Τότε
ήμουνα μαθητής ακόμα, όταν είχα ανακαλύψει τη μαγεία της πεζοπορίας στα
παρόχθια μονοπάτια του μικρού μας ποταμού, που μοίραζε και μοιράζει ακόμα
εξίσου την πόλη σε ανατολή και δύση. Μερικές φορές συναντούσα τον λαμπρό
καθηγητή μου Κώστα Τοπούζη, κρυφό ποιητή, διανοητή και κορυφαίο μεταφραστή της
αρχαίας Ελληνικής λυρικής ποίησης, οι πλήρεις μεταφράσεις του οποίου κοσμούν
εδώ και κάμποσα χρόνια τις εκδόσεις «Επικαιρότητα». Ο καθηγητής με έπιανε από
τη μασχάλη και συνεχίζαμε μαζί, ανεβαίνοντας και κατεβαίνοντας τον ποταμό από
τις δύο του όχθες, μέχρι που κουραζόταν να με διδάσκει εξωσχολικά και φιλικά.
Ήταν ο πρώτος που είδε τα πρωτόλειά μου και προσπάθησε να με βάλει σε έναν βατό
για τις δυνάμεις μου δρόμο. Πότε-πότε επιχειρώ και σήμερα αυτές τις οδοιπορίες
αναψυχής, αλλά πάντα σε πολύ μικρότερες αποστάσεις και πάντα στοιχειώνει τα
βήματά μου η αχνή φυσιογνωμία του εκδημήσαντος καθηγητή. «Τι λες, θα πάμε», μου
έλεγε, «μέχρι το σημείο που τελειώνει η πόλη μας νοτίως;» Πηγαίναμε. Και τώρα,
λοιπόν, πάω μόνος, κατάμονος, και ίσως, αν είμαι τυχερός, θα πηγαίνω μέχρι το
σημείο που θα τελειώνει η ζωή μου.
Του
Ηλία Κεφάλα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου