Το
1963 μετά την πρωτοχρονιά έκανε πάρα πολύ κρύο στο Βαλτινό. Όλα ήταν παγωμένα κι από τις στέγες
των σπιτιών κρέμονταν τα κρύσταλλα σαν αναποδογυρισμένες λευκές λαμπάδες ...
Ο πατέρας και η γιαγιά λιάζονταν στο μπαλκόνι κουβεντιάζοντας και η μάνα έπλενε τ’ αγγειά πέρα στην τουλούμπα.
Εγώ 12χρονο παιδί καθόμουνα στο ξύλινο καρεκλάκι κι άκουγα αφηρημένος τη συζήτηση, γιατί πρόσεχα τη γάτα, που κάθονταν ανακούρκουδα πάνω στο αναποδογυρισμένο ξύλινο σκαφίδι και κοίταζε προς την ανατολή. Σήκωνε το μπροστινό αριστερό της πόδι, το ΄γλυφε και μετά το περνούσε απαλά πάνω από το κεφάλι της.
Ο ήλιος ανέβαινε σιγά -σιγά στον καταγάλανο ουρανό...
Ο πατέρας και η γιαγιά λιάζονταν στο μπαλκόνι κουβεντιάζοντας και η μάνα έπλενε τ’ αγγειά πέρα στην τουλούμπα.
Εγώ 12χρονο παιδί καθόμουνα στο ξύλινο καρεκλάκι κι άκουγα αφηρημένος τη συζήτηση, γιατί πρόσεχα τη γάτα, που κάθονταν ανακούρκουδα πάνω στο αναποδογυρισμένο ξύλινο σκαφίδι και κοίταζε προς την ανατολή. Σήκωνε το μπροστινό αριστερό της πόδι, το ΄γλυφε και μετά το περνούσε απαλά πάνω από το κεφάλι της.
Όταν η μάνα
τέλειωσε το πλύσιμο, πήρε παραμάσχαλα τ’ αγγειά και τα 'φερνε στο μαγειριό.
Φτάνοντας
κοντά μας βλέπει τη γάτα, κοντοστέκεται και λέει:
«Χμ, η γάτα "λούζεται", το βράδυ
θα χιονίσει»...
Το
πρωί το χιόνι είχε σκεπάσει τα πάντα και συνέχιζε να πέφτει με ...ορμή!!!
γεια σου Δημαρχε !!
ΑπάντησηΔιαγραφήγεια σου Δημαρχε !!
ΑπάντησηΔιαγραφή