τις μοναδικές αξιόλογες
εμπορικά και οικονομικά πόλεις της Θεσσαλίας σε μια εποχή που η οικονομία της
πόλης στηριζόταν στην αγροτική, την κτηνοτροφική παραγωγή και το εμπόριο που
ήταν κυρίως στα χεριά Ελλήνων. Η πόλη των Τρικάλων διαδραμάτισε σπουδαίο
ρολό σε όλες τις ιστορικές φάσεις του Ελληνισμού .
Τα
Τρίκαλα, η αρχαία Τρίκκη, δέχθηκαν κατά καιρούς λεηλασίες, κατακτήσεις και
ερημώσεις από διάφορους ξένους επιδρομείς, όπως Ρωμαίους, Γότθους, Σλάβους και
τέλος Οθωμανούς Τούρκους. Σε καμία περίπτωση όμως δεν έχασαν το θάρρος και
θέληση τους για ελευθερία. Την αμείλικτη σκλαβιά από Ασιάτη τύραννο 1393
έως 1403 και από 1420 έως 1881, την πολέμησαν όπως μπορούσαν οι Τρικαλινοί, με
κάθε μέσο και κάθε θυσία. Στα μοναστήρια αλλά και στις διάφορες εκκλησίες του
Νομού, καθώς και στις πρώιμες λειτούργησες Σχολές (της Τρίκκης, των Μετεώρων,
της Καστανιάς και του Αμάραντου) έμαθε ο Τρικαλινός λαός τι είχε και τι έχασε.
Έργο αυτού του περήφανου και ανυπότακτου λαού ήταν και η μεγάλη επανάσταση του
1600 που κήρυξε υψώνοντας το λάβαρο της εξεγέρσεως στο Φρούριο των Τρικάλων, ο
φλογερός πατριώτης, Μητροπολίτης Τρίκκης, ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ο ΦΙΛΟΣΟΦΟΣ (ή ΣΚΥΛΟΣΟΦΟΣ).
Προδομένο όμως το κίνημα εκείνο από τους Ναπολιτάνους δεν ήταν γραφτό να
πετύχει. Η μανία των κατακτητών ήταν απερίγραπτη. Κατάσφαξαν, κυνήγησαν και
φυλάκισαν πολυάριθμους Τρικαλινούς αλλά και κάτοικους των γύρω περιοχών που
ήταν αναμεμειγμένοι στην επανάσταση αυτή.
Τραγικό
θύμα μεταξύ άλλων, υπήρξε και ο Επίσκοπος Φαναρίου Σεραφείμ, που
ανασκολοπίστηκε από τους τυράννους. Ακόμη και σήμερα, τραγουδιέται από τους
γέροντες και γερόντισσες των Αγράφων το τραγούδι για τον Διόνυσο που πέρασε καταδιωκόμενος
από τους Τούρκους από την περιοχή τους μαζί με τα παλικάρια του.
Ωστόσο
11χρόνια μετά την ηρωική επανάσταση των Τρικάλων το 1600, ο Διονύσιος αφού ήρθε
σε συνεννόηση με τον Πάπα τον Αυτοκράτορα Ροδόλφο Β το 1611 και με ντόπιους Ηπειρώτες
κατέλαβε το Γιάννενα προς έκπληξη των Τούρκων. Δυστυχώς και εδώ προδομένος
συλλαμβάνεται από τους Τούρκους και γδέρνεται ζωντανός για να σταλεί το δέρμα
του παραγεμισμένο με άχυρα και πίτουρα στον σουλτάνο.
Λίγο
αργότερα, το 1808 ο θρυλικός ΠΑΠΑ-ΘΥΜΙΟΣ ΒΛΑΧΑΒΑΣ ξεσηκώνει τα Χάσια , την Ανατολική
Πίνδο και τον Όλυμπο σε μια προσπάθεια να μπει πρώτα στα Γιάννενα και μετά από
κει να βαδίσει προς την Κωνσταντινούπολη.
Προδομένη
και αυτή η επανάσταση τσακίζεται στην ηρωική μάχη στο Καστράκι, κάτω από τους
βράχους των Μετεώρων, όπου είχαν συγκεντρωθεί οι επαναστάτες και με τα ξίφη
τους όρμησαν να σπάσουν τον κλοιό 5000 Τούρκων, όπου βρήκαν όλοι τους ηρωικό
θάνατο. Ο πάπα -Θύμιος όμως συνέχισε τον αγώνα στον Όλυμπο, στις Σποράδες και
στο Αιγαίο κατατροπώνοντας τους Τούρκους και γράφοντας ένδοξες στιγμές ηρωισμού
και αυταπάρνησης. Και εδώ θύμα πάλι της προδοσίας ο παπά-Θύμιος πιάνεται αιχμάλωτος
κατόπιν σατανικής ενέδρας του Αλή Πασά στην Κατερίνη και οδηγείται
σιδηροδέσμιος στα Γιάννενα για να κομματιαστεί το σώμα του και τα μέλη του να
περιφέρονται στην πόλη για να τρομοκρατηθούν οι κάτοικοι. Ο ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ από
την Καστανιά, ο ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ο ΠΥΡΡΟΣ, Δάσκαλος, Ιατροφιλόσοφος παρέχει τις
ιατρικές υπηρεσίες σε αγωνιστές κλέφτες και αρματολούς. Γιατρεύει τις πληγές
τους και βάζει φωτιά στις ψυχές τους. Στη μεγάλη Ελληνική Επανάσταση το 1821 η
περιφέρεια των Τρικάλων έδωσε έντονα το αγωνιστικό παρόν. Παρά τις
πολυάριθμες δυνάμεις που υπήρχαν γύρω της στις 5 Ιουλίου 1821 ο αρματολός του
Ασπροποτάμου ΝΙΚΟΛΟΣ ΣΤΟΥΡΝΑΡΑΣ θα κηρύξει την επανάσταση μαζί με τον ΧΡΙΣΤΟΛΟΥΛΟ
ΧΑΤΖΗΠΕΤΡΟ και τον ΓΡΗΓΟΡΗ ΛΙΑΚΑΤΑ.
Χείμαρροι
όμως των τουρκικών δυνάμεων από Τρίκαλα, Γιάννενα και Ήπειρο θα ορμήσουν στους
ηρωικούς επαναστάτες , που μετά από διήμερες φοβερές μάχες υποχωρούν και
κατευθύνονται στη Νότια Ελλάδα. Θα βρεθούν στο Μεσολόγγι και κλειστούν εκεί
μαζί με τους Ελεύθερους Πολιορκημένους και στην Έξοδο θα δώσουν και τη ζωή τους
περιφρονώντας τον θάνατο.
Το
1854 με τον πόλεμο της Κριμαίας επαναστάτησε και η Θεσσαλία. Στην περιφέρεια
Τρικάλων έρχεται ο ΧΑΤΖΗΠΕΤΡΟΣ με πολλούς αγωνιστές και σημειώνει περίλαμπρες
νίκες. Τα γνωστά όμως γεγονότα αναγκάζουν τους επαναστάτες σε αναδίπλωση. Το
1878 νέα επανάσταση γίνεται στα Τρίκαλα με πάγιο αίτημα την εθνική ανεξαρτησία και
την προσάρτηση με την μητέρα Ελλάδα. Αρχηγοί αυτή τη φορά ο ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ
ΕΞΑΡΧΟΣ, ο ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΙΑΚΑΣ, ο ΧΡΗΣΤΟΣ ΝΤΟΒΑΣ οι αδελφοί
ΣΤΟΥΡΝΑΡΑ και άλλοι πολλοί. Το αίμα των παλικαριών οι οιμωγές των σκλάβων,
οι βροντές των καρυοφυλλιών θα φτάσουν στο συνέδριο του Βερολίνου όπου θα
αποφασιστεί η προσάρτηση της Θεσσαλίας.
Το
1881 είχε πλέον φθάσει. Η ασιατική τυραννία φεύγει και στα Τρικαλινά
χωριά και κωμοπόλεις καθώς και στα ιδία τα Τρίκαλα ο Ελληνικός Στρατός
επικυρώνει την πολυπόθητη ελευθερία του. Η πρώτη φάλαγγα με επικεφαλής
τον ΣΤΡΑΤΗΓΟ ΣΟΥΤΣΟ και τον ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΑΡΧΗ ΚΑΜΠΑΝΗ και η
δεύτερη φάλαγγα με τον ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΑΡΧΗ ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗ καταλαμβάνουν την
Καρδίτσα και στις 22 Αυγούστου διανυκτερεύουν στο Μισδάνη (Αγναντερό). Το
επόμενο πρωί έφτασαν στα Μεγάλα Καλύβια. οι κάτοικοι αυτών των χωριών, αλλά και
των διπλανών ξεχύνονται ασυγκράτητοι στους δρόμους και στα χωριά και αγκαλιάζουν
τους ελευθερωτές τους. Οι ζητωκραυγές κατακλύζουν τα πάντα και τα δάκρυα
χαράς και ευγνωμοσύνης κυλούν αδιάκοπα από τα μάτια των χθεσινών σκλάβων της
γης. Στρώνουν τα πανωφόρια να περάσει ο θριαμβευτής Ελληνικός στρατός. Η
ανυπομονησία έχει φθάσει στο κατακόρυφο. Η διεθνής επιτροπή που βρίσκεται στην
πόλη για διαπραγματεύσεις με τον Τούρκο διοικητή και τον Τούρκο δήμαρχο τα έχει
κυριολεκτικά χαμένα. Φοβάται ξέσπασμα των Τρικαλινών, φοβάται πως θα
ποτάμι αγριεμένο να καταπνίξει τα πάντα. Σ’ όλα τα σπίτια ανάβουν κεριά,
προσεύχονται, μιλούν και ξεσπούν σε ολονύχτια τραγούδια.
Χαράζει
επιτέλους η 23η Αυγούστου 1881. Ο Ελληνικός Στρατός φθάνει στην άκρη της
πόλεως, τους δρόμους της πόλης διατρέχουν καβαλάρηδες κρατώντας σημαίες και
σύμβολα. Χαιρετούν τους κάτοικους που κρέμονται στα παράθυρα ή περπατούν στους
δρόμους. Αυτοί είναι οι πρώτοι που θα υποδεχθούν τον Ελληνικό στρατό.
Αγκαλιάζονται , φιλιούνται, κλαίνε, «Ζήτω η Ελευθέρια» ακούγεται μυριόστομη η
κραυγή. «Ζήτω ο Ελληνικός Στρατός»!
Πλήθος
μεγάλο κινείται για να προϋπαντήσει τον ελευθερωτή Ελληνικό Στρατό, τα ζήτω αντηχούν
μέχρι τον ουρανό και τα φέσια πετιούνται σαν βροχή στον αέρα, τα κορίτσια ραίνουν
με λουλούδια τους στρατιώτες, γερόντισσες και μανάδες που τα παιδιά τους
χάθηκαν στις μάχες αγκαλιάζουν και φιλούν τα νέα της Ελλάδος παιδιά…
Είναι
μια μεγάλη χαρά ένα πανηγύρι. Οι καμπάνες προαναγγέλλουν τον ερχομό του
κλήρου, που χαιρετά με συγκίνηση και ασπάζεται τον Ελληνικό στρατό στη μεγάλη αψίδα
στο κέντρο της πόλης. Αχαλίνωτο ενθουσιασμό προκαλεί κατόπιν η εμφάνιση των
Ευζώνων, όταν ο σημαιοφόρος έκλεινε τη σημαία του για να χαιρετίσει τον κλήρο
και το λαό, τούτο τον περήφανο λαό… Ο ενθουσιασμός για τη λευτεριά μετατρέπεται
σε μανία, την οποία μόνο ο Θεός μπορεί να σταματήσει. Σε λίγο ο στρατός θα
αποσυρθεί στις όχθες του Ληθαίου όπου έστησαν τα όπλα σε σχήμα πυραμίδας.
Ακολουθεί η δοξολογία στην Αγία Επίσκεψη την τότε μητρόπολη όπου ο διωγμένος
από τους τούρκους ΗΠΕΙΡΩΤΗΣ ΠΟΙΗΤΗΣ ΧΡΗΣΤΟΣ ΧΡΙΣΤΟΒΑΣΙΛΗΣ αρπάζει την
ευκαιρία και απαγγέλλει το πατριωτικό ποίημα, προκαλώντας ρίγη εθνικής
συγκίνησης στα αδέρφια μας:
«Αδέρφια
καλωσήρθατε, αδέρφια αγαπημένα,
Με τον σταυρό στο φλάμπουρο, με τα σπαθιά ζωσμένα.
Σας επονέσαμε πολύ, καρτέρι κι ακαρτέρι
Ξαρματωμένοι και γυμνοί στο τούρκικο το χέρι.
Απ’ της σκλαβιάς το βογκητό κι από το στεναγμό μας
Εστράβωσαν τα μάτια μας τηρώντας και τηρώντας
Το δρόμο να μας έρθετε σαν αετοί πετώντας.
Να φέρετε τη λευτεριά, τη νεκρανάστασή μας
Και να ησυχάσει αδούλευτο το μαύρο το κορμί μας.
Αδέλφια λεοντόκαρδα, λιγάκι αναπαυθείτε
Μέσα εδώ στον τόπο μας, μα μην ξαρματωθείτε
Έχουμε δρόμο γλήγορα, κοιτάτε τι αντάρα
Σηκώνεται στην Ήπειρο, στο Λούρο, στη Χιμάρα
Έχουμε αδέλφια μέσα εκεί, αδέλφια αδικημένα
Κι αναστενάζουνε πικρά που μείναν σκλαβωμένα
Σκιάζονται, δεν δέχονται να είναι ακόμα δούλοι
Κι ο Τούρκος να τους κάθεται στα Γιάννενα, στο Σούλι».
Με τον σταυρό στο φλάμπουρο, με τα σπαθιά ζωσμένα.
Σας επονέσαμε πολύ, καρτέρι κι ακαρτέρι
Ξαρματωμένοι και γυμνοί στο τούρκικο το χέρι.
Απ’ της σκλαβιάς το βογκητό κι από το στεναγμό μας
Εστράβωσαν τα μάτια μας τηρώντας και τηρώντας
Το δρόμο να μας έρθετε σαν αετοί πετώντας.
Να φέρετε τη λευτεριά, τη νεκρανάστασή μας
Και να ησυχάσει αδούλευτο το μαύρο το κορμί μας.
Αδέλφια λεοντόκαρδα, λιγάκι αναπαυθείτε
Μέσα εδώ στον τόπο μας, μα μην ξαρματωθείτε
Έχουμε δρόμο γλήγορα, κοιτάτε τι αντάρα
Σηκώνεται στην Ήπειρο, στο Λούρο, στη Χιμάρα
Έχουμε αδέλφια μέσα εκεί, αδέλφια αδικημένα
Κι αναστενάζουνε πικρά που μείναν σκλαβωμένα
Σκιάζονται, δεν δέχονται να είναι ακόμα δούλοι
Κι ο Τούρκος να τους κάθεται στα Γιάννενα, στο Σούλι».
Τα
Τρίκαλα, η περιφέρεια, η Θεσσαλία είναι ελεύθερα. Η τιμή ανήκει σ όλους τους
επώνυμους και ανώνυμους.
Ανήκει
στον αδούλωτο, στον υπερήφανο Ελληνικό Λαό, που στέλνει τα παιδιά του στον
στρατό και τα θυσιάζει αν χρειαστεί για την τιμή και την λευτεριά της Ελλάδος.
Του Μπάμπη Δ.
Δεληλίγκα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου