Κάτι από το πνεύμα των στίχων, που αναφέρονται στους αρχαίους προγόνους μας και που λένε:
«Ο
Σόλων πάντα το ΄θελε
το
οινόπνευμα στο γεύμα,
τον
οίνο, τον απέβαλε
και
κράτησε το πνεύμα»,
η
Βαλτσινιώτικη συντροφιά επέλεξε να
γιορτάσει αντίστοιχα με τον δικό της συμποσιακό τρόπο και να απολαύσει την ημέρα της εορτής
του Αγίου Πνεύματος.
Βρήκαν
έναν παχύ ίσκιο κάτω από έναν πλάτανο, στην ταβέρνα του Λάκη Βότσιου,
παραγγείλανε τις μπύρες, τα τσιπουράκια και τους μεζέδες τους, πιάσανε τον
τζουρά κι αρχίσανε να τραγουδάνε ρεμπέτικα τραγούδια.
Καλλίφωνος
ανέκαθεν ο Γιώργος, νέο-ανερχόμενος στην ψαλτική ο Θανάσης, παρέα με τον Κώστα που κεντούσε στον τζουρά, συναντήθηκαν με τα τραγούδια του Μάρκου Βαμβακάρη και συνάδωντες τα
απογείωσαν.
Η γιορτή του Αγίου Πνεύματος προμηνύει το καλοκαίρι που έρχεται σιγά σιγά και
εκείνοι, ακάθεκτοι συνεχίζουν με τον καιρό κατάκορφα το λυτρωτικό τους σεργιάνι, στις
πανέμορφες γειτονιές του λαϊκού μελωδικού πολιτισμού.
Κι
έτσι, σαλπάρουνε, ως μερακλήδες, για ομορφιές πρωτόγνωρες.
Το
ανεύρετο γυρεύουνε τραγούδι. Μπορεί
κάπου να παραμονεύει τους τολμηρούς μάγκες που αφήνονται τραγουδώντας στης ζωής
τ’ αφρισμένα κύματα.
Και
να, το τραγούδι τους, σαν βουερό μουσικό ποτάμι, που πλημμυρίζει, δροσίζει και
ανακουφίζει την ύπαρξη.
Το
μεράκι ενός βασανισμένου λαού, που δεν κάνει, άλλο από αυτό που τόσο καλά του
μαθαίνουν οι αιώνες: Να ταξιδεύει για το κέφι του σκαρώνοντας τραγούδια τους αμέτρητους
καημούς και τις λιγοστές χαρές του.
Τσουγκρίζοντας τα ποτήρια και ρεμβάζοντας
απλά κι ασύστολα στον Γολγοθά και στο πανηγύρι της ζήσης του.
Υγίαινε!
– Χαίρε! - Ευοί ευάν!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου