Σε κάθε πεδινό χωριό λοιπόν υπήρχαν αυτές οι απλές αλλά πρακτικές καλύβες οι Δραγασιές, οι οποίες ήταν σε ψηλό σημείο με θέα, όπου καθόταν ο αγροφύλακας (δραγάτης) και επιτηρούσε την περιοχή.
Τα ξύλα της εξέδρας τα «έστρωναν» με πολλά κλαδιά και έτσι, δημιουργούνταν ένα είδος πατώματος, όπου μπορούσε να κάθεται και να κοιμάται κάποιος με μεγάλη άνεση.
Εκεί ξάπλωνε όλη τη μέρα ο δραγάτης και παρατηρούσε τα αμπέλια και τα σπαρτά, προστατεύοντάς τα από τους κλέφτες, τα πουλιά και τα ζώα.
Για να ανεβαίνει εύκολα ο δραγάτης στη δραγασιά κατασκεύαζε ξύλινα σκαλοπάτια, τα οποία τα κάρφωνε στο σώμα της δραγασιάς.
Τέτοιες δραγασιές υπήρχαν στο Βαλτινό στη γεωργική περιοχή «Αμπέλια», στις Χαλκιές (στο αμπέλι του Ψύχου), και στο Παπατσέτσου (στο αμπέλι του Τσιγάρα).
Η πληρωμή του γινόταν από την κοινότητα ή τους καλλιεργητές αμπελιών ή μποστανιών.
Προέρχεται από τη λέξη δραγάτης < από τη σύνθετη βυζαντινή λέξη αρχιδραγάτης, από την οποία αποσπάστηκε η λέξη δραγάτης = ο αγροφύλακας και ειδικά ο φύλακας των αμπελιών. Πιθανόν επίσης, να προέρχεται από τη λέξη αμπελιδεργάτης, της Τσακωνικής διαλέκτου, από την οποία αποσπάσθηκε το δεργάτης και μετατράπηκε σε δραγάτης. Κατ΄ άλλους προέρχεται από τη Σλάβικη λέξη draga.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου