Άσημα
νερά, όπως άσημοι άνθρωποι. Κυλούν μέσα στον ακατέργαστο βράχο κι ύστερα στην
εκλεπτυσμένη κατηφοριά της πεδιάδας. Εκεί θα ενωθούν με άλλα άσημα νερά μέχρι
να φτάσουν σε παραποτάμους με ένα υποτυπώδες όνομα, αλλά οπωσδήποτε με μια
επωνυμία, με την οποία θα διασώζονται στους χάρτες και τα στόματα των ανθρώπων.
Από τη στιγμή που θα μπουν όμως στο ρεύμα ενός μεγάλου και ονομαστού ποταμού,
τότε θα επωμιστούν και τον θρύλο της επωνυμίας του. Θα γίνουν επώνυμα κι αυτά.
Τι θαυμαστή πορεία.
Κάπως
έτσι δεν συμβαίνει και με τους ανθρώπους από τη στιγμή που γεννιούνται μέχρι τη
στιγμή που μεγαλώνουν και ωριμάζουν; Δηλαδή μέχρι να φτάσουν από την άσημη
οντότητα της ύπαρξής τους στη σημαντική λάμψη, στην επάξια φήμη του ονόματός
τους; Εκτός κι αν το όνομά τους παραμείνει όχι μόνον άχρηστο και άσημο για
πάντα, αλλά έστω κι ένα υποφώσκον κερί σε πολύ μικρό κύκλο αναγνωρισιμότητας.
Η
πιο μεγάλη δυστυχία όμως είναι να περάσει κάποιος από τον κύκλο της ύπαρξης ως
εντελώς περιττός και ασήμαντος.
Του
Ηλία Κεφάλα