Σάββατο 26 Ιουλίου 2025

«Η Θρυλική Επτάδα» (Της Ρούλας Σταυρέκα)

 

Ήταν η δεκαετία του ’70, τότε που το χωριό ακόμα ανέπνεε μέσα στη δική του γλύκα, χωρίς τηλεφωνήματα, χωρίς ραντεβού, χωρίς τεχνολογία. Ο ήχος της ζωής ξεκινούσε κάθε απόγευμα από τον κεντρικό δρόμο, εκεί που οι δύο ταβέρνες-ψησταριές έβαζαν τις ψησταριές τους μπρος και τα τζουκ μπόξ άνοιγαν τις καρδιές.

Με μια δραχμή διάλεγες το τραγούδι σου, πατούσες δυο κουμπιά και το μαγικό μηχάνημα έφερνε μπροστά σου μια μελωδία που γινόταν η ψυχή του χωριού για λίγα λεπτά. Η βελόνα ακουμπούσε τον μικρό δίσκο και η φωνή του Μητροπάνου ή της Βάνου πλημμύριζε τον δρόμο. Μυρωδιές από κεμπάπ, κοντοσούβλι και πατάτες τηγανητές ανακατεύονταν με τα πρώτα λόγια του «Κλαίει απόψε η γειτονιά» κι εγώ, μικρό κορίτσι τότε, στεκόμουν έξω από το σπίτι της Γιάννας και τα ρουφούσα όλα. Ήταν η πρώτη μου επαφή με τη μουσική — αληθινή, λαϊκή, πονεμένη — και την κουβαλάω ακόμα μέσα μου.

Κυριακή μεσημέρι, η αγαπημένη ώρα της εβδομάδας. Οι φίλες μου — η Γιάννα, η Αγγέλα, η Νίκη και οι υπόλοιπες της παρέας — μαζευόμασταν στα σπίτια τους και βλέπαμε τηλεόραση. Ασπρόμαυρες ταινίες με τη Βουγιουκλάκη, τον Παπαμιχαήλ, τη Λαμπέτη. Ρομαντικές, αθώες. Ένα φιλί μόνο, κι αυτό τόσο τρυφερό που μας έκανε να κοκκινίζουμε αν τύχαινε να είναι οι γονείς στο δωμάτιο. Τότε η αγάπη ήταν ντροπαλή, καθαρή, χωρίς επιτήδευση.

Η Νίκη πάντα έκλαιγε. «Τέτοια αγάπη θέλω κι εγώ», έλεγε με το που έπεφταν οι τίτλοι τέλους. Κι εμείς την πειράζαμε. «Ε, μόνο εσύ; Όλες έτσι θέλουμε!» Ονειρευόμασταν τους έρωτές μας, τους φτιάχναμε στο μυαλό μας πιο τέλειους κι από τις ταινίες. Αλλά στην πραγματικότητα, άλλος παντρεύτηκε με προξενιό, άλλος από τύχη. Η ζωή είχε άλλους κανόνες.

Όταν ο καιρός ήταν καλός, βγαίναμε με τα ποδήλατά μας. Τις Κυριακές το βράδυ κάναμε τη βόλτα στη δημοσιά, από την πλατεία μέχρι το σπίτι της Γιάννας. Δρόμος γεμάτος με κόσμο, φωνές, γέλια, βλέμματα που συναντιόνταν για λίγο και χανόντουσαν. Τα αγόρια από τα γύρω χωριά έρχονταν επί τούτου, περπατούσαν παράλληλα και μας κοιτούσαν — ένα βλέμμα, ένα χαμόγελο, κι αυτό ήταν αρκετό για να ζήσεις με αυτό τη βδομάδα.

Βέβαια, τα κουτσομπολιά έδιναν και έπαιρναν. Η μικρή κοινωνία είχε μεγάλα αυτιά. Μας έπαιρνε η μπάλα, συχνά άδικα. Μια ματιά αρκούσε για να γεννηθεί ιστορία ολόκληρη. Πονέσαμε κάποιες φορές, μα ποτέ δεν χάσαμε το κέφι μας.

Όταν έβρεχε, μαζευόμασταν στην καφετέρια. Εκεί είχαμε το δικό μας στέκι. Εκεί ξεδιπλωνόταν η άλλη μας πλευρά: χορός, τραγούδι, γέλια. Τα αγόρια του χωριού μάς φώναζαν «Η θρυλική επτάδα». Είχαμε μείνει εφτά — η Γιάννα είχε παντρευτεί — και κάναμε χαμό. Όποιος δεν ήξερε χορό, μάθαινε. Εμείς ήμασταν οι δασκάλες.

Ακούγαμε ξένη μουσική, είχαμε γίνει σαν τις χορεύτριες του Grease. Μαθαίναμε τις κινήσεις απ’ την τηλεόραση και τις εφαρμόζαμε με πάθος. Ο καθρέφτης του σαλονιού της Αγγέλας είχε φθαρεί από τις πρόβες μας.

Δεν υπήρχαν τηλέφωνα, ούτε ραντεβού. Πήγαινες στο σπίτι της φίλης σου χωρίς να χρειάζεται προειδοποίηση. Χτυπούσες το παντζούρι ή απλώς φώναζες «Δέσποινααα» και σε λίγο άνοιγε η πόρτα με ένα χαμόγελο. Αυτή ήταν η επικοινωνία μας. Αυθόρμητη. Ζωντανή.

Η κάθε μία από εμάς είχε τη δική της προσωπικότητα. Η Αγγέλα ήταν η ήρεμη δύναμη, η Νίκη η ρομαντική, η Λουκία γελούσε για το παραμικρό. Η Μαρίνα έκανε πάντα αστεία, η Στεριανή ήταν πρόθυμη και καλόβουλη, Η Δέσποινα ήταν η σοβαρή, εγώ ήμουν η ζωηρή. Ήμασταν διαφορετικές, αλλά δεμένες. Μια γροθιά. Καμιά δεν πλήγωσε ποτέ την άλλη.

Η φιλία μας ήταν από τις αληθινές. Τις νιώθεις μία φορά στη ζωή και σου μένουν για πάντα.

Τώρα που μεγάλωσα και όλα άλλαξαν — οι δρόμοι άδειοι, τα παιδιά με τα κινητά, οι άνθρωποι κλεισμένοι — η καρδιά μου επιστρέφει εκεί. Στην εποχή που με μια δραχμή έβαζες τραγούδι κι έδινες χαρά σε μια ολόκληρη γειτονιά. Στην εποχή που μια αγκαλιά φίλων είχε περισσότερη αξία από χίλια likes. Στην εποχή που ήμασταν απλές, ξυπόλητες, με τα μαλλιά μας λυμένα, αλλά γεμάτες όνειρα, ελευθερία και αληθινή ζωή.

Αν μπορούσα να γύριζα τον χρόνο πίσω, δεν θα άλλαζα τίποτα. Θα ζούσα ακριβώς τα ίδια. Με τα κορίτσια μου. Τη Θρυλική Επτάδα.



Άκοπα χόρτα, πυρκαγιές, πλημμύρες και ατελέσφορα μέτρα

Του Θεόδωρου Α. Νημά

Όπως πέρυσι έτσι και φέτος, παρά τα μέτρα που εξήγγειλαν οι αρμόδιοι υπουργοί, δεκάδες φωτιές εκδηλώνονται κάθε ημέρα σε όλη την επικράτεια. Η σχετική εγκύκλιος καλούσε και απειλούσε τους πολίτες να κόψουν τα χόρτα από τα οικόπεδά τους και να το δηλώσουν κιόλας ηλεκτρονικά. Πόσες φορές θα γινόταν αυτό και τι θα απογίνουν τα κομμένα χόρτα δεν το προβλέπει η εγκύκλιος, που σημαίνει άγνοια της ελληνικής πραγματικότητας αλλά και ανευθυνότητα. Ειδικά φέτος, με τις πολλές βροχές την Άνοιξη, τα χόρτα θα χρειαστεί να κοπούν τουλάχιστον τρεις με τέσσερις φορές. Πόσες θα το δηλώσουμε; Οι γέροντες και ανήμποροι, που έχουν απομείνει στα χωριά, πώς θα κόψουν τα χόρτα από τα οικόπεδά τους και πώς θα το δηλώσουν ηλεκτρονικά; Εργάτες δύσκολα βρίσκεις σήμερα. Και αν δεν μπορείς να τα κόψεις μόνος σου, αυτά θα μείνουν άκοπα. Χώρια που πολλά οικόπεδα και χωράφια είναι εγκαταλειμμένα από χρόνια με άγνωστους ή «άφαντους» τους ιδιοκτήτες τους ή κατασχεμένα από Τράπεζες, οι οποίες είναι παντελώς αδιάφορες. Επίσης, τα αιγοπρόβατα και τα βοοειδή, που με την βόσκησή τους «καθάριζαν» τους αγρούς από τα χόρτα, έχουν μετακομίσει … όλα στον Γράμμο…

Οι Δημοτικοί άρχοντες, οι οποίοι γενικώς αποφεύγουν να δυσαρεστήσουν τους  ψηφοφόρους τους, άρα κάνουν πως δεν βλέπουν, με ποιο ηθικό δικαίωμα θα επιβάλουν πρόστιμα σε όσους δεν έχουν κόψει τα χόρτα από τα οικόπεδά τους, αφού οι ίδιοι δεν έχουν κόψει τα χόρτα από τις πλατείες και τους δημοτικούς δρόμους; Μια βόλτα στους περιφερειακούς, δημοτικούς και κοινοτικούς δρόμους θα πείσει περί αυτού. Ακόμα και οι πινακίδες σημάνσεως είναι κρυμμένες μέσα στη βλάστηση και τα αγριόχορτα. Αρκεί ένας ασυνείδητος ή απρόσεκτος να πετάξει ένα αποτσίγαρο στην άκρη του δρόμου, για να ανάψει φωτιά.

Επίσης καταγγελίες από πολίτες σπανίως γίνονται στην Ελλάδα για παραβάσεις άλλων, αφού αυτό θεωρείται «κάρφωμα»! Οι αγροφύλακες, οι οποίοι ήταν οι άγρυπνοι φρουροί της κοινότητας από κάθε ζημία, και φυσικά και από τις φωτιές, και που θα μπορούσαν να προβαίνουν σε καταγγελίες και να ρίχνουν πρόστιμα, έχουν καταργηθεί ακρίτως.

Οι Δασικές Υπηρεσίες έχουν περιθωριοποιηθεί και υποβαθμιστεί με συνέπειες οδυνηρές. Αυτές κατά την τετραετία 1928-1932, επί πρωθυπουργίας Ελευθ. Βενιζέλου, είχαν οπλιστεί με τον Νόμο 4173/1929, τον οποίο θέσπισαν πολιτικοί στερούμενοι διδακτορικών αλλά λόγω αγροτικής καταγωγής είχαν πλήρη γνώση των προβλημάτων όλης της Επικράτειας. Αργότερα προστέθηκαν και τα Β.Δ. της 7-7-1936 και 29-9-1936. Αυτές, μετά τον Πόλεμο, με τα έργα τους προστάτευαν τα δάση, άνοιγαν δασικούς δρόμους, έκαναν αναδασώσεις, καθάριζαν και κατασκεύαζαν φράγματα σε ρέματα και χειμάρρους και χάρη σ’ αυτά σώθηκαν πολλοί ορεινοί οικισμοί από κατολισθήσεις. Τις σχετικές μελέτες τις συνέτασσαν οι ίδιες. Ακόμα με τους δασοφύλακες και τους εποχικούς δασεργάτες απέτρεπαν τις φωτιές και, αν εκδηλώνονταν, τις εντόπιζαν αμέσως και τις έσβηναν πριν πάρουν διαστάσεις.

Σήμερα, αντί να προλαμβάνουμε, τρέχουμε εκ των υστέρων να τις σβήσουμε με τα πανάκριβα καναντέρ και τα πυροσβεστικά, αλλά αφού ήδη έχουν καεί ολόκληρα δάση, σπίτια και άνθρωποι, αλλά και πυροσβέστες.

Παλαιότερα, όταν λειτουργούσαν οι κοινότητες και υπήρχε και ο θεσμός της προσωπικής εργασίας, μόλις εκδηλωνόταν κάποια φωτιά, σπανίως συνέβαινε, χτυπούσε η καμπάνα και έτρεχαν όλοι οι χωριανοί, με όποιο μέσο είχαν, και τις έσβηναν. Το σχέδιο «Καλλικράτης», ιδέα του νυν υπουργού Θ. Λιβάνιου, όπως ο ίδιος το δήλωσε με αυταρέσκεια, απέβη ολέθριο. Έχει διαλύσει την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Η κατάργηση των Νομαρχιών και των αυτόνομων κοινοτήτων με την δημιουργία των μεγάλων και δυσλειτουργικών Περιφερειών και Δήμων, η κατάργηση του τίτλου του Νομάρχη και η αντικατάστασή του με τον κακόηχο του Αντιπεριφερειάρχη, φανερώνει την ανεπάρκεια των σημερινών πολιτικών, οι οποίοι αγνοούν την Ελληνική Ιστορία αλλά και την Γεωγραφία της Ελλάδος, όπως φρόντισαν κάποιοι εξ αυτών να το κάνουν γνωστό πανελληνίως με τις δηλώσεις τους.

Στον Νομό Τρικάλων έχουμε μόνον τέσσερις (4) Δήμους, μεταξύ των οποίων ο  Δήμος Μετεώρων (πρώην Καλαμπάκας), ο οποίος περιλαμβάνει όλη την Επαρχία Καλαμπάκας, ήτοι τον μισό Νομό και ως επί το πλείστον ορεινό. Όσο άξιοι και δραστήριοι και αν είναι ο Δήμαρχός του καθώς και οι δημοτικοί του σύμβουλοι, πώς θα μπορέσουν να αντιμετωπίσουν την πληθώρα των προβλημάτων του Δήμου τους;

Οι πολίτες νοιώθουν τους Δήμους απόμακρους, οι ίδιοι πλέον αδιαφορούν και οι τύποις πρόεδροι των ψαλιδισμένων δημοτικών κοινοτήτων δεν έχουν ουσιαστικές αρμοδιότητες, ούτε επάρκεια χρημάτων για να αντιμετωπίζουν τα προβλήματά τους. Καιρός οι σημερινοί κυβερνώντες να απαλλαγούν από τις όποιες ιδεοληψίες τους και να λάβουν ουσιαστικά και τολμηρά μέτρα. Η κατάργηση του «Καλλικράτη» και η επαναφορά των αυτόνομων Νομαρχιών και Κοινοτήτων, ή έστω των Καποδιστριακών Δήμων, θα ήταν ένα πρώτο βήμα. Εξήντα υπουργούς και υφυπουργούς έχουμε, χώρια τους αμέτρητους συμβούλους τους, πενήντα έναν Νομούς δεν μπορούμε να έχουμε;

Όσο για την κοπή των χόρτων, εγώ τα έκοψα ήδη δύο φορές, τόσο στα οικόπεδά μου, όσο και στους εφαπτόμενους δρόμους, για να μπορώ να περνώ, αφού οι Δήμοι αδυνατούν. Για τον σκοπό αυτόν έχω δύο μεσινέζες και κρατώ και την κοσιά του πατέρα μου για τα δύσκολα. Από τους πολιτικούς μας πόσοι έχουν πιάσει στο χέρι τους μεσινέζα και πόσοι γνωρίζουν τι είναι η κοσιά;


Η Γιορτή του Προφήτη Ηλία που Ενώνει Ζωντανούς και Κεκοιμημένους

 

Στην καρδιά του καλοκαιριού, όταν ο ήλιος καίει και τα χωριά γεμίζουν ξανά ζωή από επισκέπτες και ξενιτεμένους, ένας ιδιαίτερος εορτασμός λαμβάνει χώρα στο Πρίνος: η γιορτή του Προφήτη Ηλία. Το μικρό εκκλησάκι αφιερωμένο στον μεγάλο Προφήτη δεν βρίσκεται τυχαία στο κοιμητήριο του χωριού — και αυτή η «σύμπτωση» κρύβει βαθιά πνευματική και πολιτισμική σημασία.

Κάθε χρόνο, στις 20 Ιουλίου, κάτοικοι και απόδημοι συγκεντρώνονται στο ιερό αυτό σημείο για να τιμήσουν τη μνήμη του Προφήτη Ηλία αλλά και για να θυμηθούν τους δικούς τους ανθρώπους που "έφυγαν". Ο εορτασμός παίρνει έτσι έναν διπλό χαρακτήρα: λειτουργεί τόσο ως δοξολογία της ζωής, όσο και ως τελετή σύνδεσης με τους κεκοιμημένους.

Η φωτογραφία αποτυπώνει εύγλωττα αυτήν τη σύνθεση: στο κέντρο, οι ιερείς τελούν τη θεία λειτουργία πλαισιωμένοι από εικόνες και λουλούδια, ενώ στο φόντο απλώνονται τα λευκά μνήματα του κοιμητηρίου. Ο στολισμός, οι σημαίες, οι πανηγυρικοί ύμνοι και το άναμμα του κεριού δίπλα σε έναν τάφο, όλα συνθέτουν μια ατμόσφαιρα που υπερβαίνει το σύνηθες εκκλησιαστικό τελετουργικό.

Δεν είναι τυχαίο. Η ελληνική παράδοση έχει βαθιά επίγνωση της αέναης σχέσης μεταξύ ζωής και θανάτου, παρόντος και παρελθόντος. Στο Πρίνος, μέσα από αυτή τη γιορτή, η κοινότητα δεν τιμά μόνο έναν άγιο της πίστης, αλλά και τη συλλογική της μνήμη. Ο Προφήτης Ηλίας, προφήτης της φωτιάς και της ανάληψης, γίνεται μεσίτης μεταξύ κόσμων, φέρνοντας κοντά τους ζωντανούς και τους νεκρούς.

Η παρουσία του κόσμου κάθε χρόνο είναι η απόδειξη ότι αυτή η παράδοση όχι μόνο αντέχει, αλλά παραμένει ζωντανή, δυνατή, ανθρώπινη. Μια γιορτή που γίνεται γέφυρα – γέφυρα ψυχών, γέφυρα γενεών. Και τελικά, γιορτή της συνέχειας της ζωής.

Τίποτα δεν είναι τυχαίο στην παράδοσή μας.


επικοινωνιστε μαζι μας