ΚΑΙΡΙΑ
ΤΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ
Ένα
καινούργιο κύμα επενδύσεων στο χώρο της ηλεκτρικής ενέργειας εξαπλώνεται το
τελευταίο διάστημα στη χώρα. Πρόκειται για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας
από βιορευστά και πιο συγκεκριμένα από πρωτογενή ή χρησιμοποιημένα
τηγανέλαια, αφού προηγούμενα υποστούν την κατάλληλη επεξεργασία.
Στο Μεσολόγγι η
κατασκευή τεσσάρων τέτοιων μονάδων είναι σε εξέλιξη, με αντιδράσεις των
κατοίκων της περιοχής, στη Ρόδο (περιοχή Πεταλούδας) με αρνητικές
αποφάσεις του Δημοτικού συμβουλίου και των τοπικών φορέων,
στο Βαλτινό Τρικάλων και αλλού.
Παρά
το γεγονός ότι αυτές οι μονάδες καύσης εκπέμπουν λιγότερους ρύπους σε σχέση με
τις συμβατικές μονάδες ηλεκτροπαραγωγής (λιγνίτη κλπ), δεν τις καθιστά
ακίνδυνες για το περιβάλλον με τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, οξειδίων
του αζώτου κλπ να αφήνουν το δικό τους περιβαλλοντικό αποτύπωμα.
Βέβαια
η ευρωπαϊκή νομοθεσία κατατάσσει τα βιορευστά στις ΑΠΕ, με την έννοια ότι
πρόκειται για βιομάζα, που προέρχεται από φυτά, τα οποία με τη διαδικασία της
φωτοσύνθεσης έχουν ισοσκελίσει το διοξείδιο του άνθρακα, που δεσμεύουν, με αυτό
της εκπομπής από την καύση.
Αυτό
έχει πρακτική αξία βέβαια, όταν μιλάμε για εγχώρια παραγόμενα τηγανέλαια,
που προφανώς δεν πρέπει να απορρίπτονται στο περιβάλλον με ανυπολόγιστες
αρνητικές επιπτώσεις.
Αξίζει
να σημειώσουμε ότι στη χώρα μας λειτουργούν μονάδες παραγωγής βιοντήζελ με
πρώτη ύλη χρησιμοποιημένα λίπη και έλαια ή προϊόντα από ενεργειακές
καλλιέργειες. Το παραγόμενο υλικό πουλιέται στις εταιρείες καυσίμων ως
πρόσμεικτο στο πετρέλαιο κίνησης (ποσοστό ανάμειξης έως 7%).
Από
τα παραπάνω προκύπτουν τα εξής εύλογα ερωτήματα:
Από
πού θα προμηθεύονται την πρώτη ύλη οι μονάδες καύσης τηγανέλαιων, όταν σήμερα η
διαθέσιμη εγχώρια απορροφάται εξ ολοκλήρου από τις υφιστάμενες μονάδες
παραγωγής βιοντήζελ;
Όπως
οι ίδιοι οι επενδυτές ομολογούν (Ρόδος) ή αφήνουν να εννοηθεί (Μεσολόγγι), με
εισαγωγή τηγανέλαιων από το εξωτερικό. Αυτό σημαίνει ένα αισθητό περιβαλλοντικό
αποτύπωμα μεταφοράς και μια αντιοικολογική πρακτική, που δεν διαχειρίζεται τα
όποια απόβλητα (ακόμα και αυτά που χαρακτηρίζονται ως ΑΠΕ) στον τόπο παραγωγής
τους, αλλά κάπου αλλού.
Πώς
προκύπτει το οικονομικό όφελος για τον επενδυτή με δεδομένα τα μεγάλα κόστη
μεταφοράς και το κόστος αγοράς της εισαγόμενης πρώτης ύλης;
Με
την μεγάλη επιδότηση στην τιμή πώλησης της ηλεκτρικής ενέργειας στη ΔΕΗ ως
ΑΠΕ (0,2€/ΚWH), όταν η ΔΕΗ την πουλά στους οικιακούς καταναλωτές με τη
μισή τιμή (0,1€/KWH). Τη διαφορά, φυσικά, την πληρώνουμε εμείς μέσω του Ειδικού
Τέλους Μείωσης Εκπομπής Αέριων Ρύπων (ΕΤΜΕΑΡ) που ισχύει για όλες τις
Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας. Και, αν το Τέλος αυτό είναι απαραίτητο για τις
πρωτογενείς πηγές ανανεώσιμης ενέργειας (ήλιος, αέρας, νερό), τι νόημα έχει
για την επεξεργασία εισαγόμενων πρώτων υλών, που σε κάθε περίπτωση
μπορούμε να τις διαχειριζόμαστε και διαφορετικά;
Ποιες
«τεχνικές» χρησιμοποιούνται για γρήγορες και πιο αποδοτικές επενδύσεις σε
αυτόν τον τομέα;