Απέναντι
από το επιβλητικό Κουρσούμ Τζαμί, ένα μικρό, σχεδόν ξεχασμένο σπίτι επιμένει να
υπάρχει. Οι τοίχοι του, ραγισμένοι και φθαρμένοι, κρατούν ακόμη μέσα τους τη
σιωπή μιας ζωής που πέρασε, τις ανάσες, τα βήματα, τα βλέμματα ανθρώπων που
κάποτε το κατοίκησαν. Τώρα, το μόνο που του απομένει είναι η συντροφιά ενός
δέντρου - που ξεπροβάλλει από τα θεμέλιά του σαν προέκταση της ψυχής του.
Το
σπίτι αυτό μοιάζει με ψίθυρο μπροστά στη βροντερή αρχιτεκτονική του Τζαμιού,
και όμως, ο ψίθυρος αυτός δεν σβήνει. Είναι η φωνή της ταπεινότητας απέναντι
στη μεγαλοπρέπεια, της αντοχής απέναντι στη λήθη. Στέκει εκεί σαν να γνωρίζει
ότι δεν έχει τίποτα πια να χάσει, και γι’ αυτό τίποτα δεν μπορεί να το
τρομάξει.
Ο
χρόνος περνά και το σπίτι μικραίνει, μα ταυτόχρονα μεγαλώνει μέσα στη σιωπή
του. Γίνεται σύμβολο της επιμονής του ανθρώπινου μόχθου, της φτωχικής ζωής που
δεν χρειάζεται επιδείξεις για να αφήσει ίχνος. Δίπλα του, το δέντρο, απλωμένο
σαν προστάτης ή φίλος, κρατά τη σκιά του πάνω στα ερείπια, θυμίζοντας πως η
φύση γνωρίζει να αγκαλιάζει ό,τι ο άνθρωπος εγκαταλείπει.
Κι
έτσι, ανάμεσα στα χαλάσματα και στο μεγαλείο του ιερού, στέκει αυτό το ταπεινό
σπιτάκι - μια μικρογραφία ζωής που αντιστέκεται, όχι με δύναμη, αλλά με
αξιοπρέπεια.
Γιατί, στο τέλος, δεν είναι το μέγεθος που δίνει αξία στα πράγματα, αλλά η
σιωπηλή τους ψυχή.


Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου