Παρουσιάζει ο Λευτέρης Αθ. Αναστασίου
θα γράφω στίχους
με μολύβια λυπημένα
σε λευκά χαρτιά απουσίας
(Αυθαίρετες Συναρμογές)
Η ποιήτρια λειτουργεί με δυναμική γλωσσική αρτίωση, καταφέρνει να επικοινωνεί με πολλαπλούς τρόπους γραφής, προσπαθεί να προσεγγίσει την αισθητική ολοκλήρωση, διατηρώντας το όραμα μιας αναλλοτρίωτης ποιητικής μνήμης.
«Οι λέξεις μου τις νύχτες ξαγρυπνούνε
Υπνοβατώντας κατεβαίνουν τη μεγάλη ξύλινη σκάλα
Φορώντας λευκό σεντόνι όνειρα
Βαδίζουν σιωπηλές αναζητώντας ‘ένα ίχνος ζωής
Στην ακύμαντη καθημερινότητα των γκρίζων ημερών μου»
(Η μυστική ζωή των λέξεων).
Δοξασμός – αποθέωση του έρωτα στη σκιά μιας ιδιότυπης μοναξιάς, σε χρόνους αισθηματικών μεταφορών της κυριολεξίας. Βουβή στέκεται η αναπνοή και ψιθυρίζει την απόγνωσή της από άδειο μπαλκόνι… Έτσι απλώνεται η σιωπή όταν η Σελήνη φανερώνει την κλιτική της σε διπλανό αστεράκι.
«Κι εσύ ούτε λέξη στο σκοτάδι του έρωτά σου
βυθίζομαι στο μαύρο του
Κι εσύ ούτε μια λέξη…» (Σιωπή)
Μονόλογος λυρικού δοξαστικού με υπογραμμισμένες ψυχικές απεικονίσεις, με έξοχη την μεταμορφωτική ανάπλαση ερωτικής πληρότητας… Λυρική κράση με τολμηρή φαντασία και ανοιχτές αντένες. Ποιήτρια με ανοιχτή όραση, με προσωπική έκφραση – παρά τις αχνές απομιμήσεις των… «μεγάλων» με φανερή εκφραστική ένδεια – η οποία δικαιώνει την υποδοχή της πρωτοεμφανιζόμενης στο χώρο.
Ναι! Μα ψηλοθώρητη από την πρώτη έκδοση. Σε κάθε έρημο δισταγμού ανθοβολεί πάντα κάποια ελπίδα.
«Λέξεις εκτοξεύονται εκατέρωθεν
Ποιητές χορεύουν στα κύματα
Στίχοι αιωρούνται επί της κεφαλής συνδαιτυμόνων
Άλλοι αδυνατούν να επιπλεύσουν και βυθίζονται» (Βαθύ γαλάζιο)
Μορφοποίηση της διονυσιακής όψης του λυρισμού με αξιοζήλευτη καλλιέργεια. Στους στίχους της ποίησης της Γεωργίας Κολοβελώνη, δύσκολα θα συναντήσει κανείς λέξεις που νοθεύουν, έστω και ελάχιστα, τη γνησιότητα των αισθημάτων. Βρίσκει ο «αναγνώστης» ένα συμπιεσμένο πάθος «καταφυγής», το οποίο επιτρέπει το πέρασμα μιας λόγιας συχνότητας – ίσως και από επαγγελματική διαστροφή, φιλόλογος γαρ στο δημιουργικό προσωπικό βίωμα.
«Στο μυαλό των ποιητών ανθίζουν μαργαρίτες
Αντί μεσολόβιων συνδέστων μετωπιαίων λοβών
Και άλλων δυσερμήνευτων τινών
Τινάζουν πέταλα με λέξεις από μίσχους
Και κίτρινες στιγμές αοριστίας (Οι ποιητές)
Είναι εκπληκτικά ευρηματική ποίηση σε εύστοχες λέξεις, για τούτο δεν εκπίπτει ποτέ σε άνοστη φλυαρία. Λέξεις χαλκόχυτες, αργασμένες σε πεζό εργαστήρι με ερμητικότητα και κοντά σε σκηνική συμβατικότητα.
Διατηρεί πάντα τα διδάγματα μιας κλασσικής παιδείας και στη γλώσσα και στην έννοια της αφομοίωσης του ύφους, σε αυτό που στους στίχους της προβάλλει. Βέβαια είναι φυσικό γιατί ζει η ποιήτρια σε μια εποχή κρίσης των αισθητικών αξιών και αλλοτρίωσης – από τον γλωσσικό ιμπεριαλισμό των αγγλοσαξώνων της γλώσσας.
«Σαν ξημερώσει επιστρέφουνε κατάκοπες
Στη γαλάζια ησυχία του μυαλού μου
Με μια υποψία θλίψης στις άκρες των βλεφάρων τους
Για το μοναχικό ταξίδι
Που απαράλαχτο επαναλαμβάνεται
Όλες τις νύχτες…..
Οι λέξεις μου τις νύχτες ξαγρυπνούνε» (Μυστική ζωή λέξεων).
Ποίηση με ξεχωριστό άρωμα Αγάπης…Χάδι στην πληγή λαβωμένης κρυγής. Με ερωτικό αίσθημα βγαλμένο από βιβλία του Κωστή Μοσκώφ…Για αυτό και διαρκές στην πολύφλογη εκρηκτικότητά του. Μόνο που σήμερα αισθήματα με τέτοιες εντάσεις κρύβουν παγιδεύσεις απατηλής ευδαιμονίας, οι οποίες οδηγούν τους ξένοιαστους λωτοφάγους σε άνυδρη έρημο ματαιωμένου ονείρου. Χώνεται με σπαραγμό σε ερημιές απογοήτευσης και εκβάλει Κιρκεγκωριανή κραυγή ως μήνυμα στου εωθινού το χάραγμα.
«Κι έμαθα μαζί σου να συλλαβίζω
Την ανυπαρξία
Σαν έφυγες στο τέλος του καλοκαιριού» (Πεπρωμένο)
Η ποίηση της Γεωργίας Κολοβελώνη έχει στενό δεσμό αίματος με τη συνείδηση. Τα ποιήματά της δεν είναι έκθεση ιδεών…Δεν προδίδουν ούτε τη λειτουργία της ποίησης, ούτε τους εραστές του λυρικού λόγου, ούτε την ελευθερία της. Η αληθινή ποίηση μόνο ευδαιμονία προσφέρει κι ας είναι αφορμή της, σπαραγμός καρδιάς. Την ενδιαφέρει πιότερο η λειτουργία της Τέχνης από την εν-τέλειά της.
Υπηρετεί την ποίηση και όχι την στιχοποιία.
Στίχος λιτός, απαλός, με εσωτερική μουσικότητα, δίχως αισθητικούς και τεχνητούς ακροβατισμούς. Απόδραση επιχειρεί όσο η ζωή στενεύει και σε αισθήματα στερεύει. Καταφεύγει κάπου όπου αίρεται όχι η ωμή αίσθησή τους.
«Θα με βρεις
Στις ώρες της μοναξιάς σου
Όταν θα σκέφτομαι τα χείλη σου
Σαν δαγκωμένο φρούτο» (θα με βρεις)
Καλή αρχή Γεωργία. Κάθε ποίημά σου μια προσεχτική λαγαρή φωνή με γλωσσική ωριμότητα… Ο φίλος μου ο Βασίλης στης Εδέμ τους θεήλατος λειμώνες με περηφάνεια θα διαβάζει φωναχτά τα ποιήματά σου…
Μη σταματάς…Περιμένουμε κι άλλη έκδοση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου