Του
Χάρη Αγγελή
Η
γιαγιά ήταν μεγάλος μάντης. Άμα τα χελιδόνια πετούσαν χαμηλά, σχεδόν στο έδαφος
έλεγε θα βρέξει. Αν το φεγγάρι έκανε φωτεινό κύκλο γύρω του, θα άλλαζε ο καιρός, και άλλαζε. Όταν τα σύννεφα κοκκίνιζαν πέρα στο βουνό, στον Κόζιακα, θα φύσαγε αέρας, και
φύσαγε.
Από
γενιά σε γενιά αυτοί οι άνθρωποι παρατηρούσαν τα πάντα γύρω τους. Ερμήνευαν τα
φαινόμενα της φύσεως από τη συμπεριφορά των ζώων. Λειτουργούσαν
και δρούσαν ανάλογα, προφταίνοντας ή καθυστερώντας κάποια πράγματα. Στο μεγάλο
σεισμό, πριν υποψιαστεί οποιοσδήποτε άνθρωπος κάτι, το άλογο του Τσιγάρα
αφήνιασε, έκοψε το σκοινί από το παλούκι κι έτρεχε σαν τρελό.
Μερικές
χρονιές, τέλος Φλεβάρη άρχιζαν τα βατραχάκια κι οι νεροχελώνες να κελαηδούν. Ένα
χαρούμενο, ερωτικό κάλεσμα αυτών των αμφίβιων έφερνε στο νου των ανθρώπων την
άνοιξη.
«Γιαγιά
ήρθε η άνοιξη, ακούς τα βατραχάκια;»
«Μη
βιάζεστε, θα έχουμε χιόνι!» απαντούσε η γιαγιά και έριχνε τόσο χιόνι τον Μάρτη, που πραγματικά έκαιγαν τα παλούκια οι άνθρωποι για να ζεσταθούν.
Αν
περνούσαν αγριόχηνες από πολύ ψηλά καλοκαιριάτικα, σήμαινε βαρύς χειμώνας.
Επιβεβαιώνονταν πάντα η γιαγιά απ’ τη ζωή την ίδια και καμάρωνε για αυτό. «Τι σας έλεγα εγώ!» έλεγε
κι ένοιωθε υπερήφανη, για τις μαντικές της ικανότητες.
Για τις αρρώστιες η γιαγιά είχε άλλα πολλά γιατροσόφια. Την παρωτίτιδα των παιδιών την καταπολεμούσε με κατράμι. Έβαζε σε ένα κομμάτι χαρτοσακούλας από λίπασμα αυτή την πίσα, την κολλούσε πάνω στο πρήξιμο, έδενε την τσίπα της γύρω από το λαιμό του παιδιού και σε τρεις μέρες γίνονταν περδίκι. Μόνο που έμεινε το κατράμι αρκετές μέρες κολλημένο στα μάγουλα για να σιγουρευτεί η επιτυχία.
Για τις αρρώστιες η γιαγιά είχε άλλα πολλά γιατροσόφια. Την παρωτίτιδα των παιδιών την καταπολεμούσε με κατράμι. Έβαζε σε ένα κομμάτι χαρτοσακούλας από λίπασμα αυτή την πίσα, την κολλούσε πάνω στο πρήξιμο, έδενε την τσίπα της γύρω από το λαιμό του παιδιού και σε τρεις μέρες γίνονταν περδίκι. Μόνο που έμεινε το κατράμι αρκετές μέρες κολλημένο στα μάγουλα για να σιγουρευτεί η επιτυχία.
Το
καρκατσέλι, ένας βήχας που έπιανε τα παιδιά και δεν σταματούσε με τίποτα
θεραπεύονταν με γάλα από τη γομάρα. Το δύσκολο ήταν να αρμέξεις τη γομάρα και
να πείσεις το παιδί να το πιεί. Τι περιείχε αυτό το γάλα από αντισώματα,
βιταμίνες και πρωτεΐνες; ένας θεός ξέρει. Η γομάρα ήξερε μόνο ότι δυναμώνει το
γομαράκι της και η γιαγιά ότι γιατρεύει τα εγγονάκια της. Για
τα νεφρά είχε τη ρίζα της αγριάδας. Την έβραζε και έπινε το ζουμί της. Το φύλλο
της τριανταφυλλιάς τραβούσε τον πόνο από τις πρησμένες πληγές. Με το αδράχτι
που έγνεθε το μαλλί σταύρωνε τις λούγγες, που ήταν πρηξίματα κι έβγαιναν εκεί που
άρχιζε το μπούτι.
Άλλο
γενικό γιατρικό της γιαγιάς ήταν η νυφίτσα. Την έβαζε σε ένα μπουκάλι με λάδι και την άφηνε
πολύ καιρό. Άλειφε τις πληγές που δεν
έκλειναν και τις γιάτρευε.
Κρεμμύδια
βρασμένα τα έδενε μέσα σε ένα πανί και
τα τοποθετούσε πάνω στο απόστημα για να μαζέψει πύον και μετά να σπάσει.
Τσουκνίδες στουμπισμένες θεράπευαν τον πονόματο.
Πάντα
είχε δεμένα στην άκρη της τσίπας χάπια, Αλγκόν και Καλμόλ για τον πονοκέφαλο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου