Πριν
από χρόνια, το Βαλτινό ήταν γεμάτο από άρωμα της γης και την αίσθηση του
αυθεντικού. Οι δρόμοι, χωρίς άσφαλτο, ήταν χωματόδρομοι που τυλίγονταν γύρω από
τα σπίτια και τις πλατείες, λασπωμένοι τις βροχερές ημέρες και γεμάτοι σκόνη όταν
η ζέστη του καλοκαιριού έπιανε ψηλά.
Το
πρωινό ξύπνημα άρχιζε με το ξυπνητήρι το πουλιών και το σιγοβόημα του ανέμου
που περνούσε μέσα από τα δέντρα, ενώ οι πρώτες γυναίκες άνοιγαν τις πόρτες τους
και διάβαιναν το δρόμο για να μαζέψουν νερό από τη βρύση. Τα παιδιά έπαιζαν
στους δρόμους, γελώντας και τρέχοντας αθώα, ενώ οι ηλικιωμένοι κάθονταν στην
πλατεία ή στο καφενείο και συζητούσαν τα καθέκαστα.
Μόνο
τα ζώα, κάποιες φορές, με τους ήχους των τσοπανόσκυλων και των γαϊδουριών διέκοπταν
την ηρεμία του τοπίου.
Τα
αυτοκίνητα, αν και λιγοστά, ήταν μια μεγάλη υπόθεση όταν έρχονταν στο χωριό. Οι
κάτοικοι τα κοιτούσαν με θαυμασμό και περιέργεια, ενώ το θρόισμα των τροχών
πάνω στους ανώμαλους δρόμους ήταν ο ήχος του εκσυγχρονισμού που έμπαινε αργά αλλά
σταθερά στη ζωή μας. Οι χωματόδρομοι αν και άβολα δύσκολοι για τα μεγάλα
οχήματα, διατηρούσαν το χαρακτήρα του χωριού, σαν να ήταν μία άλλη εποχή που έμοιαζε
να μην αλλάζει ποτέ.
Η
ζωή εκείνη την εποχή είχε μία διαφορετική αίσθηση της κίνησης. Οι δρόμοι, γεμάτοι
με αναμνήσεις και σημάδια του χρόνου, αν και δύσκολοι, αποτελούσαν τον ιστό του
χωριού, που συνδέει τις ζωές των ανθρώπων με την φύση και τον απλό καθημερινό
αγώνα για επιβίωση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου