Τα
παλιά δίπατα σπίτια του Βαλτινού, ήταν απλά κατασκευάσματα, που δεν παρουσίαζαν
κάποιο αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον, ούτε διέθεταν κάποια αξιόλογη ιστορική αξία,
πέραν από το φορτίο της προγονικής μνήμης.
Τα κτίσματα αυτά φτιάχτηκαν σε μια διαφορετική εποχή, με διαφορετικές ανάγκες και πολύ πιο έντονους τεχνικούς και οικονομικούς περιορισμούς.
Τα
σπίτια τα κατασκεύαζαν έμπειροι μάστορες, (αυτοδίδακτοι λαϊκοί αρχιτέκτονες),
συνήθως από το Ξυλοπάροικο. Είχαν σχεδόν πανομοιότυπη μορφή καθώς ακολουθούσαν
την παραδοσιακή τεχνική δόμησης, λόγω χρήσεως πρώτον υλικών της περιοχής (χώμα,
πέτρες, ξύλα).
Κατά
την ανέγερση των κατοικιών οι κάτοικοι πρόσεχαν την λειτουργικότητα του χώρου (εξυπηρέτηση
της οικογένειας, αποθήκευση των προϊόντων, στάβλιση των ζώων), και λάμβαναν
υπόψη την οικοδομική παράδοση.
Ο
προσανατολισμός των παλαιών κατοικιών ήταν πάντοτε σε όλα τα σπίτια ανατολικός.
Κοινό χαρακτηριστικό όλων των κατοικιών ήταν, ότι τοποθετούνταν αυστηρά
στραμμένα προς νοτιοανατολικά, στρέφοντας συχνά τα νώτα προς τους δρόμους. Οι
λόγοι που επέβαλαν αυτόν τον προσανατολισμό του σπιτιού και της αυλής, ήταν για
να προφυλάσσεται η αυλή από τον όγκο του σπιτιού, από τον κρύο βοριά. Η αυλή
βρισκόταν στο εσωτερικό του σπιτιού για να είναι ασφαλισμένο, ό,τι βρισκόταν
μέσα σε αυτή. Σχεδόν όλες οι αυλές των σπιτιών είχαν έναν πλάτανο ή μία μουριά
για σκιά, και συνήθως υπήρχε και ένας μικρός κήπος για την καλλιέργεια
λαχανικών.
Οι
αχυρώνες ήταν διώροφα αντίστοιχα κτήρια όπου στάβλιζαν τα οικόσιτα ζώα και φυλάσσονταν οι
ζωοτροφές. Είχαν μεγάλο ύψος και είχαν ξύλινη κεραμοσκεπή ή τσίγκινη στέγη.
Τα
υλικά οικοδομικά
-Το
χώμα για την κατασκευή των πλίνθων. Στην περιοχή όπου το χώμα αφθονούσε η
δόμηση με πλίνθους (πλιθιά) ήταν μονόδρομος. Στο χωριό υπήρχαν ορισμένα σημεία
απ' όπου μάζευαν χώμα για την κατασκευή των πλιθιών. Το χώμα αυτό το ανακάτευαν
με νερό, προσέθεταν άχυρο και το έβαζαν σε ξύλινες μήτρες (οι περισσότερες 6x1
ή 4x3). Οι διαστάσεις των πλίνθων ήταν συνήθως 33x13x8 εκατοστά. Τα πλιθιά τα
άφηναν στον ήλιο για να ξεραθούν και στη συνέχεια κατασκεύαζαν την τοιχοποιία,
χρησιμοποιώντας για κονίαμα τον ίδιο τύπο χώματος χωρίς άχυρο αυτή τη φορά.
Επίχρισμα αρχικά δεν υπήρχε ή χρησιμοποιούνταν λάσπη (χώμα χωρίς άχυρο).
-Τα ξύλα. Χρησιμοποιούνταν για την κατασκευή της στέγης, των δαπέδων, των
κουφωμάτων, των πορτών και παραθύρων. Τα προμηθεύονταν από διάφορα δέντρα που
υπήρχαν στα κτήματά τους, καθώς και από το δάσος της Παναγίας.
-Η
πέτρα. Την χρησιμοποιούσαν συνήθως για την θεμελίωση και την προμηθεύονταν από
το ποτάμι (Πηνειό), ή από τα χωριά των ριζών του Κόζιακα.
Σε
όλα τα κτήρια η θεμελίωση γίνονταν με λιθοδομή από πέτρες σε ύψος μέχρι 50εκ
από το έδαφος περίπου και σε βάθος 40-50εκ. Αυτό γινόταν για ομοιόμορφη
κατανομή των τάσεων και προστασία της πλινθοδομής από την υγρασία.
Αξίζει
να σημειωθεί ότι οι κάτοικοι έκαναν χρίση την αλληλοβοήθεια κατά την συγκέντρωση
των υλικών.
Τρόπος
κατασκευής - Τυπολογία
Υπήρχαν μονώροφες κατοικίες (μονές), διώροφες κατοικίες (δίπατα) και διώροφες
αποθήκες-στάβλοι γνωστές και ως αχυρώνες.
Οι μονώροφες είναι ορθογώνιες, διαστάσεων 13X5 περίπου. Με τη μεγάλη διάσταση
και την είσοδο να κοιτάει προς το νότο. Μπροστά από την είσοδο βρίσκονταν και
ένα σκεπασμένο μπαλκονάκι 2x2 μέτρων περίπου. Το σπίτι αποτελούνταν από τρία
δωμάτια, διαστάσεων 4x4 μέτρων το καθένα. Πίσω από την είσοδο η σάλα ή χαγιάτι
και εκατέρωθεν δύο δωμάτια, το «καλό» και το «καθημερινό». Αυτά
χρησιμοποιούνταν σαν υπνοδωμάτιο, χώρο υποδοχής κλπ, ανάλογα με τις ανάγκες της
οικογένειας και τις καιρικές συνθήκες. Το μαγείρεμα, η υγιεινή και το πλύσιμο
γίνονταν έξω από το σπίτι. Με τα χρόνια προστέθηκαν επιπλέον δωμάτια (κουζίνες,
μπάνια κ.α.), για να καλύψουν τις σύγχρονες ανάγκες, ενώ οι παλιοί ανεπίχριστοι
τοίχοι καλύφτηκαν με ασβέστη και έτσι πλέον λίγα σπίτια διατηρούν την αρχική
τους μορφή.
Οι
διώροφες κατοικίες αρχικά είχαν τα δωμάτια στον όροφο, ενώ στο ισόγειο ήταν το
κατώι. Η είσοδος γινόταν από εξωτερική σκάλα που κατέληγε σε ένα μικρό εξώστη.
Αργότερα τα κατώγια μετατράπηκαν σε κατοικήσιμους χώρους, συνήθως κουζίνες και
τα ζώα μετακινήθηκαν στους αχυρώνες. Τα δάπεδα στους ορόφους ήταν από ξύλο.
Οι
σκεπές επιστρώνονταν με κεραμίδια βιοτεχνικού τύπου και είχαν μία προεξοχή
50εκ. περίπου, (την αστρέχα), για να προστατεύουν την τοιχοποιία από τη βροχή.
Τα
κτίσματα δέχτηκαν πολλές μετατροπές, όσο αυξάνονταν οι ανάγκες του αγροτικού
πληθυσμού που τα κατοικούσε. Προστέθηκαν κουζίνες, λουτρά, γκρεμίστηκαν ή
προστέθηκαν χώροι. Για τις προσθήκες ή τις κατασκευές νέων σπιτιών μετά το 1960
χρησιμοποιούνταν τούβλα ή τσιμεντόλιθους.
Σήμερα
ελάχιστα εναπομείναντα, τέτοια σπίτια, υπάρχουν στο χωριό. Υπάρχουν όμως κάποιες φωτογραφίες που
τα διασώζουν από τη λήθη και μας μαρτυρούν τον κόσμο τους. Είναι όλα αυτά τα μισοσβησμένα από τη μνήμη
κομμάτια που σκιαγραφούν και θυμίζουν το αλλοτινό Βαλτινό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου