Η
φωτογραφία τραβήχτηκε τις Απόκριες του 1980, στο καφενείο του «Καστρακίδα»
του χωριού. Πέντε φίλοι, νέοι τότε, ο Στέφανος, ο Σωτήρης, ο Δημήτρης, ο
Μιχάλης κι ο Θανάσης, με εκείνο το φως της ανεμελιάς στα πρόσωπά τους. Οι τέσσερις
κάθονται γύρω από ένα τραπέζι - μπροστά τους μπουκάλια με αναψυκτικά «Κλιάφα»,
ίσως πορτοκαλάδα ή λεμονάδα. Ο πέμπτος στέκεται όρθιος από πίσω τους, λες και
ήρθε μόλις για να χωρέσει κι αυτός στη στιγμή.
Πιο
πίσω στον τοίχο, το τζουκ-μποξ παίζει. Έχει φως και χρώμα και σίγουρα παίζει
τραγούδια που διάλεξαν με φωνές και κέρματα. Ίσως κάποιο ζεϊμπέκικο, ίσως κάτι
για τον έρωτα ή τη φιλία. Λίγα κομφετί στο κεφάλι, στο πάτωμα και πάνω στα
παντελόνια τους μαρτυράνε πως είναι Απόκριες - αλλά δεν χρειάζονται στολές όταν
η νιότη είναι από μόνη της μεταμφίεση.
Δύο
από αυτούς, οι δύο μεσαίοι που κάθονται δίπλα δίπλα, δεν ζουν πια. Όμως στη
φωτογραφία είναι ζωντανοί, μιλούν, γελούν, ακούν τη μουσική. Η εικόνα κρατάει
μία ανάσα από το παρελθόν, ένα μικρό θαύμα καθημερινότητας. Δεν ποζάρουν. Είναι
απλώς εκεί – φίλοι, μια στιγμή πριν τους σκορπίσει ο χρόνος.
Και
ίσως τελικά αυτό να είναι το πιο συγκινητικό: ότι τότε δεν ήξεραν πως η στιγμή
θα γίνει ανάμνηση. Εμείς το ξέρουμε τώρα, και τη φυλάμε σαν κάτι πολύτιμο.