Του Ηλία Κεφάλα
Δειλά δειλά άρχισε το φθινόπωρο να μπαίνει, αν και η δυνατή
βροχή των τελευταίων ημερών αντικρούει σθεναρά την αίσθηση του δειλά. Ωστόσο η
δειλία αυτή επικεντρώνεται στα φύλλα που άρχισαν να κιτρινίζουν και να πέφτουν.
Παλιές αμετακίνητες συγκινήσεις εντυπωμένες στο συνειδητό, στο ασυνείδητο, στο
υποσυνείδητο. Δηλαδή παντού.
Όπως το λέει αυτό το ποίημα από τη συλλογή μου
"Λόγος για την αβεβαιότητα" (Αρμός 1997) με τον αθώο, μονολεκτικό
τίτλο:
ΦΥΛΛΑ
Μὲ τὴν πτώση τῶν φύλλων ξεκινᾶ τὸ φθινόπωρο
Ξεκινᾶ μὲ ἀνάσες καὶ μικροὺς συριγμοὺς μὲς στὰ φύλλα
Ἄν δὲν ἀκούσεις στὴν ἀρχὴ τὶς ἀπόμακρες τυμπανοκρουσίες του
Τὸ νιώθεις νὰ ἔχει πλακώσει ξαφνικὰ βαρὺ καὶ ἀτέρμονο
Μὲ χειμωνιάτικα πουλιὰ στὸν ἀέρα καὶ χιλιάδες φύλλα
Ἔτσι ὅπως πλακώνει ξαφνικὰ καὶ ἡ δική μου θλίψη
Καὶ ἀνακαλύπτω πὼς εἶμαι γυμνὸς καὶ μόνος μέσα στὸν κόσμο
Δίχως ἀγάπη καὶ ἐλπίδα σὰν μιὰ φυσαλίδα βροχῆς στὸν ἀέρα
Ἤ σὰν ἕνα φύλλο ποὺ δὲν θυμᾶται πῶς καὶ ἀπὸ ποῦ ξεκίνησε
Καὶ ποιὸς θὰ εἶναι ὁ τελικὸς προορισμός του
Γιατὶ εἶναι φθινόπωρο – φθινόπωρο παντοῦ – μὲ ἀνεμοβρόχια
Καὶ τὰ φύλλα λικνίζονται σιωπηλὰ σὰν ἀνεπαίσθητα παράπονα
Σκεπάζοντας μὲ τὸ ψιλόβροχο τὴν ἀνοιχτὴ πεδιάδα
Ἀγκαλιάζοντας τοὺς λόφους καὶ τὰ μικρὰ ποτάμια
Φύλλα χλωμὰ φαιὰ πρασινοκίτρινα φύλλα λευκὰ μὲ σπίθες πυρκαγιᾶς
Σὰν τὴν κρυφή μου ἀγάπη ποὺ σπιθίζει στὴ μνήμη καὶ χάνεται
Καὶ ἐπανέρχεται σὰν ἄστρο μὲς στὰ κενὰ μιᾶς νεφελώδους φρικίασης
Φύλλα παγωμένα καθὼς τὸ ρίγος τοῦ χειμώνα παραμονεύει
Ὅπως παραμονεύει καὶ τὴν ἀγάπη ἡ μοναξιὰ τοῦ χωρισμοῦ
Φύλλα νοτισμένα ἀπὸ τὴν καταχνιὰ τῆς νύχτας
Φύλλα πυρακτωμένα ἀπὸ τὸ καλοκαίρι ποὺ κάηκε
Φύλλα σαπφείρινα πορφυρὰ ὑπόχρυσα ματωμένα
Φύλλα ὑπόθαμπα λαμπερὰ ἄλικα μαραμένα
Καὶ μαζὶ μὲ τὰ φύλλα ἡ θλίψη μου αἰωρούμενη καὶ ἀμίλητη
Σὰν τὴ γῆ ποὺ θρηνεῖ ἀνάμεσα στὰ κυκλάμινα καὶ τοὺς κρίνους
Φύλλα καὶ χῶμα φύλλα καὶ νερὸ φύλλα καὶ ἄνεμος
Φύλλα στὸ μονοπάτι φύλλα στὰ χέρια φύλλα στὸ κορμί
Φύλλα στὸ τζάμι φύλλα στὸ ψωμὶ φύλλα στὰ σύννεφα
Φύλλα στὴν ὀμπρέλα φύλλα στὸ ποτάμι φύλλα στὶς σκεπές
Φύλλα στὸ βιβλίο φύλλα στὸ μπαλκόνι φύλλα στὰ ὄνειρα
Ὦ φύλλα φύλλα – φύλλα στὴ σαπισμένη βάρκα
Φύλλα φύλλα στὶς φτερωτὲς ὁπλές
Φύλλα στὸ ἔρημο γεφύρι
Φύλλα πάνω στὴν καρδιά μου γιὰ νὰ σκεπάζει τὸν φόβο της
Φύλλα τοῦ φθινοπώρου γιατὶ παντοῦ εἶναι φθινόπωρο
Φύλλα μὲς στὰ κοχύλια τοῦ νεροῦ καὶ τὴν ἀφὴ τοῦ χρόνου
Φύλλα μικρὰ καὶ πίσω ὁ θάνατος τὸ πιὸ μεγάλο φύλλο
Ξεκινᾶ μὲ ἀνάσες καὶ μικροὺς συριγμοὺς μὲς στὰ φύλλα
Ἄν δὲν ἀκούσεις στὴν ἀρχὴ τὶς ἀπόμακρες τυμπανοκρουσίες του
Τὸ νιώθεις νὰ ἔχει πλακώσει ξαφνικὰ βαρὺ καὶ ἀτέρμονο
Μὲ χειμωνιάτικα πουλιὰ στὸν ἀέρα καὶ χιλιάδες φύλλα
Ἔτσι ὅπως πλακώνει ξαφνικὰ καὶ ἡ δική μου θλίψη
Καὶ ἀνακαλύπτω πὼς εἶμαι γυμνὸς καὶ μόνος μέσα στὸν κόσμο
Δίχως ἀγάπη καὶ ἐλπίδα σὰν μιὰ φυσαλίδα βροχῆς στὸν ἀέρα
Ἤ σὰν ἕνα φύλλο ποὺ δὲν θυμᾶται πῶς καὶ ἀπὸ ποῦ ξεκίνησε
Καὶ ποιὸς θὰ εἶναι ὁ τελικὸς προορισμός του
Γιατὶ εἶναι φθινόπωρο – φθινόπωρο παντοῦ – μὲ ἀνεμοβρόχια
Καὶ τὰ φύλλα λικνίζονται σιωπηλὰ σὰν ἀνεπαίσθητα παράπονα
Σκεπάζοντας μὲ τὸ ψιλόβροχο τὴν ἀνοιχτὴ πεδιάδα
Ἀγκαλιάζοντας τοὺς λόφους καὶ τὰ μικρὰ ποτάμια
Φύλλα χλωμὰ φαιὰ πρασινοκίτρινα φύλλα λευκὰ μὲ σπίθες πυρκαγιᾶς
Σὰν τὴν κρυφή μου ἀγάπη ποὺ σπιθίζει στὴ μνήμη καὶ χάνεται
Καὶ ἐπανέρχεται σὰν ἄστρο μὲς στὰ κενὰ μιᾶς νεφελώδους φρικίασης
Φύλλα παγωμένα καθὼς τὸ ρίγος τοῦ χειμώνα παραμονεύει
Ὅπως παραμονεύει καὶ τὴν ἀγάπη ἡ μοναξιὰ τοῦ χωρισμοῦ
Φύλλα νοτισμένα ἀπὸ τὴν καταχνιὰ τῆς νύχτας
Φύλλα πυρακτωμένα ἀπὸ τὸ καλοκαίρι ποὺ κάηκε
Φύλλα σαπφείρινα πορφυρὰ ὑπόχρυσα ματωμένα
Φύλλα ὑπόθαμπα λαμπερὰ ἄλικα μαραμένα
Καὶ μαζὶ μὲ τὰ φύλλα ἡ θλίψη μου αἰωρούμενη καὶ ἀμίλητη
Σὰν τὴ γῆ ποὺ θρηνεῖ ἀνάμεσα στὰ κυκλάμινα καὶ τοὺς κρίνους
Φύλλα καὶ χῶμα φύλλα καὶ νερὸ φύλλα καὶ ἄνεμος
Φύλλα στὸ μονοπάτι φύλλα στὰ χέρια φύλλα στὸ κορμί
Φύλλα στὸ τζάμι φύλλα στὸ ψωμὶ φύλλα στὰ σύννεφα
Φύλλα στὴν ὀμπρέλα φύλλα στὸ ποτάμι φύλλα στὶς σκεπές
Φύλλα στὸ βιβλίο φύλλα στὸ μπαλκόνι φύλλα στὰ ὄνειρα
Ὦ φύλλα φύλλα – φύλλα στὴ σαπισμένη βάρκα
Φύλλα φύλλα στὶς φτερωτὲς ὁπλές
Φύλλα στὸ ἔρημο γεφύρι
Φύλλα πάνω στὴν καρδιά μου γιὰ νὰ σκεπάζει τὸν φόβο της
Φύλλα τοῦ φθινοπώρου γιατὶ παντοῦ εἶναι φθινόπωρο
Φύλλα μὲς στὰ κοχύλια τοῦ νεροῦ καὶ τὴν ἀφὴ τοῦ χρόνου
Φύλλα μικρὰ καὶ πίσω ὁ θάνατος τὸ πιὸ μεγάλο φύλλο
ΗΛΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΣ