Ο πλίθινος νερόμυλος που εξακολουθεί να κόβει μπομπότα για άξιες νοικοκυρές… – Μαγεία εικόνων, αλλά και θλίψη για μία εγκατάλειψη που ίσως είναι καλύτερη από τις πλαστικές καρέκλες και τον φραπέ…
«Μήτε κι η σιωπή είναι πια δική σου, εδ’ που σταμάτησαν οι μυλόπετρες», γράφει ο Γιώργος Σεφέρης.
Οι μυλόπετρες σταμάτησαν στα Τρίκαλα να δουλεύουν μιας και η δίνη του σύγχρονου πολιτισμού και της εξέλιξης σήμαναν το τέλος των νερόμυλων τους οποίους συναντούσες σε κάθε σχεδόν χωριό. Σε κάθε γωνιά του τόπου μας. Αρκεί να υπήρχε τρεχούμενο νερό. Αρκεί να υπήρχαν προκομμένοι και μάστοροι να τον δουλέψουν και άξιοι νοικοκύρηδες για να γεμίσουν τις βαριές μυλόπετρες με στάρι και καλαμπόκι.
Στην εκκωφαντική σιωπή των μυλόπετρων μια… παραφωνία στον Εξάλοφο του πρώην Δήμου Καλλιδένδρου. Ένας πλίθινος νερόμυλος στέκει όρθιος σε πείσμα της εξέλιξης και της αδιαφορίας και ένας προκομμένος μάστορας ο κ. Ευθύμιος Νιζάμης από τη Φήκη, που παρά τα χρόνια του, εξακολουθεί να σηκώνει τα βαριά σακιά και να ρίχνει το καλαμπόκι στις μυλόπετρες για να γεμίσει τα τσουβάλια των νοικοκυράδων με
μπομπότα για το πατροπαράδοτο πλαστό που εκεί στα ριζά του Κόζιακα ακόμη φτιάχνουν.
Μπορεί να μην έχεις ίχνος ποιητικής φλέβας μέσα σου, αλλά το περιβάλλον σε υποτάσσει… Λίγο ο επιβλητικός Κόζιακας που υψώνεται μπροστά σου. Λίγο το απαράμιλλο φυσικό κάλλος που δεν χορταίνουν τα μάτια σου με τα πανύψηλα πλατάνια που φράσουν τις δύο όχθες του Ανάποδου και με τα νερά γάργαρα που έρχονται ψηλά από το Γοργογύρι. Λίγο τα ζωντανά που βόσκουν ελεύθερα στα λιβάδια του Διποτάμου. Λίγο ή καλύτερα πολύ, ο ίδιος ο πλίθινος νερόμυλος, αρκούν για να επιστρέψεις στο παρελθόν, ακόμη και αν είσαι σχετικά νέος για να έχεις θύμησες, αρκούν οι διηγήσεις των παππούδων και των γιαγιάδων που τώρα ζωντανεύουν μπροστά σου, όχι σε κάποια απομακρυσμένη και ξεχασμένη από Θεό και ανθρώπους γωνιά της χώρας, αλλά στη γειτονιά σου, μόλις 20 χιλιόμετρα από την πόλη των Τρικάλων.
Ειρωνεία, αυτή η πρωτόγνωρη εμπειρία δεν είναι αποτέλεσμα κάποιας δικής μας αναζήτησης ή της προβολής και του ενδιαφέροντος των τοπικών αρχών, αλλά μιας ανούσιας ρουτίνας. Μιας κλεφτής ματιάς στη ξεχασμένη από ώρες, ανοιχτή τηλεόραση. Ήταν ο Νίκος Σαλέπης που έφερε ένα άλλο Νίκο, τον δημοσιογράφο της ΕΤ3 Νίκο Ασλανίδη στο νερόμυλο για να τον απαθανατίσει. Γιατί ποιος ξέρει, το πείσμα του μύλου ακόμη καλά κρατεί. Στέκει όρθιος, αλλά πόσο θα αντέξει κι αυτός. Η εγκατάλειψη, λένε οι ψυχολόγοι, είναι οδυνηρή για εκείνους που τη βιώνουν. Επομένως και για τον νερόμυλο του Εξάλοφου ο οποίος πληγώνεται καθημερινά έρμαιο, στα στοιχειά της φύσης.
Η προβολή και η δημοσιότητα έφερε κάποια παιδιά. Μετά από πολλά χρόνια, ακούστηκαν ξανά παιδικές φωνές στο νερόμυλο. Δάσκαλοι, (με το δέλτα κεφαλαίο), πήγαν τους μαθητές στο νερόμυλο για να έρθουν σε επαφή με τις ρίζες τους. Τους γνώρισαν ένα πολιτισμό που χάνεται ή καλύτερα, χάθηκε οριστικά.
Γρήγορα η θλίψη διαδέχεται τον αρχικό ενθουσιασμό και τη μαγεία των εικόνων. Θλίψη για την εγκατάλειψη. Για εκείνα που θα μπορούσαν να γίνουν για την ανάδειξη και προστασία ενός μοναδικού πολιτιστικού μνημείου, αλλά δεν γίνονται. Για την αδιαφορία και τον μαρασμό. Για την έλλειψη μιας στοιχειώδους βούλησης πολιτικής, αυτοδιοικητικής ή δεν ξέρουμε ποιας άλλης.
Μόνο οι συγκρίσεις με το… κατάντημα άλλων πολιτιστικών μνημείων μπορούν να αποδειχθούν παρηγορητικές. Ίσως η αδιαφορία να είναι προτιμότερη από μια πρόχειρη παρέμβαση η οποία θα είχε ένα και μοναδικό σκοπό: Να υποτάξει το μνημείο και να το μετατρέψει σε μηχανή που θα βγάζει ευρώ, με τη μετατροπή του, σε καφέ- μπάρ με πλαστικές καρέκλες και φραπέ …
Του Λάζαρου Μάμαλη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου