Τρίτη 12 Οκτωβρίου 2010

Η Γοργόνα



Το δέος που ανέκαθεν προκαλούσε η θάλασσα με τα χαώδη βάθη της, την απεραντοσύνη της και το ευμετάβλητο των νερών της ενέπνεαν και εμπνέουν κάθε λογής θρύλους.
Κι όπως οι απλοϊκές φαντασίες των λαών είχαν και έχουν την τάση να προσωποποιούν τους φόβους τους και με τις δεισιδαιμονίες τους να κατασκευάζουν ιστορίες πάμπολλοι μύθοι μ’ ένα πλήθος από κόρες των κυμάτων κι άλλα όντα φοβερά και τρομερά ή ειρηνικά, φιλικά και πράα στοιχειώνουν τις ελληνικές θάλασσες.


Δεν έχουν τελειωμό οι αναφορές για θαλάσσια δαιμόνια στους θρύλους και τις παραδόσεις του λαού, πλούτος τεράστιος, ωστόσο βρίσκετε σκορπισμένος σ’ όλη την Ελλάδα για τη Γοργόνα και το Μεγαλέξανδρο.  


Οι ρίζες των μύθων είναι μπερδεμένες. Οι λαοί των νησιών και των παραλίων, όπως αντάλλασσαν τις πραμάτειες τους έτσι έκαναν και με τους μύθους τους. Το δέος της θάλασσας το μοιράζονταν όλοι κι ο κάθε λαός το εξέφραζε διαφορετικά.


Έτσι έχουμε σήμερα ένα ανακάτωμα με πολλά και διάφορα στοιχεία, ήμερα και άγρια που ξεπηδάν μέσα από την απεραντοσύνη των θαλασσών κι απ’ τα κείμενα των μυθογράφων.


Ο πολυθρύλητος μύθος της Γοργόνας είναι σχεδόν σε όλους γνωστός Χιλιοτραγουδισμένος και με πολυάριθμες αναπαραστάσεις στη λαϊκή τέχνη – δεν μπορούμε να ξεχάσουμε το αιώνιο στοιχειό των ελληνικών θαλασσών.


Σύμφωνα με το θρύλο, ο Μέγας Αλέξανδρος, κατά την περιπλάνησή του στον κόσμο βρήκε το «αθάνατο νερό». Η αδερφή του όμως, καθώς δεν ήξερε τη μαγική δύναμη του υγρού αυτού, το ΄ριξε στη θάλασσα και ο Αλέξανδρος, μέσα στον θυμό του, την καταράστηκε να γίνει από τη μέση και κάτω ψάρι και να βασανίζεται αιωνίως.


Από τότε η Γοργόνα γυρνά απελπισμένη και όταν βρίσκει καράβι το ρωτάει: «Ζει ο βασιλιάς Αλέξανδρος;». Αν οι ναυτικοί της απαντήσουν: «Ζει και βασιλεύει και τον κόσμο κυριεύει» τότε εκείνη τραγουδά νέους και άγνωστους σκοπούς που τους μαθαίνουν οι ναυτικοί για να τους μεταφέρουν στα λιμάνια του γυρισμού. Αλλά αν είναι αρνητική η απάντηση που θα της δώσουν, οργισμένη σηκώνει άγρια κύματα και βουλιάζει το καράβι.


Μια άλλη εκδοχή του πολυθρύλητου μύθου της Γοργόνας είναι η παρακάτω:
Ο Μ. Αλέξανδρος αφού πολέμησε και κατέκτησε όλα τα ρηγάτα του κόσμου και τον έτρεμε όλη η γη και η οικουμένη, κάλεσε τους μάγους και τους ρώτησε: Πείτε μου εσείς που γνωρίζετε της μοίρας τα γραμμένα, τι μπορώ να κάνω για να ζήσω πολλά χρόνια για να χαρώ τον κόσμο όλο που έκανα δικό μου;


«Βασιλιά μου, η δύναμή σου είναι μεγάλη του απάντησαν οι μάγοι, μα τα γραμμένα της μοίρας πολύ δύσκολα ξεγράφονται. Ένα μόνο πράγμα μπορεί να σε κάνει να χαρείς τα βασίλειά σου και τη δόξα σου, μα είναι πολύ δύσκολο να το αποκτήσεις. Είναι το αθάνατο νερό, που όποιος το πιει θάνατο δεν φοβάται. Όμως για να το βρει κανείς πρέπει να περάσει μέσα από δυο βουνά, που ανοιγοκλείνουν και χτυπά το ένα το άλλο κι ούτε πουλί δεν προλαβαίνει να περάσει. Πόσα ξακουσμένα βασιλόπουλα κι αρχοντόπουλα δεν έχουν χάσει τη ζωή τους μέσα σ’ εκείνη τη τρομερή παγίδα. Αν όμως περάσεις τα δυο βουνά είναι ένας δρόμος που οδηγεί σε μια σπηλιά. Εκεί μέσε βρίσκεται ένας δράκος ακοίμητος και φυλάει το αθάνατο νερό. Πρέπει να σκοτώσεις το δράκο και να πάρεις».


Αμέσως ο Μ. Αλέξανδρος καβαλάει το άλογό του, τον Βουκεφάλα και με μεγάλες δυσκολίες πέρασε το σύμπλεγμα των βουνών πήγε στη σπηλιά βρήκε τον δράκο και μετά από δύσκολη μάχη τον σκότωσε και πείρε το μπουκάλι με το αθάνατο νερό.


Σαν έφερε λοιπόν στο παλάτι το αθάνατο νερό δεν το φύλαξε καλά, το είδε η αδερφή του και χωρίς να σκεφτεί καλά-καλά τι είναι το έχυσε πάνω σε μια αγριοκρεμμυδιά.


Όταν πήγε ο Μ. Αλέξανδρος να πιει το αθάνατο νερό δεν το βρήκε πουθενά. Ρωτάει την αδερφή του και αυτή του απαντάει πως δεν γνώριζε το περιεχόμενο και το έχυσε.


Ο Μ. Αλέξανδρος θύμωσε, πικράθηκε και καταράστηκε την αδερφή του να γίνει από τη μέση και κάτω ψάρι, να βασανίζεται και να παραδέρνεται μέσα στο πέλαγος.
Ωστόσο η αδερφή του γεμάτη τύψεις δεν τον μίσησε τον Αλέξανδρο και αν δει κανένα καράβι ρωτάει τους ναύτες «Ζει ο βασιλιάς Αλέξανδρος;».


Μια άλλη εκδοχή είναι η εξής:
…Ο Μ. Αλέξανδρος είχε σφραγίσει μέσα σε μια φιάλη το αθάνατο νερό και σε μια άλλη φιάλη τον διάβολο. Η αδερφή του χωρίς να γνωρίζει το περιεχόμενο των φιαλών άνοιξε τη φιάλη που ήταν μέσα ο διάβολος ο οποίος βγήκε έξω. Με τη γυναικεία ευφυΐα της όμως κατάφερε να τον ξανακλείσει μέσα στη φιάλη.


Άνοιξε μετά την άλλη φιάλη και ήπιε το νερό της αθανασίας και στη συνέχεια έχυσε το υπόλοιπο πάνω σε μια κρεμμυδιά η οποία λέγεται ότι κρύβει το μυστικό της αθανασίας.
Όταν η αδερφή του Μ. Αλεξάνδρου συνειδητοποίησε την πράξη της φοβήθηκε και απελπισμένη έπεσε στη θάλασσα όπου τη κατάπιε ένα μεγάλο ψάρι μέχρι τη μέση της. Επειδή είχε πιει το αθάνατο νερό εξακολούθησε να ζει στη θάλασσα ως μισό ψάρι και ως μισός άνθρωπος.


Από τότε κάθε χρόνο στις 2 Φεβρουαρίου εμφανίζεται στην επιφάνεια της θάλασσας και όταν συναντά κανένα καράβι, ρωτάει τους ναύτες εάν ζει ο Μ. Αλέξανδρος. Αν η απάντηση από τους ναύτες είναι, «ζει και βασιλεύει» χαίρεται και τραγουδάει διάφορους νέους σκοπούς. Αν όμως η απάντηση είναι ότι πέθανε ο Αλέξανδρος, τότε αναταράζει με οργή τα νερά της θάλασσας και βυθίζει το καράβι.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

επικοινωνιστε μαζι μας