Δευτέρα 13 Οκτωβρίου 2014

Τα κονάκια της περιοχής των Τρικάλων


Ζωντανά μνημεία της περιόδου της μεγάλης ιδιοκτησίας γης, τα κονάκια, … αφηγούνται την ιστορία τους... Μία ιστορία άρρηκτα συνδεδεμένη με τη νεότερη ιστορία του τόπου μας.
Τα περισσότερα απ’ αυτά χτίστηκαν λίγο πριν ή λίγο μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλίας από τους Τούρκους μπέηδες, αλλά και τους τσιφλικάδες που τους διαδέχθηκαν.
Τα κονάκια, που δέσποζαν στην περιοχή του τσιφλικιού, ήταν η κατοικία του ιδιοκτήτη. Γύρω από το κεντρικό κτίριο υπήρχαν πολλά δευτερεύοντα οικήματα, αποθηκευτικοί χώροι κ.λ.π.



Λίγα απ’ αυτά συντηρήθηκαν και αξιοποιήθηκαν ως πολιτιστικοί χώροι από τις τοπικές αρχές, που έδειξαν ενδιαφέρον να διασώσουν ότι απέμεινε από την ιστορία τους. Τα περισσότερα, παραμένουν μισοερειπωμένα, αδύναμα να αντισταθούν στη φυσική φθορά του χρόνου και στην παντελή έλλειψη ενδιαφέροντος.
Παρουσιάζουμε παρακάτω μια σειρά από αυτά, τα ζωντανά μνημεία του τόπου μας, τα κονάκια της περιοχής των Τρικάλων, δίνοντας διάφορες πληροφορίες για τα ιστορικά, αρχιτεκτονικά λαογραφικά και γενικά τα χαρακτηριστικά στοιχεία τους.

Το κονάκι της Πατουλιάς (κονάκι του Ζουρνατζή)

Το κονάκι της Πατουλιάς είναι ένα πέτρινο κτίριο το οποίο βρίσκεται στην Πατουλιά και επί Τουρκοκρατίας ήταν το σπίτι του Αγά της περιοχής. Αυτός κατείχε όλο τον κάμπο και είχε πολλούς στη δούλεψή του. Με την απελευθέρωση το αγόρασε η οικογένεια Ζουρνατζή και το διατηρεί μέχρι σήμερα κατέχοντας βέβαια μόνο το 1/10 της έκτασης που είχε τότε ο Αγάς.
Πρόκειται για ένα διώροφο αρχοντικό που κεντρίζει αμέσως την προσοχή.

Κτίστηκε στην Πατουλιά στις αρχές του 19ου αιώνα.
Όταν σεργιανίσει κανείς στα λιτά σοκάκια της Πατουλιάς, αναμφίβολα πέραν των εικόνων από τις συνηθισμένες αγροτικές εργασίες των κατοίκων της, τα βλέμματα θα πέσουν στο διώροφο πέτρινο αρχοντικό (κονάκι) με τους βοηθητικούς χώρους την αποθήκη (κουτσέκι) που δεσπόζει στην ανατολική πλευρά χωριού.
Θα αποτυπώσει στη μνήμη του την αρχιτεκτονική και θα εντυπωσιαστεί πραγματικά αν ξεναγηθεί στους χώρους του, αλλά και στην μεγάλη αυλή.
Είναι ένα κτίριο με μεγάλη ιστορία και σημασία.

Ανατρέχοντας στην ιστορία του διώροφου αρχοντικού, μέσα από τις παραδόσεις που μεταφέρονται από τους κατοίκους αλλά και μια επιγραφή που βρίσκεται αναρτημένη σε πέτρα στην αποθήκη, το κουτσέκι, όπως το αποκαλούν οι ηλικιωμένοι, το κτίριο κτίστηκαν το 1903.
Στο αρχοντικό έζησαν τρεις γενιές, της οικογένειας Ζουρνάντζη. Σήμερα ιδιοκτήτης του είναι ο κ. Αναστάσιος Ζουρνατζής, γόνος του Κωνσταντίνου Ζουρναντζή ενός γαιοκτήμονα που στις αρχές του 19ου αιώνα απασχολούσε στα χωράφια του ένα μεγάλο μέρος των κατοίκων της Πατουλιάς.
Το σπίτι δεν κατοικήθηκε ποτέ μόνιμα. Περιστασιακά σε αυτό ζούσαν οι ιδιοκτήτες τους. Προσφέρθηκε όμως χωρίς δεύτερη σκέψη από εκείνους, σε κατοίκους του χωριού που οι Γερμανοί την περίοδο της κατοχής έκαψαν τα σπίτια τους.
Σ' αυτό το κτήριο γυρίστηκε το 1965 η γνωστή ελληνική ταινία «Το χώμα βάφτηκε κόκκινο», που αναπαριστούσε με ζωντανό τρόπο τις σχέσεις τσιφλικάδων και κολήγων.
Στις αρχές της δεκαετίας του΄60 για διάστημα 6 μηνών το κονάκι απέκτησε ζωή. Μια ζωή που οι κάτοικοι της Πατουλιάς την θεώρησαν πρωτόγνωρη για τα δεδομένα του χωριού. Μετά από μια επαφή που είχαν ιδιοκτήτες της οικίας με παραγωγούς του Ελληνικού κινηματογράφου, αποφασίστηκε να γυριστεί ένα μεγάλο μέρος της ταινίας «Το χώμα βάφτηκε κόκκινο». Μια ταινία σε σκηνοθεσία του Βασίλη Γεωργιάδη, σε σενάριο Nίκου Φώσκολου, σε παραγωγή Φίνος Φιλμ, Δαμασκηνός-Mιχαηλίδης.
Η ταινία ήταν υποψηφία για Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας το 1966. Ανεπίσημη συμμετοχή στο Φεστιβάλ Καννών 1966. Βραβείο μουσικής στο Καρλοβι Βαρι 1966.

Το κονάκι των Μεγάλων Καλυβίων (κονάκι του Βελή - Πασά)

Τα Μεγάλα Καλύβια στην Τουρκοκρατία ήταν τσιφλίκι του Αλή Πασά και αργότερα του γιου του Βελή Πασά.
Ο Βελή Πασάς όσο διοικούσε την περιοχή έφτιαξε, την προσωπική του κατοικία στο κέντρο του χωριού, το Κονάκι. Ήταν περίτεχνα φτιαγμένο με τριάντα πέντε δωμάτια, με εσωτερικά λουτρά και τουαλέτες. Μετά τον θάνατο του Αλή Πασά, ο Σουλτάνος δώρισε το χωριό στη χήρα του εγγονού του Αλή, Ισμαήλ Πασά.
Το Κονάκι μέχρι την απελευθέρωση αποτέλεσε την επίσημη κατοικία του Τούρκου αφέντη και το διοικητήριο της ευρύτερης περιοχής ενώ μετά την απελευθέρωση ήταν η έδρα του διοικητή του τσιφλικιού του Κωνσταντίνου Ζάππα – πλούσιου Έλληνα ομογενή στη Ρουμανία που αγόρασε τα Μεγάλα Καλύβια κι άλλα χωριά – που ήταν ο ανιψιός του ιδιοκτήτη Απόστολος Ζάππας. Το κτίριο σώζεται έως σήμερα και το 1995 χαρακτηρίστηκε ως ιστορικό διατηρητέο κτίσμα από το Υπουργείο Πολιτισμού. Από το 1976 στεγάζει το Λαογραφικό Μουσείο των Μεγάλων Καλυβίων και τον Εκπολιτιστικό Σύλλογο.

Το κονάκι της Περιστέρας (κονάκι – η Κούλια του Μέκιου)

Ένα σημαντικό Κονάκι, που αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της νεότερης ελληνικής ιστορίας και το οποίο χρήζει συντήρησης και μπορεί ακόμη και να μετατραπεί σε μουσείο λαϊκής τέχνης, σώζεται στο χωριό Περιστέρα, Καλαμπάκας.
Το κονάκι ήταν του μπέη του τσιφλικιού και μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλίας η ιδιοκτησία του πέρασε στον  Βασίλειο Μέκιου. Το οίκημα, εικάζεται ότι  χτίστηκε μεταξύ των ετών 1881-1895, δηλαδή μετά την απελευθέρωση και πριν  από το κάψιμο του χωριού (1897), αλλά πάλι δεν είναι βέβαιο, καθώς δεν υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία. Από τους επιζώντες, γεννηθέντες την περίοδο 1880-90, κανείς δεν θυμόταν την ανέγερση του κτιρίου, παρά μόνο από ακούσματα των γονιών τους.
Το κτίσμα, πάντως,  είναι ένδειξη ότι οι τεχνίτες έμειναν αρκετό καιρό στο χωριό (μήνες ή και χρόνια), προκειμένου να ολοκληρώσουν το κτίσιμό του. Το "κονάκι" (Κούλια, όπως το αποκαλούν οι ντόπιοι), είναι ένα νεοκλασικό πέτρινο κτίριο, με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Για την κατασκευή του χρησιμοποιήθηκαν υλικά από τη φύση, που αφού τα επεξεργάστηκαν κατάλληλα οι μάστορες, τα έχτισαν με τέτοιο μεράκι, ώστε (ενώ το κτίσμα είναι ογκώδες) να φαίνεται λιτό, ελαφρύ και καλοδουλεμένο.
Όσον αφορά τα χαρακτηριστικά του κτιρίου, ο πρώτος όροφος έχει πολυγωνικό χτίσιμο και επικοινωνεί με την αυλή με εξωτερική πέτρινη σκάλα, ενώ για το χτίσιμό του χρησιμοποιήθηκαν μικρότεροι λίθοι, λαξευμένοι σύμφωνα με το κυψελοειδές. Ο β΄ όροφος, κατασκευασμένος από αργολιθοδομή, είναι επιχρισμένος εξωτερικά και φέρει διακοσμητικές ταινίες, λείες και οδοντωτές. Όλοι οι όροφοι επικοινωνούν μεταξύ τους με εσωτερική σκάλα.
Οι τέσσερις γωνίες του κτιρίου καθώς και τα ανοίγματα των παραθύρων κατασκευάστηκαν από ορθογωνισμένους γωνιόλιθους που προεξέχουν-ελαφρώς- από την υπόλοιπη επιφάνεια του τοίχου (πλην του άνω μέρους των κουφωμάτων που είναι χτισμένα, ελαφρώς τοξωτά, με τούβλα). Η κυρία είσοδος του κτιρίου καθώς και τα παράθυρα του ημιυπόγειου και πρώτου ορόφου ήταν ασφαλισμένα με βαριά σιδερένια κάγκελα  (μερικά σώζονται μέχρι σήμερα) από ατόφιο  σίδερο.
Γενικά, όλο το οικοδόμημα,  μαζί με την κεραμιδένια στέγη, παρουσιάζει μια επιβλητικότητα, μεγαλοπρέπεια και αρχοντιά. Το "κονάκι"-ίσως το μοναδικό αντιπροσωπευτικό δείγμα τσιφλικόσπιτου σε όλη τη  Θεσσαλία- πέρα από την τεχνική του κατασκευή, έχει ιστορική, λαογραφική και αισθητική αξία.
Σήμερα, το κτίριο είναι ακατοίκητο και κινδυνεύει να καταρρεύσει.
Το Κονάκι αυτό αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της νεότερης ελληνικής ιστορίας. Συνδέθηκε με την τσιφλικοκρατία, τη ληστοκρατία, τους κολίγους, γι' αυτό και δεν εξετάζεται μόνο ως ένα νεοκλασικό έργο τέχνης.
Το "Κονάκι Μέκιου", χαρακτηρίστηκε διατηρητέο, ως ιστορικό μνημείο και έργο τέχνης.

Το κονάκι της Πηγής (κονάκι του Δερβέναγα)

Στο κέντρο του χωριού Πηγή βρίσκεται ένα παραδοσιακό κτίριο κτισμένο στα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Πρόκειται για δίπατο κυβόσχημο κτίριο με την επάνω ανατολική γωνία σε σχήμα Γ. Εντοιχισμένη μαρμάρινη πλάκα μας πληροφορεί ότι το κονάκι αγόρασε το 1893 ο Κωνσταντίνος Τσιτσόπουλος εκ Καρπενησίου, μαζί με τον περιβάλλοντα χώρο των 25 στρεμμάτων. Το 1918 – 20 το αγόρασε ο Πετρούτσος από την γυναίκα του Μαρίνα απέκτησε τον Σπύρο. Όταν ο Πετρούτσος πέθανε η γυναίκα του παντρεύτηκε τον γιατρό Αθανάσιο Δερβέναγα (τέως βουλευτή). Το κονάκι σήμερα ανοίκει στον Σπύρο Πετρούτσο  συνταξιούχο διευθυντή Αγροτικής Τράπεζας Βόλου. Για πάρα πολλά χρόνια επιστάτης στο κονάκι ήταν ο Βασίλειος Δήμου κάτοικος Πηγής.

Το κονάκι του Αγναντερού (κονάκι του Χρηστάκη Ζωγράφου)

Το κονάκι του Αγναντερού είναι κτισμένο σε ένα μεγάλο οικόπεδο στα ανατολικά όρια του οικισμού και διατηρείται σε κακή κατάσταση. Πρόκειται για μεγάλων διαστάσεων τσιφλικόσπιτο (12χ18μ. περίπου), το οποίο είναι διώροφο, λιθόκτιστο και στεγασμένο με ξύλινη τετράκλινη στέγη, καλυμμένη με κοίλα κεραμίδια βυζαντινού τύπου. Στη νοτιοδυτική του γωνία προβάλλει ο αμυντικός πυργίσκος , ενώ μαρτυρείται η ύπαρξη και ενός δεύτερου, ο οποίος κατεδαφίστηκε γύρω στα 1940. Κτίστηκε την τελευταία περίοδο της τουρκοκρατίας και αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα οχυρής κατοικίας, όπως αυτή που διαμορφώθηκε στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα στην περιοχή της πεδινής Θεσσαλίας.  Στην αρχική του μορφή είχε αμυντική οργάνωση με ελάχιστα μικρά παράθυρα στο ισόγειο, που πληθαίνουν  εντυπωσιακά στον πάνω όροφο, πολλές πολεμίστρες περιμετρικά του κτηρίου, ενισχυμένη εξώπορτα με μεταλλικό έλασμα και αμυντικούς πυργίσκους διάτρητους από πολεμίστρες, που συμπλήρωναν την αμυντική του θωράκιση. Η κύρια είσοδος του βρίσκεται στο κέντρο της δυτικής όψης και έχει τοξωτή διαμόρφωση, με καλοδουλεμένο λίθινο περιθύρωμα, το οποίο φέρει λιθανάγλυφο διάκοσμο από ροζέτες, πεντάλφες κ.α..
Το κονάκι αυτό αγοράστηκε από τον Εφέντη Χρηστάκη Ζωγράφο, πλούσιο Βορειοηπειρώτη και Εθνικό Ευεργέτη, μαζί με το τσιφλίκι της περιοχής, προφανώς λίγο πριν την απελευθέρωση της Θεσσαλίας στα 1881, όταν πολλοί Τούρκοι εκποιούσαν τις περιουσίες τους και μετακόμιζαν σε άλλες ασφαλέστερες για αυτούς περιοχές της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Στο κονάκι αυτό διέμεινε από την άνοιξη του 1879 έως το 1889 και ο συγγραφέας Χρήστος Χρηστοβασίλης, όταν εξορίστηκε από την Ήπειρο και εργάστηκε ως γραμματέας πλάι στο θείο του Σπυράκη Βασιλείου που ήταν επιστάτης στα κτήματα του Χρηστάκη Ζωγράφου. Στο διήγημά του «Ο Καληκάντζαρος» (Ναπ. Λαζάνης, Ανθολόγιο Πεζού λόγου, Αθήνα 1997) γράφει χαρακτηριστικά: «Στεκόμουν στο παραθύρι του πύργου, που κατοικούσα, πύργου που είχε ιστορία ακέρια από τους καιρούς των αγάδων, των εφέντιδων, των μπέιδων και των πασάδων, όταν οι σημερινοί επιστάτες του χωριού λέγονταν σιουμπασιάδες, κι ο αφεντικός του είταν Τούρκος…».
Σήμερα το κτίσμα αυτό ανήκει στην οικογένεια Παπαευθυμίου και έχει χαρακτηριστεί το 1979, ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο και προστατεύεται από τις διατάξεις του αρχαιολογικού νόμου.

Το κονάκι της Λαζαρίνας (κονάκι του Χρηστάκη Ζωγράφου)

Στη μέση ενός μεγάλου και κατάφυτου από αιωνόβια δένδρα οικοπέδου, στη Λαζαρίνα της Καρδίτσας, βρίσκεται το κονάκι του μεγαλοκτηματία Ζωγράφου, το οποίο αποτελείται από την κυρίως κατοικία και τα βοηθητικά του προκτίσματα, τις αποθήκες, το εργοστάσιο επεξεργασίας ρυζιού κ.ά., στα οποία σήμερα στεγάζεται η επιχείρηση της "ΙΠΠΟ-ΤΟΥΡ".
Η ακριβής χρονολογία κατασκευής του δεν μας είναι γνωστή. Μπορούμε, όμως, να το τοποθετήσουμε χρονολογικά, αμέσως μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλίας και την απόκτηση της γης από την οικογένεια Ζωγράφου.
Το κτίριο αυτό υπήρξε κατοικία του Γεωργίου Ζωγράφου, ο οποίος έφερε στη Λαζαρίνα την επιστημονική καλλιέργεια της γης, της δενδροκομίας και της κτηνοτροφίας και ίδρυσε τα Ζωγράφεια εργοστάσια ζαχάρεως, Ρυζιού και βάμβακος.
Υπήρξε διδάκτωρ του Δικαίου του Πανεπιστημίου του Μονάχου και επί σειρά ετών Βουλευτής Καρδίτσας και Αθηνών, υπουργός Εξωτερικών, Γενικός Διοικητής του Βορειοηπειρωτικού Αγώνα και Συνδιοικητής της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος στις πρώτες δεκαετίες του αιώνα μας.
Το κτίριο του κονακιού είναι μεγάλων διαστάσεων, διώροφο, με σοφίτες και ενισχυμένο στη νοτιοδυτική γωνία του με πολυγωνικό πύργο, διάτρητο από πολεμίστρες για την αμυντική του θωράκιση.
Ο όγκος του διασπάται σε επιμέρους τμήματα, ισόγεια, διώροφα και τριώροφα, σε εσοχή και προεξοχή, δημιουργώντας μια έντεχνη πλαστικότητα στη διάρθρωση των όγκων του και ένα παιχνίδισμα γραμμών και σχημάτων, τα οποία εναρμονίζονται απόλυτα με το πλούσιο φυσικό περιβάλλον της περιοχής. Στο ισόγειο είναι χωροθετημένα τα δωμάτια των επισκεπτών, το γραφείο του ιδιοκτήτη, η κουζίνα, οι χώροι υποδοχής και άλλοι βοηθητικοί χώροι. Ο όροφος αποτελούσε τον κύριο χώρο διαμονής των ιδιοκτητών, ενώ στη σοφίτα διέμενε το υπηρετικό προσωπικό.
Στο κτίριο αυτό, κατά την περίοδο της Εθνικής Αντίστασης στεγάστηκε το στρατηγείο των Εγγλέζων στην περιοχή και μία πτέρυγά του διαμορφώθηκε σε νοσοκομείο.
Από το κτίριο αυτό πέρασε και ο Άρης Βελουχιώτης με τους Ιταλούς αιχμαλώτους, τους οποίους έκλεισε στους στάβλους και στο περιβόλι του κονακιού.
Το κονάκι του Χρηστάκη Ζωγράφου βρίσκεται στο χωριό Λαζαρίνα και αποτελεί ένα σπάνιο δείγμα αρχιτεκτονικής. Έχει πλούσιο διάκοσμο, πολεμίστρες στην κορυφή και τα αιωνόβια δέντρα, που το ζώνουν, δημιουργούν ένα υπέροχο φυσικό περιβάλλον.
Σημερινή ιδιοκτήτρια του κονακιού είναι η κ. Αλεξάνδρα Χανδρή μέλος της γνωστής οικογένειας των εφοπλιστών. Το αγόρασε το 1994 και φιλοδοξεί να το αναπαλαιώσει και να το λειτουργήσει σα μουσείο. Δίπλα στο κονάκι, σε μια μεγάλη έκταση, λειτουργεί ένα ιπποφορβείο από το 1923. Τώρα ανήκει στην εταιρία του ελληνικού ιπποδρόμου με κύριο μέτοχο την κ. Χανδρή. Αποτελεί ένα από τα καλύτερα εκτροφεία αλόγων όλης της Ευρώπης.
Γενικά όλο το περιβάλλον του κονακιού και της γύρω περιοχής με τα πλατάνια, το πράσινο και τα χιλιάδες άλογα παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον και ασκεί γοητεία στον κάθε επισκέπτη.
Το αρχοντικό του 1896, που κληροδότησε ο τσιφλικάς Χρ. Ζωγράφος, καθώς και τα μνημεία βιομηχανικής κληρονομιάς (το α΄ εργοστάσιο ζάχαρης στην Ελλάδα και το ορυζοποιείο), στέκουν ακόμη μάρτυρες της βιομηχανικής και οικονομικής δραστηριότητας της εποχής. Πρώτη ύλη για το εργοστάσιο ζάχαρης του Ζωγράφου, που έκλεισε το 1909-1910, ήταν τα τεύτλα που καλλιεργούσε στα χωράφια του. Τα σωζόμενα τμήματα των κτιρίων αποτελούν πόλο έλξης για τους επισκέπτες του τόπου, ενώ τα τελευταία χρόνια γίνονται προσπάθειες για την ανακατασκευή και μετατροπή του εργοστασίου σε βιομηχανικό μουσείο.

Το κονάκι της Μεγάρχης


Ένα από τα δύο παραδοσιακά κτίσματα του χωριού Μεγάρχη, που χρονολογούνται από την εποχή της Τουρκοκρατίας είναι το σωζόμενο μέχρι και σήμερα κονάκι της Μεγάρχης.
Το συγκεκριμένο κονάκι, στην τουρκοκρατία, ιδιοκτησιακά ανήκε στον Τζαφίρ Αγά. 

Ο κτήτορας, Γιώργος Παπανικολάου-Παπαγεωργίου με την γυναίκα του και την μάνα του.
Στη συνέχεια με την υπ’ αρίθμ. 87922 συμβολαιογραφική πράξη δωρεάς πέρασε στην ιδιοκτησία του Γιώργου Παπανικολάου – Παπαγεωργίου, ο οποίος το κληροδότησε στη συνέχεια στα θετά παιδιά του, Σταυρούλα και Θεόδωρο Πλιάτσικα.
Τίτλος ιδιοκτησίας του 1899

Η μετάφραση του τούρκικου εγγράφου

Το μισό από τα τρία μερίδια του τσιφλικιού Μεγαράκη (Μεγάρχη), που βρίσκεται στον καζά της πόλεως Τρικάλων του σαντζακιού Τρικάλων και είναι από τα τσιφλίκια που πωλούνται με υψηλό μου διάταγμα και ανήκουν, από παλιά, στα καταγεγραμμένα από το Υπουργείο Οικονομικών αυτοκρατορικά μου ακίνητα/κτήματα, το κατείχε με σουλτανικό τίτλο ιδιοκτησίας (mülknâme) ο Στέφανος γιος Κωνσταντή Σωμάκη/Θωμάκη, από τους κατοίκους του παραπάνω καζά, με προκαταβαλλόμενο μίσθωμα είκοσι τριών χιλιάδων εξακοσίων δεκαέξι και μισό γροσιών και μη προκαταβαλλόμενο μίσθωμα [ ] είκοσι άσπρων. Το προαναφερθέν μερίδιο των τριάντα χιλιάδων γροσιών το παραχώρησε στην παρούσα κάτοχο του σουλτανικού μου τίτλου ιδιοκτησίας, την Αγγελική κόρη Γιακωβάκη, που επίσης κατοικεί στον προαναφερθέντα καζά. Επειδή ο παραπάνω τίτλος ιδιοκτησίας χάθηκε, σύμφωνα με πρακτικό από το συμβούλιο των Τρικάλων, και με δεδομένο ότι παραδόθηκε στο Υπουργείο Οικονομικών το ποσό των πέντε χιλιάδων τριακοσίων έντεκα γροσιών και τριάντα άσπρων για τα διάφορα έξοδα της μεταβίβασης του παραπάνω μεριδίου, μαζί με το ποσό των εξακοσίων ογδόντα τριών γροσιών και είκοσι άσπρων για το μη προκαταβαλλόμενο μίσθωμα του έτους εβδομήντα έξι, και προκειμένου να δοθεί νέος τίτλος ιδιοκτησίας για να μπορέσει να καταγραφεί το παραπάνω μερίδιο στην προαναφερόμενη, εξέδωσα σουλτανικό φιρμάνι και τίτλο ιδιοκτησίας και διέταξα η Αγγελική να κατέχει το μισό από τα τρία μερίδια του προειρημένου τσιφλικιού Μεγάρχης, το οποίο θα παραμείνει σε παιδιά, γυναίκες και άντρες εξίσου και με τον όρο ότι θα καταβάλλεται στον εντεταλμένο υπάλληλο ο ετήσιος φόρος και η δεκάτη στην ώρα της, αρχής γενομένης από αρχές Μαρτίου του έτους εβδομήντα επτά. Επιπλέον θα έχει στην κατοχή της τα εργαλεία, τα σιδηρικά κ.ά. που υπάρχουν από παλιά [στο τσιφλίκι]. Κάθε χρόνο αφού πληρώσει πλήρως το μη προκαταβαλλόμενο μίσθωμα που θα ορίζεται, κανένας και με κανέναν τρόπο να μην επεμβαίνει και να μην την ενοχλεί. Αυτά να γνωρίζουν και να έχουν εμπιστοσύνη στο σουλτανικό μου μονόγραμμα. Συντάχθηκε την δεύτερη και εικοστή μέρα του μηνός ζιλκαντέ του ιερού, το έτος επτά και εβδομήντα και διακόσια και χίλια [22 Ζιλκαντέ 1277=01/06/1861]. [υπογραφή: δυσ/στη.



Συμβολαιογραφική πράξη αποδοχής Δωρεάς του κτίσματος

Ο Θεόδωρος και η Σταυρούλα Πλιάτσικα κληρονόμοι του κτίσματος

Σήμερα κληρονόμοι και ιδιοκτήτες του κτίσματος είναι τα αδέλφια Θανάσης και Αναστασία Πλιάτσικα.

Η σημερινή κληρονόμος Αναστασία Θ. Πλιάτσικα

Το κτίσμα χρονολογείται από τις αρχές του 19ου αιώνα. Είναι ένα περίτεχνο ιδιόκτητο κτίσμα, το οποίο υπέστη διάφορες μετατροπές στο πέρασμα των χρόνων. Μειώθηκε το ύψος του και ξηλώθηκαν οι πολεμίστρες που μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα έστεκαν περιμετρικά του κτιρίου για να προστατεύουν τους ένοικους από επιδρομές ληστών.
Χαρακτηρίζεται ζωντανό μνημείο παραδοσιακής αρχιτεκτονικής, καθότι έχει μεγάλη αρχιτεκτονική, ιστορική και λαογραφική αξία.
Κατά καιρούς έχουν γίνει διάφορες προτάσεις ώστε να περάσει στην δικαιοδοσία του Δήμου, να συντηρηθεί, να αναδειχθεί και να στεγαστεί σε αυτό το λαογραφικό μουσείο.


Το κονάκι της Ζηλευτής (κονάκι του Τσιτσιόπουλου)

Το κονάκι της Ζηλευτής βρίσκεται στο κέντρο του χωριού και αποτελεί τον αδιάψευστο μάρτυρα της εποχής του φτωχού κολίγου και του πλούσιου τσιφλικά.
Με την προσάρτηση της Θεσσαλίας στην Ελλάδα, ο Χρήστος Τσιτσόπουλος αγόρασε από τους αποχωρούντες Τούρκους μπέηδες τα τσιφλίκια Ζούλιανη και Τουρναβοί. Στα χωριά αυτά έχτισε και από ένα κονάκι τα οποία χρησιμοποιούσε για δική του κατοικία αλλά και για τους επιστάτες του. Ο Τσιτσόπουλος έμεινε στο κονάκι μόνο όταν επισκεπτόταν το χωριό, καθότι η μόνιμη κατοικία του ήταν στην Αθήνα.
Το κονάκι της Ζηλευτής κτίστηκε το 1885. Είναι ένα πέτρινο διώροφο οίκημα με ευρύχωρα δωμάτια, μεγάλη σάλα και εσωτερική σκάλα. Το ισόγειο αποτελείται από τρία δωμάτια και χωλ ενώ ο επάνω όροφος έχει δύο δωμάτια, χωλ και κουζίνα. Πίσω από το κονάκι υπήρχε το κουτσέκι (αποθήκη γεωργικών προϊόντων) 20χ10 μέτρα.
Το κονάκι αυτό αποτελούσε το διοικητικό κέντρο του τσιφλικιού.
Μετά την αναγκαστική απαλλοτρίωση του κτήματος της Ζηλευτής, ιδιοκτησίας του Χρήστου Τσιτσόπουλου, δια των υπ’ αριθμ. 16 του 1920 και 24 του έτους 1924 αποφάσεων της επιτροπής απαλλοτριώσεων των Τρικάλων, οι κληρονόμοι του Χρ. Τσιτσόπουλου πούλησαν το κονάκι στον Ευάγγελο Δημ. Τσιλέμο, αντί του ποσού των 100.000 δραχμών.
Έτσι από το 1926 το κονάκι ανήκει στην οικογένεια και στους κληρονόμους του Ευάγγελου Τσιλέμου.
Σήμερα, υπάρχουν διάφορες προτάσεις, ώστε αυτό το τοπικό μνημείο της πολιτιστικής κληρονομιάς, να αγορασθεί από το δήμο, να συντηρηθεί και να αποτελέσει ένα πολιτιστικό κέντρο, διαφυλλάσοντας έτσι, τις προγονικέ μνήμες του χωριού.


Το κονάκι της Χρυσαυγής (Τουρναβοί) του Χρήστου Τσιτσόπουλου

Κατά την προσάρτηση της Θεσσαλίας στο Ελληνικό κράτος, το 1881,
οι πλούσιοι Οθωμανοί της Θεσσαλίας, αφού εξασφάλισαν παρασκηνιακά ότι δεν θα θιχτούν οι περιουσίες τους, συναίνεσαν στο να περάσει η Θεσσαλία από την καταρρέουσα οθωμανική εξουσία στο ελληνικό κράτος. Τι τους ένοιαζε αυτούς; Τι Μπραΐμης, τι Ζαΐμης, που έλεγε κι ένα ρητό της εποχής! Τις περιουσίες τους να μη χάσουν, και γαία μειχθείτω πυρί.
Στις 20 Ιουνίου 1881 υπογράφτηκε στην Κωνσταντινούπολη η ελληνοτουρκική συνθήκη με την οποία παραχωρούνταν στην Ελλάδα η Θεσσαλία (εκτός από την επαρχία της Ελασσόνας) και ο νομός Άρτας.
Τον Αύγουστο ο ελληνικός στρατός παρέλαβε τις Θεσσαλικές πόλεις, αποχωρούντων των Τούρκων. Αφού η προσάρτηση έγινε με διπλωματικές και όχι με πολεμικές ενέργειες, τα εδάφη και γενικά οι περιουσίες των Τούρκων στη Θεσσαλία δεν θίχτηκαν στο παραμικρό. Μάλιστα υπήρχε συγκεκριμένο άρθρο στη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης που όριζε ότι οι Έλληνες δεν θα πειράξουν τα τζαμιά και τα άλλα δημόσια κτίρια των Τούρκων, δεν θα πραγματοποιήσουν αναγκαστικές απαλλοτριώσεις στα τσιφλίκια τους και γενικά θα σεβαστούν όλους τους οθωμανικούς τίτλους ιδιοκτησίας.
Εδώ έχει τις ρίζες του ένα από τα μεγαλύτερα κοινωνικά προβλήματα που έζησε η Ελλάδα στη νεότερη ιστορία της, το λεγόμενο Αγροτικό Ζήτημα.
Οι Τούρκοι μεγαλοτσιφλικάδες έφυγαν και ήρθαν οι Έλληνες (ακόμα πιο μεγαλοτσιφλικάδες)
Λίγο πριν τη προσάρτηση, οι περισσότεροι Τούρκοι τσιφλικάδες πουλάνε τα απέραντα τσιφλίκια τους σε Έλληνες κεφαλαιούχους και έτσι εμφανίζεται για πρώτη φορά στο νεοελληνικό κράτος μια τάξη μεγαλοϊδιοκτητών γης και δημιουργείται το περίφημο Αγροτικό Ζήτημα.
Οι Ζάπλουτοι Έλληνες του εξωτερικού ήρθαν στην απελευθερωμένη Θεσσαλία και αντί να επενδύσουν τα αμύθητα πλούτη τους σε παραγωγικές βιομηχανικές μονάδες, όπως γινόταν σ’ όλη την Ευρώπη, τα έδωσαν στους Τούρκους τσιφλικάδες και αγόρασαν απέραντες εκτάσεις γης, άραξαν στα αρχοντικά και τα κονάκια τους και εισέπρατταν εισοδήματα. Οι καινούργιοι τσιφλικάδες ήταν μορφωμένοι, γλωσσομαθείς και αποτέλεσαν την υψηλή κοινωνία της Θεσσαλίας.
Το χωριό Χρυσαυγή Τρικάλων, παλιά ονομασία «Τουρναβοί» επί Τουρκοκρατίας υπήρξε τσιφλίκι διάφορων τούρκων Μπέηδων.
Ο Χρήστος Τσιτσόπουλος, που ζούσε στην Κωνσταντινούπολη και ασχολούνταν με το εμπόριο, είχε διάφορα καταστήματα υαλοπωλεία και χρυσοχοεία, ήρθε στην Ελλάδα και αγόρασε τα τσιφλίκια της Ζηλευτής (Ζούλιανης), 5.800 στρέμματα και Χρυσαυγής (Τουρναβοί) 3.000 στρέμματα, από τούρκο γαιοκτήμονα.
Στα παραπάνω χωριά έχτισε και από ένα Κονάκι το οποίο χρησιμοποιούσε για δική του κατοικία, και των επιστατών του. Ο Τσιτσόπουλος έμενε στο Κονάκι μόνο όταν επισκεπτόταν το χωριό γιατί η μόνιμη κατοικία του ήταν στην Αθήνα.
Ο επιστάτης που είχε διορίσει ο Τσιτσόπουλος ονομάζονταν, Πλάκας και ήταν παλιός αξιωματικός.


Στη Χρυσαυγή το κονάκι ήταν ένα πέτρινο αρχοντικό, δίπατο με 14 δωμάτια. Δυστυχώς σήμερα δεν υπάρχει, καθώς το 1985 κατεδαφίστηκε από τους κληρονόμους ιδιοκτήτες του και στη θέση του κτίστηκε νέα κατοικία. Διασώζονται όμως δύο φωτογραφίες που μαρτυρούν την ύπαρξή του και την παλιά του αίγλη.
Προς το τέλος του έτος 1928 τον Μήνα Νοέμβριο περίπου έγινε η οριστική διανομή των αγροκτημάτων του τσιφλικά Χρ. Τσιτσόπουλου.




Το κονάκι του Γλίνους

Το κονάκι της Νομής (κονάκι του Πελέκη)

Το κονάκι της Φανερωμένης (κονάκι του Τσιτσιόπουλου)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

επικοινωνιστε μαζι μας