Από το βιβλίο του Βασιλείου Δ. Μπούγα
Από
την επόμενη των Χριστουγέννων άρχισαν οι προετοιμασίες για τη γιορτή της
πρωτοχρονιάς. Τα μικρά παιδιά περίμεναν τη μέρα αυτή με μεγάλη χαρά γιατί θα
πήγαιναν καρκατζάλια ή καλικάντζαροι. Προετοίμαζαν την παρέα τους, τις προσωπίδες
και διάφορες ενδυμασίες για τη μεταμφίεση τους, καθώς και μαχαίρια, κουμπούρια
και μεγάλα κουδούνια. Όριζαν τους ρόλους που θα είχε ο καθένας. Άλλος θα ντύνονταν
νύφη, άλλος γαμπρός, άλλος γιατρός, άλλος καπετάνιος, άλλος αρκούδα με τον
αρκουδιάρη, ζώνονταν τα κουδούνια, βάφονταν με ξυλοκάρβουνα, είχαν λαϊκά όργανα,
όπως νταούλια, φλογέρες, κλαρίνα, άλλοι κρατούσαν τρουβάδες και διάφορα δοχεία στα
οποία θα έβαζαν κρέας, λουκάνικα, αλεύρι και άλλα. Τα παιδιά του χωριού έκαναν
πρόβα χτυπώντας τα κουδούνια, τρώγοντας και γενικά γίνονταν ένας πανζουρλισμός.
Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς το βράδυ, μετά το φαγητό τα κορίτσια και τα
παιδιά (αγόρια) του χωριού συγκεντρώνονταν σε ένα σπίτι και χωριστά τα κορίτσια
από τα αγόρια, έλεγαν αστεία, παραμύθια, τραγούδια και άλλα διασκεδαστικά.
Μετά
από όλα αυτά, ενώ η φωτιά έκαιγε έβαζαν στη ζεστή παραστιά δύο κόκκους σταριού
στους οποίους έδιναν τα ονόματα ενός παιδιού (αγοριού) και ενός κοριτσιού. Οι
κόκκοι του σταριού ή θα στριφογύριζαν στη θέση τους, σαν σβούρα, ή θα
εκτινάζονταν μακριά, ή θα έμεναν ακίνητοι. Την κίνηση αυτή μπορούσαν να την
κάνουν και οι δύο κόκκοι ή ο ένας. Από την κίνηση έκριναν αν υπήρχε αγάπη
μεταξύ του νέου και της νέας. Το ίδιο έκαναν και για τους παντρεμένους.
Όσοι
στο χωριό είχαν όπλα, ιδίως κυνηγετικά, τα δοκίμαζαν το βράδυ αυτό, «τα
βασίλευαν» με το να τουφεκίσουν δύο ή τρεις φορές στον αέρα. Ακόμα πριν καλά
ξημερώσει, πήγαιναν στη βρύση και «κλέβανε» το νερό για να λουστούν ή να πιουν.
Τη βρύση την άλειφαν με βούτυρο ή τυρί για την καλή σοδειά, όπως έκαναν και τα Χριστούγεννα.
Το βράδυ της Πρωτοχρονιάς επίσης, οι νέες και οι νέοι όταν έφευγαν από τα
νυχτέρια για τα σπίτια τους, έκοβαν κληματόβεργες και έκαναν γεφύρια, δηλαδή
επάνω από ένα αυλάκι ή ρυάκι με νερό, με τις κληματόβεργες έκαναν ένα γεφυράκι
και το βράδυ αν ονειρεύονταν κάποιος ή κάποια να τους περνά από το γεφυράκι
καβάλα δηλαδή στην πλάτη του, τότε αυτόν θα παντρεύονταν.
Την
ημέρα της Πρωτοχρονιάς, οι νοικοκυρές ζύμωναν την βασιλόκλουρα την οποία έσπαγαν
στα κέρατα του βοδιού και απαραίτητα έκαναν και τη βασιλόπιτα. Η βασιλόπιτα
γίνονταν συνήθως με γλυκό τραχανά και με κομμάτια από κρέας, από το στήθος του
γουρουνιού το λεγόμενο σταυραετός. Ανάμεσα από τα φύλλα της πίτας (πέτουρα),
έβαζαν μικρά κομμάτια από κλήμα που συμβόλιζαν τα διάφορα είδη της περιουσίας
του σπιτιού, όπως τα χωράφια, τα ζώα, το σπίτι κλπ.
Επίσης
έβαζαν κομμάτια από άχυρο και αραβόσιτο που συμβόλιζαν την παραγωγή των
προϊόντων αυτών. Στη βασιλόπιτα έβαζαν και το φλουρί (ένα νόμισμα) και το
μεσημέρι αφού όλοι κάθονταν γύρω από την τάβλα (χαμηλό τραπέζι), η νοικοκυρά
έφερνε τη βασιλόπιτα με το ταψί, την τοποθετούσε στην τάβλα και ο μεγαλύτερος,
ο παππούς όταν υπήρχε, έκοβε με μαχαίρι την πίτα σε κομμάτια (φιλιά) και με μια
δυνατή η κίνηση έφερνε το ταψί με την πίτα γύρω-γύρω. Τότε έκαναν όλοι το
σταυρό τους, έλεγαν ευχές και μοιράζονταν τα κομμάτια (φιλιά) στον καθένα. Καθώς
θα έτρωγε ο καθένας το κομμάτι του θα έβρισκε το κομμάτι από το κλήμα που
συμβόλιζε ένα μέρος της περιουσίας. Τότε αυτός θα ήταν υπεύθυνος για το μέρος
αυτό της περιουσίας για όλη τη χρονιά. Τα συμβολικά αυτά κλήματα τα πετούσαν
στο ποτάμι για να μην τα πατάν (βρωμάν) στην γη οι καλλικάντζαροι.
Τη
βασιλόκλουρα την έσπαγε στα κέρατα του βοδιού ο ζευγαράς, δηλαδή εκείνος που
είχε τη φροντίδα των χωραφιών, αφού οι εργασίες ήταν καταμερισμένες τον καθένα
και ο ένας δεν ανακατεύονταν στη δουλειά του άλλου, εκτός μόνο αν χρειάζονταν
κάποια βοήθεια. Τη βασιλόκλουρα τη στόλιζαν με κομμάτια ζύμης, κάνοντας το
σύμβολο του σταυρού, τη φάτνη με τον Χριστό, την Παναγία,, τον Ιωσήφ, τα ζώα
και άλλα στολίδια. Εκτός από τη βασιλόκλουρα και τη βασιλόπιτα στο τραπέζι
απαραίτητα έπρεπε να υπάρχει και η κοτόσουπα από την πιο παχιά κότα που είχε το
σπίτι. Μερίδιο από τη βασιλόπιτα είχε και ο Άγιος Βασίλης, η Παναγία, οι φτωχοί
και το σπίτι.
Το
τραπέζι ήταν στρωμένο όλη μέρα και η φωτιά στο τζάκι έπρεπε να είναι πολύ
δυνατή. Τα παιδιά του χωριού, την παραμονή αφού τέλειωναν το γύρισμα από σπίτι
σε σπίτι ντυμένα λιουκαντζάρια, άναβαν μεγάλες φωτιές γύρω από τις οποίες
χόρευαν χτυπώντας τα κουδούνια και τραγουδούσαν Αγιοβασιλιάτικα τραγούδια.
Ακόμα τη νύχτα της Πρωτοχρονιάς έπρεπε να περιποιηθούν ιδιαίτερα και τα ζώα του
σπιτιού γιατί ο Άγιος Βασίλειος που γύριζε στους στάβλους και στα μαντριά, δεν
έπρεπε να βρει τα ζώα νηστικά.
Τα κάλαντα της
πρωτοχρονιάς
Τα
κάλαντα κληρονομήθηκαν από τους αρχαίους ειδωλολατρικούς λαούς ιδιαίτερα από
τις γιορτές των αρχαίων Ελλήνων τα (Πυανέψια) και τα (Διονύσια). Τα κάλαντα
γίνονταν από τα Χριστούγεννα μέχρι τα Φώτα, στο Βαλτινό και στους συνοικισμούς
γίνονταν ιδιαίτερα την Πρωτοχρονιά και τα Φώτα. Γυναίκες και άντρες γύριζαν
μεταμφιεσμένοι όχι μόνο στο χωριό τους αλλά και στα γύρω χωριά, επίσης το ίδιο έκαναν
και τα μικρά παιδιά.
Για
την Πρωτοχρονιά έλεγαν το εξής τραγούδι:
Άγιος
Βασίλης έρχεται από την Καισαρεία
Βαστά
κανόνα και χαρτί, χαρτί και καλαμάρι.
Το
καλαμάρι έγραφε και το χαρτί μιλούσε.
-Βασίλη
μ’ πούθεν έρχεσαι και πούθε κατεβαίνεις;
-Από
το δάσκαλο έρχομαι στη μάνα μου πααίνω.
-Σαν
έρχεσαι απ’ το δάσκαλο πες μας την αλφαβήτα.
-Στην
πατερίτσα ακούμπησε να πει την αλφαβήτα,
κι
η πατερίτσα ήταν χλωρή κι αμπόλιασε
κλωνάρι,
κλωνάρι
χρυσοκλώναρο, χρυσοκομποδιασμένο,
που
το κομπόδιασε ο Χριστός με το δεξί το χέρι,
με
το δεξί, με το ζερβί, με τ' άγια τα βαγγέλια.
Και
του χρόνου.
Η
νοικοκυρά του σπιτιού θα έδινε το φιλοδώρημα και αν στην παρέα υπήρχε νύφη και
γαμπρός, τότε το φιλοδώρημα το έπαιρνε η νύφη και φιλούσε το χέρι της
νοικοκυράς. Εάν η νοικοκυρά ή ο νοικοκύρης του σπιτιού δεν έβγαινε από το σπίτι
να δώσει φιλοδώρημα στα λιουκαντζάρια ή αν τα έδιωχνε, τότε του έλεγαν το εξής
τραγούδι:
Αφέντη
μου στην τάβλα σου γεμάτη καλιακούδια,
Τα
μισά κλωσούν, τα μισά γεννούν
και
τα μισά σου βγάζουνε τα μάτια.
Άλλο
πρωτοχρονιάτικο τραγούδι ήταν:
Αρχιμηνιά
και αρχή χρονιά και αρχή καλός μας χρόνος.
Αρχή
που βγήκε ο Χριστός στη γη να περπατήσει.
Άγιος
Βασίλης έρχεται από την Καισαρεία κλπ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου